Ελευθεροτυπία (25 Σεπτεμβρίου 2010)
Σημείωση: "Η εκδοχή που δημοσιεύτηκε στην «Ε» είναι 150 λέξεις μικρότερη λόγω του ότι το κείμενο υπερέβη τον προκαθορισμένο αριθμό λέξεων"
Ενώ η κοινοβουλευτική Χούντα του ΠΑΣΟΚ προχωρά αδίστακτα στο άνοιγμα κάθε αγοράς στις πολυεθνικές (με τελευταία αυτή των μεταφορών) και-- όπως προανήγγειλε ο «Γιωργάκης»-- απώτερος στόχος είναι το ξεπούλημα κάθε περιουσιακού στοιχείου του δημοσίου, (συμπεριλαμβανομένης της μετατροπής περιοχών όπως το Ελληνικό σε άθλια Λας Βεγκας!) οι λαϊκές αντιδράσεις εξακολουθούν να είναι αποσπασματικές. Και αυτό, γιατί η Χούντα αφήνεται ανενόχλητη από τους εργατοπατέρες να «σαλαμoποιεί» το λαϊκό κίνημα κατά των μέτρων (μια οι λιμενεργάτες, την άλλη οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι συνταξιούχοι, μετά οι φορτηγατζήδες, αύριο οι σιδηροδρομικοί κ.ο.κ.) ενώ, βέβαια, αν αντιμετώπιζε κοινή δράση από τα λαϊκά στρώματα που πληρώνουν σήμερα το χρέος, πιθανώς θα είχε ήδη χρειαστεί--μαζί με την τρόικα που εκπροσωπεί την διεθνή αγυρτεία των Τραπεζιτών-- τα ελικόπτερα που χρησιμοποίησε στην αντίστοιχη περίπτωση η Αργεντινέζικη ελίτ και το ΔΝΤ.
Στο μεταξύ, η κοινοβουλευτική Χούντα μετατρέπεται ταχύτατα στο ημι-ολοκληρωτικό καθεστώς που είχα περιγράψει,[i] ψηφίζοντας «εν κρυπτώ, σε τμήμα θερινών διακοπών και χωρίς καμιά ιδιαίτερη εξήγηση»[ii], την μετατροπή των διαδηλωτών εναντίον της σε «τρομοκράτες» (με τις συνεπαγόμενες εξοντωτικές ποινικές κυρώσεις), είτε πρόκειται για τους σιδηροδρομικούς και τους φορτηγατζήδες που «διαταράσσουν την ασφάλεια των συγκοινωνιών», είτε για φοιτητές που σπάνε τα τζάμια τραπεζών κ.λπ. Και όλα αυτά, χωρίς η Χούντα αυτή να έχει τη παραμικρή νομιμοποίηση, εφόσον ποτέ δεν έθεσε στη κρίση του λαού τα συγκεκριμένα κτηνώδη μέτρα που αλλάζουν ριζικά τη ζωή της μεγάλης πλειοψηφίας, τα οποία η ίδια «αποφασίζει και διατάσσει», ενώ τα μέλη του λόχου της απλά υλοποιούν τις εντολές της για να μην χάσουν το περιπόθητο (και κερδοφόρο) «βουλευτιλίκι» ή «υπουργιλίκι». Περιττό να σημειωθεί ότι όταν αντιμετωπίζουμε παρόμοιο «σφετερισμό της λαϊκής κυριαρχίας», που παραβιάζει (έστω άτυπα) θεμελιακούς κανόνες ακόμη και της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας», τότε τίθεται θέμα για ποιους “νόμους” και “Συντάγματα” μιλάμε. “Νόμους” και “Συντάγματα” έχουν άλλωστε και οι κανονικές Χούντες...
Στο μεταξύ, η κοινοβουλευτική Χούντα μετατρέπεται ταχύτατα στο ημι-ολοκληρωτικό καθεστώς που είχα περιγράψει,[i] ψηφίζοντας «εν κρυπτώ, σε τμήμα θερινών διακοπών και χωρίς καμιά ιδιαίτερη εξήγηση»[ii], την μετατροπή των διαδηλωτών εναντίον της σε «τρομοκράτες» (με τις συνεπαγόμενες εξοντωτικές ποινικές κυρώσεις), είτε πρόκειται για τους σιδηροδρομικούς και τους φορτηγατζήδες που «διαταράσσουν την ασφάλεια των συγκοινωνιών», είτε για φοιτητές που σπάνε τα τζάμια τραπεζών κ.λπ. Και όλα αυτά, χωρίς η Χούντα αυτή να έχει τη παραμικρή νομιμοποίηση, εφόσον ποτέ δεν έθεσε στη κρίση του λαού τα συγκεκριμένα κτηνώδη μέτρα που αλλάζουν ριζικά τη ζωή της μεγάλης πλειοψηφίας, τα οποία η ίδια «αποφασίζει και διατάσσει», ενώ τα μέλη του λόχου της απλά υλοποιούν τις εντολές της για να μην χάσουν το περιπόθητο (και κερδοφόρο) «βουλευτιλίκι» ή «υπουργιλίκι». Περιττό να σημειωθεί ότι όταν αντιμετωπίζουμε παρόμοιο «σφετερισμό της λαϊκής κυριαρχίας», που παραβιάζει (έστω άτυπα) θεμελιακούς κανόνες ακόμη και της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας», τότε τίθεται θέμα για ποιους “νόμους” και “Συντάγματα” μιλάμε. “Νόμους” και “Συντάγματα” έχουν άλλωστε και οι κανονικές Χούντες...
Αλλά, το επόμενο εύλογο ερώτημα είναι «η Αριστερά τι κάνει»; Στη πραγματικότητα, όμως δεν υπάρχει, ούτε μπορεί να υπάρξει, ενιαία Αριστερά. Αρχικά, πρέπει να κάνουμε τη θεμελιακή διάκριση μεταξύ ρεφορμιστικής και αντισυστημικής (ή παλαιότερα αντικαπιταλιστικής) Αριστεράς. Η διάκριση αυτή δεν γίνεται με βάση το κριτήριο τρόπου κατάκτησης της εξουσίας (το παλαιό δίλημμα «ρεφορμισμός ή επανάσταση»), αλλά με βάση τους στόχους και τη στρατηγική της. Με βάση αυτό το κριτήριο, ιστορικά, η ρεφορμιστική Αριστερά περιελάμβανε το τμήμα εκείνο της Αριστεράς που επιδίωκε την κοινωνική αλλαγή, είτε μέσα από τη κατάκτηση της κρατικής εξουσίας και «μεταρρυθμίσεις από τα πάνω» (π.χ. τα παλαιά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα), είτε μέσα από τη δημιουργία αυτόνομων από το κράτος βάσεων εξουσίας που θα πίεζαν τις ελίτ για «μεταρρυθμίσεις από τα κάτω» (κινήσεις της «κοινωνίας των πολιτών»), στις οποίες προστέθηκαν και τα διάφορα μονοθεματικά κινήματα (φεμινιστικά, οικολογικά, κινήματα ταυτότητας, απελευθέρωσης ζώων κ.λπ.). Σε αντίθεση με αυτή την Αριστερά, αναπτύχθηκε η αντισυστημική Αριστερά που χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι κινείται με βάση ένα καθολικό πολιτικό πρόταγμα και στρατηγική ανατροπής του «συστήματος», όπως αυτό εκφράζεται με τους κύριους θεσμούς της νεωτερικότητας, την καπιταλιστική οικονομία της αγοράς και το πολιτικό συμπλήρωμά της στην αντιπροσωπευτική «δημοκρατία». Δεδομένης της ιστορικής αποτυχίας της ρεφορμιστικής Αριστεράς που έδειξε η κατάρρευση της σοσιαλδημοκρατίας και η ανατροπή σχεδόν όλων των σημαντικών κοινωνικών κατακτήσεων, η αντισυστημική Αριστερά επανέρχεται σήμερα στο προσκήνιο, έχοντας διδαχθεί και αυτή τα ιστορικά μαθήματα του 20ου αιώνα.
Φυσικά, διαφοροποιήσεις υπάρχουν και μέσα στην ρεφορμιστική και την αντισυστημική Αριστερά. Στη πρώτη, μεταξύ σοσιαλφιλελεύθερης «αριστεράς» που άμεσα στηρίζει τις ελίτ και τα ληστρικά μέτρα, και της υπόλοιπης αριστεράς που περιέγραψα παραπάνω. Θλιβερή πρόσφατη περίπτωση άμεσης υποστήριξης από την σοσιαλφιλελεύθερη «αριστερά» των εγκληματικών μέτρων ως «αναπόφευκτων» αποτελεί παράδειγμα Πανεπιστημιακού[iii] που, αφού θέτει το δήθεν αναπάντητο ερώτημα «πώς θα βρίσκαμε τα δισεκατομμύρια ευρώ για να πληρώναμε σε μικρό χρονικό διάστημα τους δανειστές της χώρας», καταλήγει παπαγαλίζοντας την γνωστή καταστροφολογία των ελίτ (αλλά και κάποιων... «Μαρξιστών» οικονομολόγων που είχα αναφερθεί στο παρελθόν) για την περίπτωση εξόδου από την ΟΝΕ (που ακόμη και διεθνείς ορθόδοξοι οικονομολόγοι προτείνουν ως τη μόνη εναλλακτική λύση για την αποφυγή των ληστρικών μέτρων!) και την συνακόλουθη έξοδο από την ΕΕ (που προτείνει η στήλη και ρεύματα της αντισυστημικής Αριστεράς). Και, φυσικά, δείχνει είτε ασυγχώρητη άγνοια, είτε εσκεμμένη αποσιώπηση απόψεων, όπως αυτές που έχουν διατυπωθεί από τη στήλη αυτή, το να ισχυρίζεται ότι δεν έχουν δοθεί απαντήσεις σε ερωτήματα σαν αυτά που θέτει. Μοιραίο, επομένως, το γελοίο συμπέρασμα...Παγκαλικού τύπου ότι «όλοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα έχει στις τωρινές συνθήκες χάσει την αυτονομία της δεν αντιλαμβάνονται πως η τυχόν έξοδός μας από την ΕΕ θα οδηγούσε στον τύπο της αυτονομίας που η Αλβανία έχει σήμερα ή, ακόμη χειρότερα, αυτή που είχε επί Χότζα», όπου προφανώς ανήκουν η Ισλανδία, η Νορβηγία κ.λπ...
Όσον αφορά στην υπόλοιπη ρεφορμιστική Αριστερά, ένα σημαντικό μέρος της προσπαθεί να εκμεταλλευθεί το πολιτικό κενό που άφησε η μετάλλαξη των παλαιών σοσιαλδημοκρατών σε σοσιαλφιλελεύθερους (τύπου ΠΑΣΟΚ), προτείνοντας ... Κεϋνσιανές λύσεις, “Νew Deal” «και άλλα παραμύθια» που είναι εντελώς άσχετα με τη σημερινή διεθνοποιημένη καπιταλιστική οικονομία της αγοράς, ενώ ένα άλλο μέρος της μιλά γενικά και αόριστα για την «Αριστερά του 21ου αιώνα», επικαλούμενη και το πολύ...διαφωτιστικό σύνθημα «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός». Δηλαδή, το σύνθημα που χρησιμοποιούσε και το αλήστου μνήμης Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ--το οποίο σήμερα, στη μέση της μεγαλύτερης παγκόσμιας κρίσης εξαφανίστηκε, ακριβώς γιατί δεν είχε να προτείνει τίποτα συγκεκριμένο που θα διαδεχόταν τον σημερινό κόσμο, πέρα από κάποιες γενικόλογες αρχές και ευχολόγια! Ωστόσο, είναι φανερό ότι η έλλειψη ενός κοινού αντισυστημικού στόχου (πέρα βέβαια από τον ασαφή και, απλά αρνητικό, στόχο «ενάντια στον καπιταλισμό»), σε συνδυασμό με τη σύνθεση τέτοιων συμμαχιών που συνήθως αποτελούνται από ετερογενή κινήματα με αντικρουόμενους στόχους, αναπόφευκτα, οδηγεί στον πολυπερπατημένο δρόμο των ρεφορμιστικών πολιτικών, που είναι βέβαια εντελώς ανεπαρκείς για να αντιμετωπίσουν την πολυδιάστατη κρίση, την οποία δημιούργησε η σημερινή διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς που πολλοί «μεταμαρξιστές» παίρνουν δεδομένη. Με άλλα λόγια, η μεταμοντέρνα ρεφορμιστική αριστερά δεν είναι σε θέση να εγείρει αιτήματα ριζοσπαστικά, όπως η έξοδος από την ΕΕ, που απαιτούν οι συνθήκες για την έξοδο από την κρίση, εφόσον, σε τελική ανάλυση, στηρίζεται στον «ελάχιστο κοινό παρονομαστή» των συνιστωσών της. Γι’ αυτό και το «μαξιμαλιστικό» αίτημα που κάποιοι θέτουν μέσα σε αυτή είναι απλά η έξοδος από την ΟΝΕ που θα συνοδεύεται από την παύση πληρωμών—«λύση» που, όπως έχω δείξει, είναι αδύνατο να εφαρμοστεί μέσα στην ΕΕ![iv]
Αλλά και στην αντισυστημική Αριστερά υπάρχουν παρόμοιες διαφοροποιήσεις, μεταξύ, απο τη μια μεριά, της κομμουνιστογενούς Αριστεράς που εμπνέεται απο το γνωστό καθολικό πρόταγμα και η οποία, γενικά, θέτει θέμα εξόδου απο την Ε.Ε, (παρόλο που κάποια ρεύματα σε αυτή μιλούν για «καπιταλιστική απεξάρτηση» που την παραπέμπει στις ελληνικές καλένδες) και, απο την άλλη, της ελευθεριακής. Φυσικά, και στη τελευταία, επίσης, υπάρχουν διαφοροποιήσεις, ιδιαίτερα μετά την πρόσφατη εισαγωγή μεταμοντέρνων ρευμάτων που εμφανίζονται ως «αντιεξουσιαστικά», τα οποία, αδυνατώντας να δουν την άμεση δημοκρατία σαν καθολικό πρόταγμα, την προτείνουν ουσιαστικά σαν ...διαδικασία που προκύπτει μέσα στα «κινήματα» και, αναπόφευκτα, καταλήγουν στις παραπάνω προτάσεις της μεταμοντέρνας ρεφορμιστικής αριστεράς για την κρίση (παύση πληρωμών και έξοδος από ΟΝΕ)...
[i] Η Παγκόσμια Κρίση, η Ελλάδα και το Αντισυστημικό Κίνημα, (Κουκκίδα, 2009), κεφ.14
[ii] Βλ. Χρ. Ζέρβα, “Τρομοκρατική δράση και οι διαδηλώσεις”, “Ε”, 22/9/2010
[iii] Ν. Μουζέλης, “Τα διλήμματα της Αριστεράς», Το Βήμα, 12/9/2010
[iv] Βλ και Τ. Φωτόπουλος, Η Ελλάδα ως προτεκτοράτο της υπερεθνικής ελίτ, (Γόρδιος, Οκτώβρης 2010), Μέρος Τρίτο
____________________________
Πηγή: http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/greek/grE/gre2010/2010_09_25.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου