Του Ηλία Σταυρίδη
28/4/2010
Οι αντιφατικές δηλώσεις των πολιτικών ηγεσιών των χωρών της ευρωζώνης για το πακέτο διάσωσης της Ελλάδας από το μηχανισμό ΕΕ/ΔΝΤ συνεχίζονται κυρίως από την πλευρά της Γερμανίας, αν και το ζήτημα αναμένεται να φθάσει στο τέλος του την ερχόμενη εβδομάδα.
Αντίθετα, φαίνεται να υπάρχει σύγκλιση απόψεων και από την πολιτική ηγεσία αλλά και από τους διοικούντες την ΕΚΤ, ότι δεν τίθεται θέμα ανασχεδιασμού του ελληνικού χρέους. Όπως τονίζεται, δεν υπάρχει περίπτωση χρεοκοπίας μίας χώρας της ευρωζώνης. Ακόμη και αν δεχθούμε ότι αυτές οι δηλώσεις αντανακλούν πεποιθήσεις και συμφέροντα των ευρωπαϊκών πολιτικών και οικονομικών ελίτ, η πραγματικότητα μπορεί να τους διαψεύσει.
Και αυτή η πραγματικότητα καθορίζεται από δύο παράγοντες: πρώτον, ποια είναι τα συμφέροντα της Ελλάδας, πώς θα διαμορφωθούν τη διετία 2011–2012 και ποια κυβέρνηση θα τα εκφράσει· και δεύτερον, από το πώς θα εξελιχθεί η οικονομική κατάσταση στην ευρωζώνη την ερχόμενη διετία, με δεδομένο ότι φαίνεται να αρχίζει η επίθεση στην Πορτογαλία από το χρηματιστικό κεφάλαιο. Αν η Πορτογαλία το επόμενο εξάμηνο φθάσει σε μία παρεμφερή θέση με αυτή της Ελλάδας, τότε είναι αμφίβολο αν η ευρωζώνη μπορεί να διαχειρισθεί ταυτόχρονα δύο οικονομικές διασώσεις. Αν η Ελλάδα την ερχόμενη διετία χρειασθεί ποσά διάσωσης/δανεισμού από το μηχανισμό ΕΕ/ΔΝΤ που θα ξεκινούν από τα 100 δις ευρώ, και αν υποθέσουμε ότι η Πορτογαλία θα χρειάζεται ανάλογα ποσά, τότε το πρόβλημα για την ευρωζώνη θα είναι δισεπίλυτο.
Με τα δεδομένα αυτά, θα επανέλθει στο προσκήνιο το ζήτημα του «οργανωμένου» ανασχεδιασμού του ελληνικού χρέους – ενός ανασχεδιασμού που θα καθοδηγηθεί από το μηχανισμό ΕΕ/ΔΝΤ με στόχο να μειωθούν όσο το δυνατό περισσότερο, οι απώλειες των πιστωτών της Ελλάδας.
Στο σημείωμα με τίτλο «Ο μηχανισμός διάσωσης ΕΕ/ΔΝΤ και οι μελλοντικές εξελίξεις» (βλ. εδώ , 26/4/2010) είχαμε αναφέρει ότι πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι σχεδόν το 50% των ελληνικών ομολόγων βρίσκονται στην ΕΚΤ, προερχόμενα από ιδιωτικές τράπεζες που τα χρησιμοποιούν ως εγγυήσεις για την απόκτηση ρευστότητας. Είχαμε δείξει επίσης ότι σε ένα υποθετικό σενάριο αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους με περικοπή κατά 50%, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα έπρεπε για να αποφύγουν κατάρρευση της ΕΚΤ να τη χρηματοδοτήσουν με τα εξής ποσά (σε δις ευρώ): Γερμανία 42, Γαλλία 31,5, Ιταλία 27,6, Ισπανία 18,4 δις, Ολλανδία 8,8, Βέλγιο 5,4, Αυστρία 4,3, Πορτογαλία 3,9, Φινλανδία 2,8, Ιρλανδία 2,5, Σλοβακία 1,5, Σλοβενία 0,7, Λουξεμβούργο 0,4, Κύπρος 0,3, Μάλτα 0,1.
Με βάση τα στοιχεία του τέλους του 2009, ο ιδιωτικός τραπεζικός τομέας αυτών των χωρών κατέχει ελληνικά ομόλογα τους εξής ύψους (σε δις ευρώ): Γαλλία 60, Λουξεμβούργο 45, Γερμανία 35, Ολλανδία 9,2, Πορτογαλία 7,9, Ιρλανδία 7,6, Ιταλία 5,2, Αυστρία 3,9, Βέλγιο 2,4, Ισπανία 0,9 δις (δεν υπάρχουν στοιχεία για τη Φινλανδία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία, την Κύπρο και τη Μάλτα) – σύνολο περίπου 177 δις ευρώ.
Αν οι ιδιωτικές τράπεζες καταφέρουν να μεταβιβάσουν στην ΕΚΤ μεγάλα πακέτα των επίφοβων ελληνικών ομολόγων στο επόμενο διάστημα –ή αν το έχουν ήδη πράξει– τότε παρατηρούμε ότι υπάρχουν δύο διαφορετικοί τρόποι αντιμετώπισης των απωλειών που θα επιφέρει ένας υποθετικός ανασχεδιασμός του ελληνικού χρέους.
Πρώτον, η Γαλλία θα επωφεληθεί περισσότερο αν επιβαρυνθεί η ΕΚΤ, ενώ η Γερμανία θα τείνει σε μία παρόμοια προοπτική (αν και θα έχει απώλειες και στα δύο σενάρια). Αυτό σημαίνει ότι ο γαλλογερμανικός άξονας πιθανόν θα συγκλίνει στην αποδοχή μίας τέτοιας λύσης.
Δεύτερον, η μεταφορά του βάρους στην ΕΚΤ επιβαρύνει κυρίως την Ιταλία και την Ισπανία, λόγω του μικρού βαθμού έκθεσης των τραπεζών τους στα ελληνικά ομόλογα, αλλά και του υψηλού ποσοστού συμμετοχής τους στην ΕΚΤ.
Αυτοί οι δύο πόλοι αντιτιθέμενων συμφερόντων θα συνασπίσουν και τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης, ανάλογα με τα συμφέροντα της κάθε μίας από αυτές. Στην πραγματικότητα θα υπάρξει μία σύγκρουση Βορρά-Νότου μέσα στα πλαίσια της ευρωζώνης.
Αυτή η ενδεχόμενη σύγκρουση θα είναι μία από τις πολλές που θα υπάρξουν τα επόμενα χρόνια στην ΕΕ μεταξύ Βορρά και Νότου. Η μη σύγκλιση των επιτοκίων μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης θα αποτελέσει τη βάση αυτών των συγκρούσεων. Η σύγκλιση ως προοπτική και ως ιδεολογία έχει τελειώσει στην ΕΕ. Αρχίζει η εποχή των συγκρούσεων και η ενεργοποίηση των ρητρών της Συνθήκης της Λισσαβόνας για να επιβληθεί πειθαρχία στον Νότο, γεγονός που θα διευρύνει την κρίση νομιμοποίησης της ΕΕ.
Αναδημοσίευση από το Monthly Review
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου