6/10/10

Αιχμάλωτοι του ευρώ

του Κώστα Λαπαβίτσα*

Από τον Guardian της Παρασκευής, 1 Οκτωβρίου 2010

Μόνο ένας γενναίος άνθρωπος ή ένας υψηλόμισθος αξιωματούχος μπορεί να αισιοδοξεί στις μέρες μας για το μέλλον της ευρωζώνης. Η λιτότητα επεκτάθηκε και υπάρχει κίνδυνος μακρόχρονης στασιμότητας με υψηλή ανεργία σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Οι κοινωνικές εντάσεις ενισχύονται και οι τριβές μεταξύ των κρατών- μελών πιθανότατα θα κλιμακωθούν. Πρόγευση των επερχομένων γεγονότων αποτέλεσαν οι πορείες και απεργίες που οργανώθηκαν σε διάφορες πόλεις της ηπείρου την εβδομάδα που πέρασε από τα συνδικάτα.

Σε μεγάλο βαθμό, το πρόβλημα ξεκίνησε από τις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης- Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία και Ιρλανδία. Όλες μπήκαν σε ύφεση τη διετία 2008-9 καθώς ξεδιπλώθηκε η παγκόσμια κρίση και απέφυγαν μόλις και μετά βίας την καταστροφή χάρη στην παρέμβαση του κράτους. Προτού όμως ανακάμψουν επαρκώς, Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία εξαναγκάσθηκαν από την Ε.Ε. να περικόψουν τις δημόσιες δαπάνες, να μειώσουν τους δημοσίους υπαλλήλους και να φιλελευθεροποιήσουν περαιτέρω τις αγορές. Η Ιρλανδία είχε βαδίσει νωρίτερα στον ίδιο δρόμο, αν και ήταν ευθυγραμμισμένη στη γραμμή της Ε.Ε. Οι ολέθριες επιπτώσεις εκδηλώθηκαν ξεκάθαρα αυτή τη βδομάδα: η ιρλανδική οικονομία συρρικνώθηκε και το μέλλον διαγράφεται ακόμη περισσότερο δυσοίωνο, καθώς σχεδιάζονται νέες, δραστικές περικοπές για να διασωθούν οι τράπεζες.

Υπάρχει μία μέθοδος πίσω από αυτή την τρέλα, αν και απαιτεί κάποια προσπάθεια για να την ανακαλύψει κανείς. Στην ευρωζώνη κυριαρχούν λίγες χώρες του πυρήνα: Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία και Βέλγιο. Αυτές επέβαλαν το σύμφωνο σταθερότητας, το οποίο θέτει το αυθαίρετο όριο του 3% στα δημόσια ελλείμματα. Επιπλέον, επέβαλαν τη φυγή προς τον κατώτατο κοινό παρονομαστή, αναφορικά με την αγορά εργασίας. Είναι αυτές οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που στηρίζουν το ευρώ και προωθούν τις διεθνείς δραστηριότητες των μεγάλων τραπεζών και επιχειρήσεων των χωρών του πυρήνα.

Προϊόντος του χρόνου, το αποτέλεσμα υπήρξε καταστροφικό για τις περιφερειακές χώρες. Έχασαν την ανταγωνιστικότητά τους καθώς η Γερμανία συμπίεσε τους εργάτες της και κράτησε τα μεροκάματα πρακτικά παγωμένα για χρόνια. Αποτέλεσμα ήταν να συσσωρεύσει η Γερμανία μεγάλο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο προέρχεται κυρίως από τις συναλλαγές της με τις άλλες χώρες- μέλη της Ένωσης. Αντίθετα, οι περιφερειακές χώρες αντιμετωπίζουν μεγάλα ελλείμματα. Η απάντησή τους ήταν να δώσουν ώθηση στην ιδιωτική κατανάλωση και να ενθαρρύνουν τις φούσκες στην αγορά ακινήτων. Για ένα διάστημα, αυτή η τακτική φαινόταν να αποδίδει και οι ρυθμοί ανάπτυξης ήταν υψηλοί. Ωστόσο, η επιτυχία ήταν κάλπικη, κατά κύριο λόγο αποτέλεσμα της φτηνής πίστωσης. Το συνολικό χρέος των περιφερειακών χωρών αυξήθηκε κατακόρυφα.

Εν ολίγοις, η ρίζα των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ευρωζώνη βρίσκεται περισσότερο στον ιδιωτικό παρά στον δημόσιο τομέα. Αυτό μπορεί να ακούγεται αλλόκοτο, δεδομένων των πληθωρικών αναφορών στον «παραφουσκωμένο» δημόσιο τομέα των περιφερειακών κρατών, ιδιαίτερα της Ελλάδας. Στην Ισπανία, ο δημόσιος τομέας υπήρξε, στην πραγματικότητα, περισσότερο υπάκουος στη Βίβλο του Συμφώνου Σταθερότητας από ό,τι συνέβη στη Γερμανία. Ακόμη και η Ελλάδα είχε μάλλον αξιοπρεπείς επιδόσεις αναφορικά με το δημόσιο έλλειμμα την προηγούμενη δεκαετία, αν πιστέψουμε τους αριθμούς. Από το συνολικό χρέος της χώρας στο τέλος του 2009, το 58% αφορούσε στον ιδιωτικό τομέα και μόνο το 42% στον δημόσιο.

Οι κατ’ εξοχήν ωφελημένοι από την έκρηξη του χρέους ήταν οι τράπεζες τόσο των πυρηνικών όσο και των περιφερειακών κρατών. Πραγματικά, οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες συμπεριφέρθηκαν με εξαιρετικά ανόητο τρόπο συνεχίζοντας να δανείζουν τις περιφερειακές χώρες, ακόμη και το 2009. Ωστόσο, η κρίση μεγάλωσε τα ελλείμματα των περιφερειακών χωρών και οι τράπεζες του πυρήνα τελικά συνειδητοποίησαν ότι απειλούνταν να τιμωρηθούν για την κραιπάλη τους. Κρατούσαν μεγάλο μέρος του χρέους της περιφέρειας, ενώ την ίδια στιγμή αντιμετώπιζαν προβλήματα ρευστότητας, με το ευρώ να πέφτει ως προς το δολάριο. Την περασμένη άνοιξη, οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονταν στο χείλος μιας μείζονος κρίσης.

Τα μέτρα λιτότητας είναι μέρος του σχεδίου για την εκ νέου διάσωση των τραπεζών. Οι κυβερνήσεις σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης υποκύπτουν στη συμμαχία των τραπεζών με τους μεγάλους κατόχους του δημόσιου χρέους, που αγωνιούν να αποφύγουν την τιμωρία για την ανόητη δανειακή πολιτική τους. Μεγάλα ποσά τέθηκαν στη διάθεση της Ελλάδας και άλλων χωρών με τελικό στόχο την προστασία των τραπεζών του πυρήνα. Το τίμημα ήταν η λιτότητα σε όλη την περιοχή, σε μια γυμνή προσπάθεια μετατόπισης του κόστους της κρίσης στους φορολογούμενους και τους δημοσίους υπαλλήλους. Στο μεταξύ, η ευρωζώνη γίνεται ολοένα και πιο ανελαστική, εισάγοντας αυστηρές ποινές για τους κατά συρροήν «παραβάτες» που υπερβαίνουν το όριο του 3% αναφορικά με το δημοσιονομικό έλλειμμα.

Αλλά η λιτότητα είναι απίθανο να αποδώσει, ακόμη και με τους δικούς της όρους. Οι ιδιωτικές επενδύσεις παραμένουν υποτονικές και η κατανάλωση ασθενική. Η πίστωση είναι δύσκολη και ακριβή, ενώ οι εξαγωγές δεν μπορούν να αποτελέσουν λύση καθώς η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνεται. Η λιτότητα σημαίνει πιθανότητα στασιμότητα, κάτι που κάνει το ενδεχόμενο χρεωκοπίας μιας ή περισσότερων χωρών της περιφέρειας ακόμη περισσότερο πιθανό. Οι αγορές έχουν πλήρη επίγνωση του κινδύνου, γι αυτό και τα επιτόκια δανεισμού Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Ελλάδας έφτασαν σε επίπεδα- ρεκόρ τον Σεπτέμβριο.

Η ευρωζώνη εξελίσσεται σε παγίδα για τις περιφερειακές χώρες. Συνθλίβονται από το χρέος, αδυνατούν να ανταγωνιστούν τον πυρήνα, ασφυκτιούν με τη λιτότητα και αντιμετωπίζουν την προοπτική μακρόχρονης στασιμότητας. Η στάση πληρωμών και η επανεκτίμηση της σκοπιμότητας συμμετοχής στην ευρωζώνη δεν ανήκουν πλέον στη σφαίρα του αδιανόητου. Αλλά για να έχει αποτέλεσμα μια τέτοια κατεύθυνση χρειάζεται να διαρραγεί η πολιτική ισχύς της συμμαχίας των τραπεζιτών και των δανειστών. Απαιτείται κοινωνική αλλαγή προς όφελος των εργαζόμενων ανθρώπων που διαδήλωσαν αυτή την εβδομάδα και οι οποίοι εκπροσωπούν την πηγή της μελλοντικής ευημερίας. Μόνο τότε θα γίνει δυνατή η χάραξη μιας οικονομικής πολιτικής που θα δημιουργεί ανάπτυξη και απασχόληση.

*Ο Κώστας Λαπαβίτσας είναι οικονομολόγος, καθηγητής του πανεπιστημίου του Λονδίνου.

Πηγή: http://aristerovima.gr/blog.php?id=532

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου