4/4/12

Αλλαγή γλώσσας σημαίνει αλλαγή της ψυχής

Ο Άιχμαν στην Αθήνα

του Παναγιώτη Μάρκου


Η γλώσσα, ως συμβολικό σύστημα, μαζί με τα άλλα κοινωνικο-πολιτιστικά συστήματα και τις δομές τους, προϋπάρχει της γέννησης ενός ανθρώπου και άρα υπέρκειται αυτού.

Επομένως, το παιδί, με την κατάκτηση της γλώσσας, εγγράφεται σε αυτήν την συμβολική τάξη η οποία, επειδή υπέρκειται, θα πλάσει τον ψυχικό του κόσμο σύμφωνα με τις δομές της.

Με άλλα λόγια, το άτομο αναδύεται ως υπό-κειμενο μέσα από την εγγραφή του στην συμβολική τάξη της γλώσσας.

«Η γλώσσα ανήκει», όπως λέει και ο Χάιντεγκερ, «στην πιο κοντινή γειτνίαση με το Είναι του ανθρώπου. Ως ανθρώπινα όντα συναντούμε παντού, πάντοτε και με κάθε τρόπο τη γλώσσα. Πώς κατανοείται κυρίως τούτη η συνάντηση; Ουσιαστικά ως ομιλία. Με αυτό το πνεύμα, το πώς ομιλεί ο άνθρωπος, δείχνει πόσο μεστή νοήματος ή α-νόητη είναι η ύπαρξή του».

Σε μια ελεύθερη μετάφραση, αυτό σημαίνει «είμαστε ό,τι μιλάμε!». Όπως τονίζει και ο Αλτουσέρ, η κατάκτηση της γλώσσας είναι αυτή που με την εισαγωγή στη συμβολική τάξη θα σημαδέψει το πέρασμα από τον άνθρωπο-θηλαστικό στον άνθρωπο-παιδί -άνδρα ή γυναίκα. 

Όταν λοιπόν το υποκείμενο αναδύεται μέσα από τη γλώσσα, αυτό σημαίνει ότι δεν αποτελεί το ίδιο την αιτία της γλώσσας ή την αιτία του σημαίνοντος, αλλά ότι είναι το αποτέλεσμά της: δεν αποτελεί, αλλά επιτελεί την γλώσσα.

Δεν είναι, όμως, στη πρόθεση του παρόντος σημειώματος να σκιαγραφηθεί ο τρόπος μέσω του οποίου η γλώσσα καθορίζει την ύπαρξή μας ως υποκείμενα. Τα όσα γράφτηκαν μέχρι τώρα έχουν ως στόχο να τονίσουν ότι: το ποιοι είμαστε, το πώς πράττουμε, το πώς νιώθουμε, με τι ταυτιζόμαστε, είναι ευθέως ανάλογα της γλώσσας –των σημαινόντων– με την οποία είμαστε εφοδιασμένοι.

«Η λέξη είναι το σημείο ενός πράγματος εν τη απουσία του», θα παρατηρήσει ο Λακάν.
Γεγονός που σημαίνει ότι ένα πράγμα πρέπει να φονευθεί για να μπορέσει να αναπαρασταθεί. Η λέξη, λοιπόν, αποτελεί την αναπαράσταση ενός πράγματος και η άποψη αυτή θα χρησιμοποιηθεί από τον Λακάν για να γίνει εμφανές ότι η γλώσσα και το άμεσο βίωμα είναι δύο αποκλειόμενα πράγματα. Πρόκειται για ένα από τα «δράματα» της ανθρώπινης ύπαρξης: «Σε επίπεδο λεκτικοποίησης, η επιθυμία με το να περάσει στη γλώσσα γίνεται αίτημα, γίνεται σημείο ή σύμβολο, που σημαίνει ότι δεν μπορεί ποτέ να εκφραστεί άμεσα, αφού η λεκτικοποίησή της θα σημαίνει και τον φόνο της».

Οι λέξεις, λοιπόν, είναι σημεία που καθορίζουν την ψυχή μας, την ύπαρξή μας. Εγκαθίστανται εντός μας. Με μια αυθαίρετη σύμβαση (κοινωνική), αποκτούν μια ερμηνεία –γίνονται σημαινόμενα– και καθορίζουν το πώς σκεφτόμαστε, το πώς νιώθουμε για τον εαυτό μας, για τους άλλους, για τον κόσμο που μας περιβάλλει γενικότερα.

Αλλάζοντας, λοιπόν, τις λέξεις επηρεάζεις την ψυχή του υποκειμένου. Τείνεις να αλλάζεις τον ψυχισμό του. Αν, ας πούμε, καθιερώσεις στη θέση της λέξης εργασία την λέξη απασχόληση, έχεις επηρεάσει τη συγκεκριμένη λειτουργία της σχέσης που έχει ο άνθρωπος με την παραγωγή του έργου του.

Προκειμένου να καταλάβουμε καλύτερα πόσο σημαντική είναι για την ψυχή του υποκειμένου η αλλαγή της γλώσσας, θα δώσουμε ένα ιστορικό παράδειγμα που, κατά τη γνώμη μου, είναι ενδεικτικό για όσα συμβαίνουν σήμερα στη Ελλάδα.

Ένα ιστορικό παράδειγμα

Η ιστορία μάς πάει «πίσω» στις 30 Ιανουαρίου του έτους 1933. Βρισκόμαστε στο Βερολίνο. Πρόκειται για την ημέρα που ο πρόεδρος της Γερμανίας Χίντεμπουργκ ορκίζει τον επικεφαλής του Εθνικοσοσιαλιστικού (NSDAP) κόμματος Αδόλφο Χίτλερ ως καγκελάριο του Ράιχ. Εκείνη την ιστορική στιγμή, το NSDAP βγαίνει από τις εκλο-γές του προηγούμενου Νοεμβρίου έχοντας κατακτήσει το 37,1% των ψήφων (πάνω από 13,5 εκατομμύρια οπαδούς σε όλη την χώρα), δηλαδή 230 έδρες στο Ράιχσταγκ (κοινοβούλιο), γεγονός που το καθιστά το μεγαλύτερο κόμμα της Βουλής. Από την άλλη, διαθέτε 1.414.974 ενεργά μέλη, εκ των οποίων 400.000 αποτελούν τα λεγόμενα «τάγματα εφόδου» (κωδικοποιημένα: S.A.).

Σε ό,τι αφορά τώρα στις κοινωνικές συνθήκες, η χώρα έχει μπει στον τέταρτο χρόνο της οικονομικής κρίσης του 1929. Η βιομηχανική παραγωγή έχει πέσει στο 42%. Οι εξαναγκαστικές πωλήσεις κτημάτων από τους αγρότες έχουν διπλασιαστεί. Η πεσμένη ζήτηση δημιουργεί έναν ολοένα αυξανόμενο αριθμό χρεών. Τα γραφεία Ευρέσεως Εργασίας αναφέρουν 6.013.612 ανέργους. Αν λάβουμε υπόψη την μερική απασχόληση και την κρυφή ανεργία, ο συνολικός αριθμός ανέρχεται στους 8.754.000. Γεγονός που σημαίνει ότι το μισό σχεδόν εργατικό δυναμικό βρίσκεται, είτε πλήρως είτε μερικώς, εκτός εργασίας. Στις πόλεις προσφέρονται δωρεάν γεύματα και φτηνά ή δωρεάν λουτρά, καθώς και θερμαινόμενοι χώροι όπου άστεγοι μπορούν να καταφύγουν τον χειμώνα. Οι επιχειρηματίες διαμαρτύρονται για τους χαμηλούς τζίρους, οι αγρότες για τις χαμηλές τιμές των προϊόντων τους, οι δάσκαλοι και οι δημόσιοι υπάλληλοι για τους μισθούς τους, οι εργάτες για την ανεργία, οι άνεργοι για τα επιδόματα, οι ανάπηροι και οι χήρες πολέμου για τη δραματική μείωση των συντάξεών τους.

Το συναίσθημα που είναι βαθιά διαδεδομένο σε όλη την επικράτεια είναι η απάθεια και η ανημποριά. Η απάθεια πηγάζει από την αίσθηση ότι δεν υπάρχει κανένα σημάδι βελτίωσης, ανεξαιρέτως του ποιός είναι στην κυβέρνηση. Το συναίσθημα της παραίτησης στρέφει πολλούς προς τα τάγματα ασφαλείας. Η μελαγχολική διάθεση είναι ανάμικτη με τεράστια πικρία και οργή. Η τελευταία φουντώνει από τις ειδήσεις, που διατυμπανίζουν ότι η «Ανατολική Βοήθεια», που είχε ως σκοπό την αποκατάσταση της αγροτικής ευημερίας στις εξαθλιωμένες εκτάσεις της ανατολικής Γερμανίας, γεμίζει τις τσέπες μεγαλοκτηματιών και αυτά που δίνει χρησιμοποιούνται για δαπάνες πολυτελείας. Οι ηγέτες των κομμάτων κατηγορούνται ότι αποφασίζουν μάλλον με γνώμονα τα συμφέροντα του κόμματος και των ιδίων παρά έχοντας κατά νου τον λαό… Κάτω από αυτές τις κοινωνικές συνθήκες, περιληπτικά, αναλαμβάνει ο Χίτλερ την καγκελαρία.

Εξαρχής, ο υπουργός Προπαγάνδας του NSDAP, Γκαίμπελς, που ως γνωστόν έχει ως βασικό μότο στη ζωή του την πρόταση «λέγε χίλια ψέματα - ένα να γίνει πιστευτό είσαι κερδισμένος», προσπαθεί να αλλάξει τα συναισθήματα των πολιτών. Στόχος του είναι, λοιπόν, η αλλαγή της γλώσσας. Η αλλαγή των λέξεων-σημαινόντων που χρησιμοποιούν οι πολίτες στην καθημερινή τους ζωή. Τούτη η προσπάθεια γίνεται διάφανη στο λεγόμενο «Εβραϊκό Θέμα». Έτσι, η Χάννα Άρεντ στο βιβλίο της Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ: Έκθεση για την κοινοτοπία του κακού μας δίνει πολλές λεπτομέρειες πάνω στο κεφαλαιώδες αυτό ζήτημα.

Όταν οι ναζί μιλούσαν ή αλληλογραφούσαν μεταξύ τους για αυτό το θέμα ακολουθούσαν μεταξύ τους ορισμένους κανόνες που ονόμαζαν «γλωσσικούς κανόνες»: “Όλη η αλληλογραφία για το ζήτημα αυτό υπάκουε σε άκαμπτους «γλωσσικούς κανόνες» και σπάνια συναντούμε άλλα έγγραφα με τις ωμές λέξεις «γενοκτονία», «εκκαθάριση», ή «θανάτωση». Σύμφωνα με μια διαταγή οι προδιαγραμμένες κωδικές λέξεις για την θανάτωση ήταν «Τελική λύση», «εκκένωση» και «ειδική μεταχείριση». Η εκτόπιση, εάν δεν αναφερόταν σε εβραίους που στέλνονταν στο «Γκέτο των Ηλικιωμένων» οπότε ονομάζονταν «αλλαγή κατοικίας», ονομάζονταν «μετοικεσία»…” γράφει η Άρεντ. Και συνεχίζει: “…οι γλωσσικοί κανόνες αποδείχτηκε εν τέλει πως βοήθησαν πάρα πολύ στην διατήρηση της τάξης και της ηρεμίας στις  πολυάριθμες διαφορετικές υπηρεσίες που η συνεργασία τους ήταν αναγκαία στο ζήτημα αυτό. Επιπλέον ο όρος «γλωσσικός κανόνας» ήταν κωδική ονομασία: σήμαινε αυτό που στην καθημερινή μας γλώσσα ονομάζουμε ψέμα (!). Το αποτέλεσμα του γλωσσικού αυτού συστήματος ήταν όχι μόνο να εμποδίσει τους ανθρώπους αυτούς να έχουν επίγνωση των πράξεών τους, αλλά να τους εμποδίσει να τις συσχετίσουν με την παλιά «κανονική» τους γνώση του τι είναι φόνος και τι ψέμα. Η ιδιαίτερη ευαισθησία του Άιχμαν σε συνθήματα και σε στερεότυπα, σε συνδυασμό με την αδυναμία του να μιλά κανονικά, τον έκαναν ασφαλώς ιδανικό αποδέκτη των «γλωσσικών κανόνων».”

Αξιοσημείωτο είναι να παρατηρήσουμε σε αυτό το σημείο ποιο ρόλο έπαιξαν οι γνωστοί πλέον σε όλους μας «θάλαμοι αερίων» στη συνείδηση όχι μόνο των ανθρώπων που τους λειτουργούσαν και ήταν υπεύθυνοι για την εύρυθμη λειτουργία τους, αλλά και στις συνειδήσεις των απλών γερμανών πολιτών οι οποίοι γνώριζαν την ύπαρξη τους και τον σκοπό τους:

“…Οι πρώτοι θάλαμοι αερίων κατασκευάστηκαν στα 1939, σε εφαρμογή ενός διατάγματος του Χίτλερ της 1ης Σεπτεμβρίου του 1939, που όριζε ότι «οι ανίατα ασθενείς πρέπει να θανατώνονται λυτρωτικά». Προφανώς αυτή η «ιατρική» καταγωγή της θανάτωσης με αέρια ενέπνευσε στον Δρ. Σερβάτιους την εκπληκτική πεποίθηση – την οποία και διατύπωσε ρητώς κατά την διάρκεια της μαρτυρίας του στην δίκη Άιχμαν – ότι η θανάτωση με αέρια πρέπει να θεωρείται «ιατρικό ζήτημα». Η ιδέα ήταν ακόμη παλιότερη. Από το 1935 ο Χίτλερ είχε πει στον ιατρικό υπεύθυνο του Ράιχ Γκέρχαρντ Βάγκνερ ότι σε περίπτωση πολέμου, θα αναλάμβανε να διεκπεραιώσει το πρόγραμμα ευθανασίας, επειδή τότε θα ήταν πιο εύκολο εξαιτίας της κατά-στασης πολέμου». Το διάταγμα εφαρμόστηκε αμέσως στους ψυχασθενείς: μεταξύ Δεκεμβρίου 1939 και Αυγούστου 1941 εξοντώθηκαν περίπου 50.000 γερμανοί με μονοξείδιο του άνθρακα σε θαλάμους αερίων που είχαν διαμορφωθεί ώστε να μοιάζουν με λουτρά ή ντους, όπως έγινε αργότερα στο Άουσβιτς… Κανένας από τους διάφορους «γλωσσικούς κανόνες» δεν επέδρασε τόσο αποφασιστικά στην νοοτροπία των δολοφόνων όσο η έκφραση «πρέπει να δίνουμε έναν ευπρεπή θάνατο», που χρησιμοποιήθηκε αντί της λέξης «φόνος» στο πρώτο διάταγμα του Χίτλερ”.

Από την άλλη, ο εν λόγω «γλωσσικός κανόνας» έπαιξε και έναν άλλο ουσιαστικό ρόλο. Αναφέρομαι στο κατά πόσο άλλαξε και την συνείδηση των απλών καθημερινών γερμανών:

…Η επόμενη ιστορία μου είναι ακόμη πιο ενδεικτική, επειδή αφορά κάποιον που δεν ήταν «ηγετικό στέλεχος», ούτε καν μάλιστα μέλος του κόμματος. Συνέβη λίγες ημέρες πριν οι Ρώσοι καταστρέψουν το Καίνιξμπεργκ της Ανατολικής Πρωσίας. Την ιστορία διηγείται ο κόμης Χανς Φον Λένσντορφ. Ως γιατρός, είχε μείνει στην πόλη, για να περιποιείται τους τραυματίες στρατιώτες που αδυνατούσαν να την εγκαταλείψουν, τον κάλεσαν σε ένα τεράστιο κέντρο προσφύγων από την ύπαιθρο, την οποία ήδη είχε καταλάβει ο Κόκκινος Στρατός. Εκεί το πλησίασε μια γυναίκα, του έδειξε τους κιρσούς που είχε επί χρόνια στα πόδια της και είπε πως ήθελε πια να τους θεραπεύσει: «Προσπάθησα να της εξηγήσω πως θα ήταν σημαντικότερο γι΄ αυτήν να φύγει από το Καίνιξμπεργκ και να αναβάλει την θεραπεία της. Πού θες να πάς; Την ρωτάω. Δεν ξέρει, αλλά ξέρει πως θα τους μεταφέρουν όλους στο Ράιχ. Και μετά προσθέτει το εκπληκτικό: Ποτέ δεν θα μας πιάσουν οι Ρώσοι. Δεν θα το επιτρέψει ο Φύρερ. Θα μας εξοντώσει όλους στους θαλάμους αερίων!... Κοιτάζω γύρω μου, αλλά κανένας δεν φαίνεται να παραξενεύεται από τα λόγια της, περιγράφει ο κόμης. Και συνεχίζει: Η ιστορία αυτή, όπως και οι περισσότερες αληθινές ιστορίες, μας φαίνεται ανολοκλήρωτη. Μάλλον θα πρέπει να ακούστηκε και μια άλλη φωνή, μάλλον γυναικεία επίσης, που αναστενάζοντας βαθιά απάντησε: Κρίμα που ξοδέψαμε στους εβραίους τόσο πολύ από αυτό το εκλεκτό και ακριβό αέριο!” 

Πήραμε, λοιπόν, μια μικρή ιδέα πως ένας λαός με πολύ υψηλή πνευματική καλλιέργεια, με εξαιρετική συμμετοχή στη νεώτερη ιστορία των Γραμμάτων, των Τεχνών και των Επιστημών μπορεί να μεταβληθεί σε ένα άθροισμα φονιάδων, εκτελώντας τις πιο επαίσχυντες των πράξεων. Είναι να απορεί κανείς ανακαλύπτοντας πως φιλόσοφοι σαν τον Χάιντεγκερ ή μουσικοί – καλλιτέχνες σαν τον Βον Κάραγιαν εντάχθηκαν κάποτε σε αυτό το τερατούργημα που ονομάστηκε NSDAP…

Η αλλαγή της γλώσσας κάτω από συγκεκριμένες ιστορικές-κοινωνικές συνθήκες μπορούν να μεταβάλλουν την υποκειμενικότητα του καθενός μας. Μπορούν να μεταβάλλουν τον ψυχισμό μας σε τέτοιο βαθμό ώστε κανονικοί κατά τα άλλα άνθρωποι να μεταβληθούν σε τερατώδη υποκείμενα. Γιατί όλοι πρέπει να γνωρίζουμε ότι όποιος δει την εικόνα του τέρατος και δεν φοβηθεί, τότε αυτό πάει να πει ότι του μοιάζει.

Αντί επιλόγου

Στο σημείο αυτό θα αναφερθώ στη σημερινή συγκυρία που αφορά στην χώρα μας.

Εκτός από το γεγονός ότι οι αντικειμενικές κοινωνικές συνθήκες μοιάζουν καταπληκτικά με εκείνες του 1933 στην Γερμανία, έχω την γνώμη ότι εδώ και καιρό έχει αλλάξει η υπό-κειμενικότητα των κανονικών Ελλήνων πολιτών μέσω της αλλαγής σημαινόντων που βαθμιαία έχει εισχωρήσει, αθόρυβα, στην καθημερινότητά μας. Μπορώ να αναφερθώ, ενδεικτικά μόνο, σε κάποιες αλλαγές λέξεων που αντικατέστησαν αθόρυβα παλιές:

* Η λέξη εργασία αντικαταστάθηκε από τη λέξη απασχόληση.
* Η λέξη τάξη αντικαταστάθηκε από τη λέξη προστασία, εξ ου και το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως μετονομάστηκε σε Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.
* Τα «ιδιωτικά» Α.Ε.Ι. μετονομάστηκαν σε «μη-κρατικά». Έτσι απελευθερώθηκαν από το βάρος της ιστορίας τους και από οποιαδήποτε ανάμνηση που τα συνδέει με τις μακρόχρονες διεκδικήσεις για δημόσια ανώτατη παιδεία.
* Και η λέξη εξορία αντικαταστάθηκε από τη λέξη μετανάστευση. Αναφέρομαι στην αναγκαστική φυγή νέων ανθρώπων και όχι μόνο, σε άλλες χώρες, εξαιτίας των νέων πολιτικών που εφαρμόστηκαν στη χώρα μας οι οποίες καθιστούν κόλαση την ζωή τους ενταύθα. (Θυμίζω εδώ, ότι οι ναζί ονόμασαν υποχρεωτική μετανάστευση τον εκτοπισμό των Εβραίων γερμανών πολιτών από το Ράιχ, προτού ονομάσουν την εξόντωσή τους «Τελική Λύση»). Προκειμένου να μην υπάρξει ένσταση για τον όρο «εξορία» και την ερμηνεία του, παραθέτω το απόσπασμα από το Διεθνές Δίκαιο που δίνει τον ορισμό της λέξης: Εξορία ή εκτόπιση ονομάζεται η απομάκρυνση, εν είδει ποινής, κάποιου από την περιοχή ή το κράτος στο οποίο μένει, χωρίς να επιτρέπεται να επιστρέψει, η ζωή έξω από τα όρια της πατρίδας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η εξορία γίνεται χωρίς τη θέληση του εξοριζόμενου. Όταν η εξορία είναι ενσυνείδητη απόφαση ενός ανθρώπου, λέγεται ότι αυτός είναι αυτοεξόριστος. Σε αρκετές περιπτώσεις η εξορία ταυτίζεται με κακουχίες και ταλαιπωρία, αλλά σε άλλες περιπτώσεις, η εξορία μπορεί να είναι ζωή με πολύ καλές συνθήκες, αν και μακριά από την πατρίδα του εξορισμένου.

Επίσης έχουν εισαχθεί καινούργια σημαίνοντα. Ενδεικτικά μόνο, αναφέρω:

«Παθογένειες της ελληνικής κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής ζωής». Μία έκφραση αμφιβόλου νοήματος σημαίνον.
 
«Ο Κανένας». Μία λέξη τρόμος και φόβος των δυο βασικών αντιπάλων στις εκλογές, μήπως αυτός "ο Κανένας",  δια της μεγάλης αποχής, τους επισκιάσει δείχνοντας πως ο ελληνικός λαός αναζητεί ένα άλλο δυναμικότερο πρόσωπο.

«Διαρθρωτικές αλλαγές»: Πολυσυζητημένη λέξη. Ποτέ οι πολιτικοί μας δεν την διευκρινίζουν, επειδή θεωρούν πως χρησιμοποιώντας την παραπλήσια λέξη "μεταρρύθμιση", τα λένε όλα!

Πολύ φοβάμαι ότι βρισκόμαστε μπροστά σε καινούργιους «γλωσσικούς κανόνες» που έχουν ως στόχο να μετατρέψουν τα «κανονικά» υπο-κείμενα που ήμασταν σε… κάτι άλλο, δεν ξέρω ακριβώς τι, αλλά έχω την εντύπωση ότι θα είναι κάτι μη-κανονικό.

Το νου μας, λοιπόν. Κι ας μην ξεχνάμε:

Μην αναρωτιέσαι για ποιον κτυπάει η καμπάνα.

Χτυπάει για σένα…!

Πηγή: Red Notebook

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου