του Τάσου Βασιλειάδη
«Είναι Κυριακή απόγευμα, με έχουν μπαγλαρώσει και με βασανίζουν. […] Ήθελα λοιπόν να σου πω πως, όταν ήμουν δεμένος σε αυτή την καρέκλα με τα τετράγωνα πόδια, με βάραγε μια κουφάλα και μού ‘λεγε: “Ώστε πανανθρώπινη τη θέλετε, ε πούστη;”, και δώσ’ του βάραγε. Εννοούσε βέβαια τη λευτεριά. Δεν λέει το τραγούδι: “Θέλουμε λεύτερη εμείς πατρίδα και πανανθρώπινη τη λευτεριά”; Ποτέ μου δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί τού ‘κατσε στο στομάχι το πανανθρώπινη».
Η περιγραφή αυτή του Χρόνη Μίσσιου[1] δείχνει με γλαφυρότητα τη στάση που τήρησαν για δεκαετίες οι αγωνιστές του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, ατσαλωμένοι απέναντι στους αντιπάλους τους, διεκδικώντας το δικαίωμα στη λεύτερη πατρίδα από το μαύρο μετεμφυλιακό κράτος, που τους δίωκε για αντεθνική δράση. Μιας στάσης που αναγνώρισε το πρόβλημα της διπλής καταδυνάστευσης του λαού από τους ξένους κατακτητές και τους ντόπιους κεφαλαιοκράτες, τόσο το ’40 όσο και στην Αντίσταση με την εποποιία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Και όλα αυτά, στο πλαίσιο μιας διεθνιστικής οπτικής που αναγνώριζε ως κύριο διεθνιστικό καθήκον τη στράτευση στον ταξικό πόλεμο, που διεξαγόταν στη χώρα αυτή και που, με τα μέτρα της εποχής, παρέπεμπε στην υιοθέτηση της ιδέας ότι η «πανανθρώπινη λευτεριά» πηγάζει από τον «παράδεισο» της ΕΣΣΔ.
Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό[2]
Ιστορικά, η δυνατότητα που δόθηκε στους έλληνες κομμουνιστές να σηματοδοτούν την αντίθεση ταξικού-εθνικού και να δίνουν περιεχόμενο στον ταξικό χαρακτήρα των αιτημάτων για εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία, χωρίς να κατατείνει σε λογικές εθνικής ενότητας, σχετίζονταν άμεσα με την κατά περιόδους αδυναμία της αστικής τάξης να τηρεί με ηγεμονικό τρόπο την αποκλειστικότητα της αναφοράς στο «συλλογικό εθνικό συμφέρον».
Μια αστική τάξη, η οποία, αναζητώντας τη διατήρηση της κυριαρχίας της σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, δεν είχε πρόβλημα να παραχωρεί και όψεις της σε ξένα συμφέροντα ή να οδηγεί σε «εθνικές ήττες», όπως στη Μικρά Ασία. Βέβαια, αυτή η κατεύθυνση γέννησε αντιθέσεις στους κόλπους των κομμουνιστών, πλαισιώθηκε από παλινωδίες, άνοιξε σε άλλες δυνάμεις δρόμο για να διαχειριστούν και να ενσωματώσουν τις επιδιώξεις αυτές (βλ. ΠΑΣΟΚ στη μεταπολίτευση). … αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ’ τα ξένα βήματα
Αν κάτι αξίζει να κρατήσουμε, είναι ότι η αριστερή πατριωτική στάση, με το βαθύ διεθνιστικό της πρόσημο, ήταν πάντα επιλογή συνδεδεμένη με το αίτημα διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας. Και αυτό γιατί η συγκρότηση μιας ανταγωνιστικής ταξικής στρατηγικής υποχρεώνει να φορτιστεί το εθνικό με ταξικά χαρακτηριστικά στο πλαίσιο της αντιηγεμονίας που επιχειρεί: να μιλήσει για το πού πρέπει να πάνε τα πράγματα για το «έθνος των εργαζομένων», να αντιμετωπίσει την αποκλειστική διαχείριση του εθνικού από τη λαϊκή δεξιά ή την ακροδεξιά, να οχυρώσει τον λαό απέναντι στην προσπάθεια του ιμπεριαλισμού να ανακαταλάβει θέσεις για τον αστικό κόσμο. Μια ανταγωνιστική στρατηγική υποχρεώνει, επίσης, να φορτιστεί ο διεθνής προσανατολισμός με ταξικό περιεχόμενο, μέσω της περιγραφής της σχέσης με τους άλλους λαούς βασιζόμενος σε αρχές ισοτιμίας, αλληλεγγύης και ενδυνάμωσης των ανατρεπτικών κινημάτων και σε άλλες χώρες.
Άλλωστε, μπροστά στο ενδεχόμενο ύπαρξης μιας ρωγμής στον ιμπεριαλισμό, η απάντηση που δίνουν άλλα ρεύματα της Αριστεράς είναι ένα από τα καθοριστικότερα ζητήματα. Η προεπικύρωση της αποτυχίας ενός ενδεχομένου «σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα», καταλήγει ευνόητα στη υιοθέτηση άλλων κατευθύνσεων. Είτε όπως σήμερα πράττει ο ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ από τις θέσεις ενός κοσμοπολιτισμού ως το περιτύλιγμα ενός σοσιαλδημοκρατικού προγράμματος, προσάπτοντας σε όποιον μιλά για έξοδο από το ευρώ για παράδειγμα, κατηγορίες για υπόθαλψη του εθνικισμού. Είτε όπως πράττει το τροτσκιστικό ρεύμα και το ρεύμα της αυτονομίας, που εγκαταλείπει το γήπεδο της διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας, που αγνοεί τον ιμπεριαλισμό, κάνοντας βουτιά στους κοινωνικούς αγώνες για τη συγκρότηση μιας διεθνούς συνθήκης ανατροπής από τα κάτω που δεν πρόκειται να έρθει ποτέ.
… αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο
Σήμερα μπορεί να μην έχουμε απέναντί μας τη σβάστικα να κυματίζει στην Ακρόπολη. Έχουμε όμως την πυγμή του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου να απειλεί με λιτότητα εικοσαετίας, απαιτώντας εμπράγματες εγγυήσεις που μπορεί να περιλαμβάνουν την ίδια την Ακρόπολη. Δεν έχουμε την κυβέρνηση Τσολάκογλου, αλλά έχουμε την επίσης δοτή κυβέρνηση Παπαδήμου να παραχωρεί κάθε γραμμή άμυνας των ελλήνων εργαζομένων. Δεν έχουμε το βομβαρδισμό της ελεύθερης Αθήνας από τα βρετανικά πλοία. Έχουμε όμως μια διαρκή απειλή στρατιωτικής ανάφλεξης στην περιοχή γύρω από συγκεκριμένα συμφέροντα που θα αξιοποιηθεί για να καταπνίξει οτιδήποτε πάει να ξεφύγει από τον έλεγχο των ιμπεριαλιστικών κέντρων ή και να αθετήσει πληρωμές δανείων.
Δεν έχουμε τα εθνικά αναμορφωτήρια στα ξερονήσια αλλά τα τηλεοπτικά αναμορφωτήρια στους δέκτες μας. Δεν χρειάζεται να υπάρχουν συνταγματάρχες στην εξουσία για να συναλλάσσονται με σταθμάρχες της CIA. Αυτοί μπορεί να είναι και υπουργοί υπεράνω κάθε υποψίας. Δεν υπάρχει κάποιο παλάτι με βαυαρούς βασιλιάδες που να διεκδικεί ρόλο ρυθμιστή των εξελίξεων. Υπάρχει όμως η κομισιόν να απαιτεί από σκληρή λιτότητα μέχρι αναβολή των εκλογών. Και κάθε λογής εργοδότες, αστοί, πολιτικοί και οργανικοί διανοούμενοι του κράτους, συνεχίζουν να βγάζουν δεκάρικους για τη σωτηρία της χώρας. Έχοντας πρώτα καταβαραθρώσει κάθε έννοια λαϊκής κυριαρχίας. Έχοντας παραδώσει μεγάλο μέρος της εθνικής ανεξαρτησίας σε ολοκληρώσεις όπως η ΕΕ, η ΟΝΕ το ΝΑΤΟ. Έχοντας προσδέσει τα συμφέροντά τους στα συμφέροντα των δανειστών της χώρας. Λειτουργώντας καθημερινά με στόχο την πτώχευση του λαού. Περιμένοντας την επόμενη ημέρα της ολοκληρωτικής καταστροφής για να αρπάξουν και να εκμεταλλευτούν ό,τι απέμεινε.
… αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο
Απέναντι λοιπόν στην ελληνική αστική τάξη που για ακόμα μια φορά, προκειμένου να εξασφαλίσει την επιβίωσή της μέσα από ένα σχέδιο ισοπέδωσης της ζωντανής εργασίας, είναι διατεθειμένη να παραχωρήσει γη και ύδωρ σε ξένες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, η Αριστερά δεν έχει κανένα λόγο να φοβάται ότι εάν επιχειρήσει να ορίσει τα χαρακτηριστικά ενός νέου αριστερού πατριωτισμού, κινδυνεύει να ρίξει νερό στο μήλο του αστικού εθνικισμού. Τουναντίον, αν σκοπεύει στην ανατροπή αυτής της κατάστασης είναι αναγκασμένη να μιλήσει συνολικά για το προς τα πού θα πρέπει να πάνε τα πράγματα στη χώρα, να αναδείξει ότι υπάρχει άλλος δρόμος, άλλη παραγωγή, άλλη εξουσία και διεθνής προσανατολισμός. Σε διάσταση με ιμπεριαλιστικές ολοκληρώσεις, όχι με αυτοσκοπό τη διεθνή της απομόνωση, αλλά με στόχο μια νικηφόρα επαναστατική στρατηγική που θα κάνει τον τόπο αυτό επίκεντρο ενδιαφέροντος όλων των αγωνιζόμενων λαών του κόσμου και που στο όριό της θα σημάνει μια νέα κομμουνιστική διεθνή.
[1] Χρ. Μίσσιος, Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς, εκδ. Γράμματα, 1985
[2] Οι υπότιτλοι είναι οι τέσσερις πρώτοι στίχοι της «Ρωμιοσύνης» του Γ. Ρίτσου.
πηγή: περιοδικό Εκτός Γραμμής, τεύχος 29 / Φεβρουάριος 2012, Αριστερό Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου