του Βασίλη Γεώργα
Χαλί για τα μεγάλα επιχειρηματικά «τζάκια» της ενέργειας που φιλοδοξούν να βάλουν χέρι στην αφάγωτη πίτα των 6 δισ. ευρώ από τον ετήσιο τζίρο της ΔΕΗ στρώνουν οι μεγάλες αυξήσεις των οικιακών τιμολογίων ρεύματος, που αναμένεται να γίνουν ακόμη ακριβότερα μετά την πλήρη απελευθέρωσή τους το καλοκαίρι του 2013.
Στο όνομα του ανοίγματος της αγοράς ενέργειας στον ανταγωνισμό, οι καταναλωτές θα κληθούν να χρηματοδοτήσουν από την τρύπια τσέπη τους τα εμπορικά περιθώρια των ιδιωτών προμηθευτών που θα ανταγωνιστούν τη ΔΕΗ στο λιανεμπόριο ρεύματος, όχι για να απολαύσουν μειωμένες τιμές και καλύτερες υπηρεσίες, όπως συνέβη λ.χ στις τηλεπικοινωνίες, αλλά για να «επιδοτήσουν» τα κέρδη και τη βιωσιμότητα των ιδιωτικών μονάδων παραγωγής ενέργειας που παράλληλα θα πουλάνε και ρεύμα στα νοικοκυριά.
Ηδη τα περισσότερα από τα «βαριά» επιχειρηματικά ονόματα της χώρας έχουν πάρει θέση στην αγορά: Βαρδινογιάννης, Λάτσης, Μυτιληναίος, Μπόμπολας, Στασινόπουλος, Περιστέρης, Ιωάννου-Παρασκευαΐδης, Κοπελούζος, Χανδρής κ.ά. είναι ανάμεσα σε εκείνους που αδημονούν για την αύξηση και πολύ περισσότερο για την πλήρη απελευθέρωση των οικιακών τιμολογίων ρεύματος και τον περιορισμό του μονοπωλίου της ΔΕΗ.
Τα πολλά λεφτά άλλωστε στην ενέργεια δεν είναι ούτε από την παραγωγή ούτε από τις εισαγωγές και τη χονδρική, αλλά από το λιανεμπόριο προς τους 7,5 εκατ. καταναλωτές ρεύματος στη χαμηλή και μέση τάση, που αποφέρουν το μεγαλύτερο μέρος από τα ετήσια έσοδα ύψους 6 δισ. ευρώ της ΔΕΗ, η οποία ελέγχει το 98% της αγοράς.
Είναι οι ίδιοι που -μόνοι ή σε συνεργασία με ξένες εταιρείες- έχουν επενδύσει τα τελευταία χρόνια σε μονάδες παραγωγής ενέργειας με καύσιμο φυσικό αέριο ή σε εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα) και παράλληλα έχουν ιδρύσει εταιρείες εμπορίας και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας προσδοκώντας ότι θα επωφεληθούν από την υποχρεωτική μείωση της κυρίαρχης θέσης της ΔΕΗ στην παραγωγή και την πώληση ηλεκτρικής ενέργειας.
Είναι οι ίδιοι, παράλληλα, που πιέζουν με κάθε τρόπο ώστε να επιτραπεί το συντομότερο δυνατό η πρόσβαση των εταιρειών τους σε «φτηνά» καλάθια λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής ενέργειας (δημοπρασίες, εικονικές μονάδες, κ.ά.) την οποία σήμερα παράγει και εκμεταλλεύεται αποκλειστικά η ΔΕΗ, ώστε στη συνέχεια να την πωλούν με αυξημένα περιθώρια κέρδους σε ανταγωνιστικότερες τιμές σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Οι εντολές της τρόικας είναι άλλωστε, στο πλαίσιο της αναγκαστικής απελευθέρωσης της αγοράς, να διατεθεί με κάθε τρόπο το 40% της ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη και υδροηλεκτρικά στους ιδιώτες ανταγωνιστές της ΔΕΗ.
Οι αποφάσεις που έλαβε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας την περασμένη εβδομάδα, για τη μείωση των «ρυθμιζόμενων χρεώσεων» που αφορούν τα τέλη χρήσης των δικτύων μεταφοράς και διανομής, μπορεί φαινομενικά να ευνοούν τους καταναλωτές, που θα χάσουν όμως το όποιο όφελος λόγω των αυξήσεων στις τιμές της κιλοβατώρας, στην πραγματικότητα ωστόσο εξυπηρετούν ακριβώς την ενίσχυση των περιθωρίων κέρδους των ανταγωνιστών της ΔΕΗ.
Διαμορφώνονται έτσι σταδιακά και με ορίζοντα το 2014, οπότε αναμένεται οι ιδιώτες να αποκτήσουν πρόσβαση σε καλάθια φτηνής ενέργειας, οι προϋποθέσεις ώστε να ξαναπάρει μπροστά η λιανεμπορική αγορά ρεύματος που κατέρρευσε με πάταγο πέρυσι, μετά τα σκάνδαλα υπεξαίρεσης από τις εταιρείες Energa και Hellas Power και την αφαίρεση των αδειών από τις εταιρείες Revmaena και Ελληνική Εναλλακτική Ενεργειακή.
Οι εταιρείες αυτές «φέσωσαν» την αγορά ενέργειας με περισσότερα από 200 εκατ. ευρώ και άφησαν ξεκρέμαστους περισσότερους από 200.000 καταναλωτές που υποχρεώθηκαν να βρουν ξανά «στέγη» στη ΔΕΗ ως προμηθεύτρια εταιρεία «τελευταίου καταφυγίου».
Το μεγαλύτερο αντικίνητρο για τους ιδιώτες προμηθευτές, ωστόσο, είναι -και θα παραμείνει για καιρό ακόμη, όσο τουλάχιστον διαρκεί η κρίση- το υψηλό επιχειρηματικό ρίσκο που προκύπτει από την αδυναμία των καταναλωτών να εξοφλήσουν τους λογαριασμούς τους. Σήμερα οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη ΔΕΗ ξεπερνούν τα 1,2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 660 εκατ. ευρώ είναι απλήρωτοι λογαριασμοί από νοικοκυριά και μικρές εμπορικές επιχειρήσεις (χαμηλή τάση).
Ακόμη και αν μελλοντικά διαμορφωθούν προϋποθέσεις για πιο ενεργή συμμετοχή των ιδιωτών προμηθευτών στην αγορά, αυτοί θα είναι οι μετρημένες στα δάχτυλα εταιρείες που έχουν τις πλάτες εύρωστων ενεργειακών ομίλων της αγοράς.
Πηγή: εφημερίδα των συντακτών
Χαλί για τα μεγάλα επιχειρηματικά «τζάκια» της ενέργειας που φιλοδοξούν να βάλουν χέρι στην αφάγωτη πίτα των 6 δισ. ευρώ από τον ετήσιο τζίρο της ΔΕΗ στρώνουν οι μεγάλες αυξήσεις των οικιακών τιμολογίων ρεύματος, που αναμένεται να γίνουν ακόμη ακριβότερα μετά την πλήρη απελευθέρωσή τους το καλοκαίρι του 2013.
Στο όνομα του ανοίγματος της αγοράς ενέργειας στον ανταγωνισμό, οι καταναλωτές θα κληθούν να χρηματοδοτήσουν από την τρύπια τσέπη τους τα εμπορικά περιθώρια των ιδιωτών προμηθευτών που θα ανταγωνιστούν τη ΔΕΗ στο λιανεμπόριο ρεύματος, όχι για να απολαύσουν μειωμένες τιμές και καλύτερες υπηρεσίες, όπως συνέβη λ.χ στις τηλεπικοινωνίες, αλλά για να «επιδοτήσουν» τα κέρδη και τη βιωσιμότητα των ιδιωτικών μονάδων παραγωγής ενέργειας που παράλληλα θα πουλάνε και ρεύμα στα νοικοκυριά.
Ηδη τα περισσότερα από τα «βαριά» επιχειρηματικά ονόματα της χώρας έχουν πάρει θέση στην αγορά: Βαρδινογιάννης, Λάτσης, Μυτιληναίος, Μπόμπολας, Στασινόπουλος, Περιστέρης, Ιωάννου-Παρασκευαΐδης, Κοπελούζος, Χανδρής κ.ά. είναι ανάμεσα σε εκείνους που αδημονούν για την αύξηση και πολύ περισσότερο για την πλήρη απελευθέρωση των οικιακών τιμολογίων ρεύματος και τον περιορισμό του μονοπωλίου της ΔΕΗ.
Τα πολλά λεφτά άλλωστε στην ενέργεια δεν είναι ούτε από την παραγωγή ούτε από τις εισαγωγές και τη χονδρική, αλλά από το λιανεμπόριο προς τους 7,5 εκατ. καταναλωτές ρεύματος στη χαμηλή και μέση τάση, που αποφέρουν το μεγαλύτερο μέρος από τα ετήσια έσοδα ύψους 6 δισ. ευρώ της ΔΕΗ, η οποία ελέγχει το 98% της αγοράς.
Είναι οι ίδιοι που -μόνοι ή σε συνεργασία με ξένες εταιρείες- έχουν επενδύσει τα τελευταία χρόνια σε μονάδες παραγωγής ενέργειας με καύσιμο φυσικό αέριο ή σε εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα) και παράλληλα έχουν ιδρύσει εταιρείες εμπορίας και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας προσδοκώντας ότι θα επωφεληθούν από την υποχρεωτική μείωση της κυρίαρχης θέσης της ΔΕΗ στην παραγωγή και την πώληση ηλεκτρικής ενέργειας.
Είναι οι ίδιοι, παράλληλα, που πιέζουν με κάθε τρόπο ώστε να επιτραπεί το συντομότερο δυνατό η πρόσβαση των εταιρειών τους σε «φτηνά» καλάθια λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής ενέργειας (δημοπρασίες, εικονικές μονάδες, κ.ά.) την οποία σήμερα παράγει και εκμεταλλεύεται αποκλειστικά η ΔΕΗ, ώστε στη συνέχεια να την πωλούν με αυξημένα περιθώρια κέρδους σε ανταγωνιστικότερες τιμές σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Οι εντολές της τρόικας είναι άλλωστε, στο πλαίσιο της αναγκαστικής απελευθέρωσης της αγοράς, να διατεθεί με κάθε τρόπο το 40% της ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη και υδροηλεκτρικά στους ιδιώτες ανταγωνιστές της ΔΕΗ.
Οι αποφάσεις που έλαβε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας την περασμένη εβδομάδα, για τη μείωση των «ρυθμιζόμενων χρεώσεων» που αφορούν τα τέλη χρήσης των δικτύων μεταφοράς και διανομής, μπορεί φαινομενικά να ευνοούν τους καταναλωτές, που θα χάσουν όμως το όποιο όφελος λόγω των αυξήσεων στις τιμές της κιλοβατώρας, στην πραγματικότητα ωστόσο εξυπηρετούν ακριβώς την ενίσχυση των περιθωρίων κέρδους των ανταγωνιστών της ΔΕΗ.
Διαμορφώνονται έτσι σταδιακά και με ορίζοντα το 2014, οπότε αναμένεται οι ιδιώτες να αποκτήσουν πρόσβαση σε καλάθια φτηνής ενέργειας, οι προϋποθέσεις ώστε να ξαναπάρει μπροστά η λιανεμπορική αγορά ρεύματος που κατέρρευσε με πάταγο πέρυσι, μετά τα σκάνδαλα υπεξαίρεσης από τις εταιρείες Energa και Hellas Power και την αφαίρεση των αδειών από τις εταιρείες Revmaena και Ελληνική Εναλλακτική Ενεργειακή.
Οι εταιρείες αυτές «φέσωσαν» την αγορά ενέργειας με περισσότερα από 200 εκατ. ευρώ και άφησαν ξεκρέμαστους περισσότερους από 200.000 καταναλωτές που υποχρεώθηκαν να βρουν ξανά «στέγη» στη ΔΕΗ ως προμηθεύτρια εταιρεία «τελευταίου καταφυγίου».
Το μεγαλύτερο αντικίνητρο για τους ιδιώτες προμηθευτές, ωστόσο, είναι -και θα παραμείνει για καιρό ακόμη, όσο τουλάχιστον διαρκεί η κρίση- το υψηλό επιχειρηματικό ρίσκο που προκύπτει από την αδυναμία των καταναλωτών να εξοφλήσουν τους λογαριασμούς τους. Σήμερα οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη ΔΕΗ ξεπερνούν τα 1,2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 660 εκατ. ευρώ είναι απλήρωτοι λογαριασμοί από νοικοκυριά και μικρές εμπορικές επιχειρήσεις (χαμηλή τάση).
Ακόμη και αν μελλοντικά διαμορφωθούν προϋποθέσεις για πιο ενεργή συμμετοχή των ιδιωτών προμηθευτών στην αγορά, αυτοί θα είναι οι μετρημένες στα δάχτυλα εταιρείες που έχουν τις πλάτες εύρωστων ενεργειακών ομίλων της αγοράς.
Πηγή: εφημερίδα των συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου