Οι αγορές αποκαλύπτουν τη συστημική κρίση του καπιταλισμού, αποδομούν το αρχιτεκτόνημα του ευρώ και μηδενίζουν το.. κοντέρ στην επιχείρηση «διάσωσης» της Ελλάδας.
Πόσες Μαύρες Δευτέρες, Μαύρες Τρίτες, Τετάρτες, Πέμπτες, Παρασκευές, πόσες Μαύρες εβδομάδες χωράει η ιστορία του σύγχρονου καπιταλισμού; Αυτή η μάλλον γραφική διαδικασία καταγραφής «σταθμών» δεν έχει κανένα νόημα στο πλαίσιο της κρίσης που ξεκίνησε την άνοιξη του 2007 ως χρηματοπιστωτική και κορυφώνεται σήμερα ως κρίση κρατικού χρέους.
Χρειάστηκε να χυθεί πολύ αίμα -κυριολεκτικά και μεταφορικά- την τριετία αυτή για να παραδεχθούν οι λειτουργοί του καπιταλισμού-καζίνο ότι όλα όσα έχουν συμβεί από την κατάρρευση της Lehman Brothers στις ΗΠΑ μέχρι την «επίθεση» στα spreads των ιταλικών ομολόγων είναι συμπτώματα της ίδιας ασθένειας. Η οποία δεν κατονομάζεται, βεβαίως, για να αποφευχθεί η ιδεολογική φόρτιση που είχε οδηγήσει στη φαιδρή αντικαπιταλιστική ρητορεία των πολιτικών ελίτ το 2008, ωστόσο, περιγράφεται γλαφυρά.
Σοφία Μπαρόζο «Η κρίση έχει ξεφύγει από τα πλαίσια της ευρωζώνης», διαπίστωσε βαρύγδουπα ο πρόεδρος της Κομισιόν στην προχθεσινή επιστολή του προς τους ηγέτες της Ευρωζώνης. Φοβερή διαπίστωση, απίστευτη σοφία, συμπληρωμένη από την κοινοτοπία ότι η «ιστορική» απόφαση για το νέο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Πόσα πληρώνεται ένας κοινοτικός αξιωματούχος για να ανακοινώνει με στόμφο ότι «και σήμερα ο ήλιος ανέτειλε κανονικά»;
Βεβαίως, ο Μπαρόζο επιχειρεί να μπαλώσει την πολιτική αβελτηρία της ευρωπαϊκής ηγεσίας, αποδίδοντας την εξευτελιστική απόρριψη της ευρωπαϊκής απόφασης της 21ης Ιουλίου από τις αγορές στην «άστοχη επικοινωνία, την πολυπλοκότητα και την ατέλεια του πακέτου». Και η απάντηση που υποδεικνύει είναι να δώσουν οι ηγέτες της Ευρωζώνης στο θηρίο -στις αγορές- αυτό που ζητάει: κι άλλο χρήμα απ’ τις τσέπες των Ευρωπαίων πολιτών.
Βεβαίως, ο Μπαρόζο επιχειρεί να μπαλώσει την πολιτική αβελτηρία της ευρωπαϊκής ηγεσίας, αποδίδοντας την εξευτελιστική απόρριψη της ευρωπαϊκής απόφασης της 21ης Ιουλίου από τις αγορές στην «άστοχη επικοινωνία, την πολυπλοκότητα και την ατέλεια του πακέτου». Και η απάντηση που υποδεικνύει είναι να δώσουν οι ηγέτες της Ευρωζώνης στο θηρίο -στις αγορές- αυτό που ζητάει: κι άλλο χρήμα απ’ τις τσέπες των Ευρωπαίων πολιτών.
Ουσιαστικά, τόσο ο Μπαρόζο, όσο και ο Τρισέ, ο οποίος τσίτωσε να νεύρα των αγορών αποφεύγοντας να απαντήσει σαφώς αν θα παρέμβει στην αγορά ομολόγων ξανά για να μειώσει τον «ιταλικό πανικό», πιέζουν τους ηγέτες της Ευρωζώνης να επισπεύσουν τις αποφάσεις τους για ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, του EFSF. Να το «προικίσουν» δηλαδή, με ένα ποσό που να φτάνει και ίσως να ξεπερνά το 1 τρισ. ευρώ για να μπορεί να καλύψει σ’ ένα βαθμό ένα ενδεχόμενο ιταλικό ή άλλο ευρωπαϊκό ατύχημα. Και ταυτόχρονα να συγκεκριμενοποιήσουν τους όρους της «ευελιξίας» του, τη δυνατότητά του δηλαδή να παρεμβαίνει στις αγορές ομολόγων, για να απαλλάσσει τις τράπεζες από «σαπάκια» και άλλα προβληματικά κομμάτια χρέους των χωρών της Ευρωζώνης.
Πόσο αυτό μπορεί να αποτελέσει απάντηση όταν η κρίση προσβάλλει πια, εκτοξεύοντας το κόστος δανεισμού στο 6%, δυο χώρες του πυρήνα της Ευρωζώνης, τουλάχιστον με κριτήριο το ειδικό βάρος τους, με συνολικό χρέος σχεδόν 2 τρισ. ευρώ; Καθόλου, είναι η αυτονόητη απάντηση, έστω κι αν στο εγγύς μέλλον χρειαστεί να μεσολαβήσουν κι άλλες έκτακτες και τακτικές Σύνοδοι Κορυφής που θα επιχειρήσουν να «βαθύνουν» την οχύρωση της Ευρωζώνης απέναντι στις αγορές.
Και δεν μπορεί να αποτελέσει απάντηση, εφόσον το ευρώ είναι αδύνατο να απαλλαγεί από το ταξικό και νεοφιλελεύθερο DNA του. Θεμελιωμένο πάνω στα μονεταριστικά δόγματα του χαμηλού πληθωρισμού, της δημοσιονομικής ορθοδοξίας, της υπόταξης του κράτους και των δαπανών του στην υπηρεσία του καπιταλιστικού ανταγωνισμού και της ιερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, οδηγεί περίπου αυτόματα τις πολιτικές ηγεσίες που ομνύουν σ’ αυτό σε πολιτικές που ενισχύουν την περιδίνηση και τον φαύλο κύκλο: μείωση του μισθολογικού κόστους, συρρίκνωση κρατικών δαπανών, κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους.
Εν ολίγοις, αιώνια λιτότητα για τη μεγάλη πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Από πού, λοιπόν, μπορεί να προέλθει η ανάπτυξη στην οποία ορκίζονται;
Και σοφία Όλι Ρεν
Πανικόβλητοι από τα διαδοχικά μίνι «κραχ» που κατέγραψαν οι χρηματιστηριακές αγορές από τις ΗΠΑ μέχρι την Ασία την Πέμπτη και κάπως ηπιότερα χθες, Παρασκευή (τα στοιχεία για την αύξηση των νέων θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ ανέκοψαν την κατολίσθηση), οι ηγέτες της Ευρωζώνης επιχείρησαν χθες να ανακτήσουν τον έλεγχο με μια κινητικότητα που ίσως προδίδει διεργασία για μια ακόμη έκτακτη Σύνοδο Κορυφής τις επόμενες εβδομάδες. Μέρκελ, Σαρκοζί και Θαπατέρο, αν και σε διακοπές, πραγματοποίησαν τηλεδιάσκεψη.
Πιο θεαματικός, ωστόσο, ο επίτροπος για τις Νομισματικές Υποθέσεις Όλι Ρεν, επιχείρησε να αντιστρέψει το κλίμα απαξίωσης της τελευταίας απόφασης της Συνόδου της Ευρωζώνης, βάζοντας στο τραπέζι όχι μόνο την αύξηση του «κουμπαρά» του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, αλλά και το ευρωομόλογο, τη δυνατότητα, δηλαδή, κάθε χώρα να εκδίδει ομόλογα με την εγγύηση της Ευρωζώνης. Ο Ρεν είπε ότι η σχετική μελέτη σκοπιμότητας που ετοιμάζει η Κομισιόν θα είναι έτοιμη και θα παρουσιαστεί το φθινόπωρο, προϊδεάζοντας για έναν πιο προχωρημένο μηχανισμό υπεράσπισης του ευρώ.
Ο οποίος, αν υιοθετηθεί, θα έχει και το τίμημά του: ένα μεγαλύτερο βαθμό οικονομικής διακυβέρνησης, σε τελική ανάλυση τη μεταφορά της δημοσιονομικής και οικονομικής πολιτικής από τα κράτη στην ίδια την Ευρωζώνη και την πυραμίδα εξουσίας της, ακόμη πιο μακριά από τις ενοχλητικές επιδράσεις των κοινωνιών.
«Παγκόσμια διακυβέρνηση»
Το πράγμα καθίσταται ακόμη πιο ενδιαφέρον, αν πάρει κανείς τοις μετρητοίς όλο το σκεπτικό του κορυφαίου ευρωκράτη. Ανταποκρινόμενος σε εκκλήσεις για παγκόσμια συνεργασία που απηύθυναν ο υπουργός Οικονομικών της Ιαπωνίας, ο υπουργός Εξωτερικών της Κίνας, αλλά και ο ίδιος ο Ρώσος πρωθυπουργός Πούτιν, που στις αρχές της εβδομάδες αποκάλεσε «παράσιτο» της παγκόσμιας οικονομίας την αμερικανική, μ’ αφορμή τον τρόπο που διευθετήθηκε η δική της κρίση χρέους, ο Όλι Ρεν έκανε λόγο για συντονισμό και συνεργασία ανάμεσα στο G7 και το G20 στα ζητήματα της κρίσης χρέους και της νομισματικής πολιτικής.
Ακούγεται "αθώα και ανώδυνη" ρητορική, αλλά ενδεχομένως να αφορά κάτι βαθύτερο: την προσπάθεια να αποτρέψουν μια καταστροφική έκβαση του παγκόσμιου «πολέμου του χρέους» με έναν συμβιβασμό με τη διεθνή χρηματοπιστωτική ολιγαρχία, ο οποίος θα ενισχύσει διεργασίες προς τη λεγόμενη «παγκόσμια διακυβέρνηση» (στην οποία με ζήλο αναφέρεται συχνά και ο ημέτερος ΓΑΠ), με αποφασιστικό ρόλο της ίδιας της τοκογλυφίας και οδυνηρές επιλογές για τις κοινωνίες, ιδιαίτερα στις περιφερειακές, αδύναμες χώρες.
Προς τον παρόν είναι μια «θεωρία συνωμοσίας», αλλά προσφέρει ένα ερμηνευτικό πλαίσιο για να κατανοήσει κανείς τον χαοτικό τρόπο με τον οποίο κινούνται, συγκρούονται και συμβιβάζονται οι πιο ετερόκλητες δυνάμεις του διεθνούς καπιταλισμού.
Που μόνον μια κοινωνική εξέγερση μπορεί να αποτρέψει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου