του Σταύρου Δ. Μαυρουδέα
Αν. Καθηγητή στο Τμήμα Οικονομικών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Η κυβέρνηση καθώς και η μεγάλη πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης διαφήμισαν τη «συμφωνία των Βρυξελλών» σαν σωτηρία της χώρας από τη χρεοκοπία (Ξανά; Αυτή δεν σώθηκε με το μνημόνιο και το μεσοπρόθεσμο;) και σαν απόδειξη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αργεί, αλλά τελικά λειτουργεί (υποτίθεται προς όφελος των χειμαζόμενων μελών της).
Ιδιαίτερα προβλήθηκε ότι θα υπάρξει αισθητή μείωση του ελληνικού χρέους που θα απαλύνει το βάρος εξυπηρέτησής του και θα το κάνει βιώσιμο.
Σημειωτέον ότι υποτίθεται πως το πρώτο μειώνει τα βάρη για τους πολίτες, ενώ το δεύτερο διασφαλίζει τους δανειστές ότι θα πληρωθούν εν τέλει.
Βέβαια, πολύ γρήγορα τα κυβερνητικά πανηγύρια αποδείχτηκαν άλλο ένα κακόγουστο θέατρο, που το μόνο το οποίο κάνει είναι να επιχειρεί να διασκεδάσει (προσωρινά, όπως ήδη έχει αποδειχθεί) τις αγορές, να διασφαλίσει τα συμφέροντα των δανειστών και να δώσει ένα προπαγανδιστικό παιχνιδάκι στην κυβέρνηση.Ιδιαίτερα διαφημίστηκε ότι θα υπάρξει «κούρεμα» του ελληνικού χρέους. Μάλιστα, το τραπεζικό λόμπι (το Institute of International Finance) υποστηρίζει ότι θα υπάρξει «κούρεμα» της παρούσας αξίας των ανά χείρας των ιδιωτών ελληνικών ομολόγων κατά 21%.
Ωστόσο, μία πρόσφατη μελέτη των Allen, Eichengreen και Evans στο Bloomberg δείχνει ότι το «κούρεμα» δεν θα ξεπεράσει το 1,78%. Το υποτιθέμενο «κούρεμα» του 21% προκύπτει σε σύγκριση με τη σημερινή απόδοση του 9%. Όμως, όπως υποστηρίζει η μελέτη, η σύγκριση πρέπει να γίνει με το επιτόκιο του 5,02%, που είναι το μέσο επιτόκιο το οποίο πληρώνει η Ελλάδα σήμερα.
Στην περίπτωση αυτή το «κούρεμα» δεν είναι παρά μία μικρή έκπτωση στην ονομαστική αξία, βάσει της οποία τα νέα ομόλογα (που θα αντικαταστήσουν τα λήγοντα) θα είναι διαπραγματεύσιμα στη δευτερογενή αγορά. Κι αυτό γιατί τα τοκομερίδια θα είναι υψηλότερα για τα νέα ομόλογα απ' ό,τι γι' αυτά που θα αντικατασταθούν.
Παραδείγματος χάριν, ένα νέο τριακονταετές ομόλογο (που θα αντιστοιχεί στο 80% ενός προηγούμενου) θα έχει ένα τοκομερίδιο που θα αρχίζει από 6%, στην πενταετία θα γίνεται 6,5% και από τη δεκαετία και μετά θα φτάνει το 6,8%.
Συνεπώς, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των Allen, Eichengreen και Evans, η Ελλάδα θα έχει εξοικονόμηση μόνο 22 μονάδων βάσης επιτοκίου την πρώτη πενταετία, ενώ για τα επόμενα 25 χρόνια θα έχει αρνητικές εξοικονομήσεις.
Επιπλέον, η χώρα μας -για να καταφέρει να προσελκύσει πιστωτές στη διαδικασία επιμήκυνσης- θα πρέπει να δανειστεί επιπλέον το 26,1% της αρχικής αξίας των ομολόγων (περίπου 42 δισ. ευρώ) σε ομόλογα μηδενικού τοκομεριδίου για να εγγυηθεί τις αποπληρωμές τόκων των νέων ομολόγων.
Συνεπώς, μπορεί μεν να επιμηκύνεται η αποπληρωμή του χρέους, αλλά η σημερινή αξία του χρέους πέφτει μόνο κατά 9,15 δισ. ευρώ, ακόμα και αν υποθέσουμε ότι η συμμετοχή θα φτάσει το 90%.
Εάν, δε, ληφθεί υπ' όψιν το ποσό που θα χρειαστεί για εγγυήσεις, τότε η ετήσια δαπάνη για την εξυπηρέτηση του χρέους αυξάνει αντί να μειώνεται.
Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και με το υποτιθέμενο «κούρεμα» του 21% το ελληνικό χρέος δεν είναι διαχειρίσιμο, καθώς θα περιοριστεί έστω στο 150% του ΑΕΠ, που πάλι είναι ένα εξωπραγματικό μέγεθος. Με την οικονομία να βυθίζεται στην ύφεση (καθώς μάλιστα οι επιπτώσεις της νέας λιτότητας λόγω μεσοπρόθεσμου δεν έχουν ακόμη συνυπολογιστεί), ακόμη και το μέγεθος αυτό μάλλον θα αποδειχθεί εξαιρετικά αισιόδοξο.
Η καπιταλιστική οικονομική κρίση, παρά τα ξόρκια και τις αισιόδοξες (πλέον συγκρατημένα) προβλέψεις, είναι πάντα εδώ: κρίση βαθιά και μάλιστα της πραγματικής οικονομίας και όχι απλώς χρηματοπιστωτική φούσκα. Και με επιταχυνόμενους ρυθμούς εμπλέκει όχι μόνο τους αδύναμους κρίκους αλλά πλέον και τους βασικούς πυλώνες του παγκόσμιου συστήματος.
Η πρόσφατη αναταραχή σχετικά με το χρέος των ΗΠΑ είναι ενδεικτική. Όσον αφορά στην Ε.Ε., η κρίση θα αναδεικνύει και θα οξύνει συνεχώς τις εγγενείς αντιφάσεις της. Για τη χώρα μας και τον λαό της αυτό θα φέρνει συνεχώς στην επιφάνεια το βασικό δίλημμα: μέσα στον αδιέξοδο λαβύρινθο του ευρωενωσιακού μινώταυρου ή αποδέσμευση από αυτόν; Όσο και να το καταγγέλλει το εγχώριο κατεστημένο, αυτό το δίλημμα θα επανέρχεται ολοένα και δριμύτερο.
Μάλιστα, το ενδιαφέρον είναι ότι οι ηγεμόνες της Ε.Ε. ήδη εξετάζουν αναδιατάξεις, εξόδους από την ΟΝΕ και πρώτες και δεύτερες ζώνες της Ε.Ε. Η υπαγωγή σε αυτές φυσικά δεν θα σημαίνει αποδέσμευση από την κυριαρχία τους, αλλά συνέχισή της με άλλους τρόπους.
Το ουσιαστικό ζήτημα για τη χώρα μας και τον λαό της είναι να αποδεσμευτεί από την κυριαρχία τους και να ανοικοδομήσει την οικονομία προς όφελος της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.
Πηγή: www.euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου