Η πολιτισμική διαχείριση, με τις θετικές ή αρνητικές
συνδηλώσεις του όρου, δεν αποτέλεσε ποτέ αγαπημένο εργαλείο της
εγχώριας πολιτικής ηγεσίας. Στην παρούσα συνθήκη, ωστόσο, οι ιθύνοντες
παρουσιάζονται πρωτοπόροι, έχοντας απορρίψει συθέμελα κάθε πιθανότητα
πολιτιστικής ανάκαμψης, πόσο δε, διαχείρισής της. Είναι δυνατό οι
σύγχρονοι πολιτικοί να οραματίζονται πολιτιστική προβολή δίχως
πολιτιστική παραγωγή ή δίχως έστω ένα πρωταρχικό κοινό, ικανό να την
αναγνωρίσει και να την αναδείξει στην ίδια του τη χώρα;
της Χριστίνας Σγουρομύτη
Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι κατά τα τελευταία χρόνια τα όρια της καλλιτεχνικής συνεργασίας διευρύνονται με κάθε δυνατό τρόπο. Νέοι θεσμοί επιδιώκουν την αφύπνιση της καλλιτεχνικής συνείδησης στην ελληνική περιφέρεια, την ίδια στιγμή που στις πόλεις εγκαινιάζονται διοργανώσεις διεθνούς εμβέλειας∙ κι όλα αυτά, με την ελπίδα να αποφευχθεί η πολιτιστική απομόνωση που προοιωνίζεται η βαθειά οικονομική κρίση. Τέτοιες πρακτικές, σε μια άλλη συγκυρία, θα προμήνυαν πεδίο δόξης λαμπρό για την εντόπια καλλιτεχνική παραγωγή. Οι κεντρικές πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται, όμως, σε ότι αφορά την καλλιτεχνική εκπαίδευση, τις καθιστούν μάλλον ατελέσφορες.
Η πολιτισμική διαχείριση, με τις θετικές ή αρνητικές συνδηλώσεις του όρου, δεν αποτέλεσε ποτέ αγαπημένο εργαλείο της εγχώριας πολιτικής ηγεσίας. Στην παρούσα συνθήκη, ωστόσο, οι ιθύνοντες παρουσιάζονται πρωτοπόροι, έχοντας απορρίψει συθέμελα κάθε πιθανότητα πολιτιστικής ανάκαμψης, πόσο δε, διαχείρισής της. Γιατί, ποιο είναι άραγε το κοινό που θα οικοδομήσει πολιτιστική πολιτική, όταν ανακόπτεται η πρόσβαση στην πιο στοιχειώδη δομή της καλλιτεχνικής λειτουργίας, εκείνη δηλαδή που εδράζεται στο βασικό κορμό της δημόσιας εκπαίδευσης; Ίσως η έννοια-κλειδί εδώ δεν είναι αυτή της εκπαίδευσης, αλλά του δημόσιου χαρακτήρα της. Και πράγματι, όπως έχει συμβεί με τόσες άλλες δημόσιες λειτουργίες που εκλαμβάνονται πλέον ως αγαθά πολυτελείας, ίσως έχει έρθει ο καιρός να αντιστραφεί η πορεία προς αυτή την καταστροφικά ελιτίστικη λογική, δημιουργώντας από τα κάτω δομές. Θα μπορούσαμε να έχουμε τότε –σε αντιστοιχία με τα κοινωνικά φαρμακεία, ιατρεία και φροντιστήρια- κοινωνικά εργαστήρια τέχνης, ικανά να φέρουν σε πέρας μια αποστολή για την οποία τα κράτη παραδοσιακά είθισται να κονταροχτυπιούνται. Είναι κοινός τόπος, άλλωστε, ότι ο πολιτισμός αποτελεί προνομιακό πεδίο συμβολικής διάκρισης στη διεθνή αρένα. Είναι δυνατό οι σύγχρονοι πολιτικοί να οραματίζονται πολιτιστική προβολή δίχως πολιτιστική παραγωγή ή δίχως έστω ένα πρωταρχικό κοινό, ικανό να την αναγνωρίσει και να την αναδείξει στην ίδια του τη χώρα;
Δύσκολο να το πιστέψει κανείς. Κατά μια γνωστή ρήση, «οι άνθρωποι έρχονται και φεύγουν, οι θεσμοί μένουν». Ίσως αυτοί οι άνθρωποι σκέφτονται να φύγουν πολύ γρήγορα, ίσως πάλι νέοι θεσμοί προλάβουν να εδραιωθούν στη θέση των παλιών. Ένα μοιάζει βέβαιο, η καλλιτεχνική παιδεία παράγει πολιτισμό. Και ο πολιτισμός είναι (και θα είναι) ο καθρέφτης της κοινωνίας που τον παρήγαγε.
Η Χριστίνα Σγουρομύτη είναι εικαστικός.
Πηγή: Unfollow
της Χριστίνας Σγουρομύτη
Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι κατά τα τελευταία χρόνια τα όρια της καλλιτεχνικής συνεργασίας διευρύνονται με κάθε δυνατό τρόπο. Νέοι θεσμοί επιδιώκουν την αφύπνιση της καλλιτεχνικής συνείδησης στην ελληνική περιφέρεια, την ίδια στιγμή που στις πόλεις εγκαινιάζονται διοργανώσεις διεθνούς εμβέλειας∙ κι όλα αυτά, με την ελπίδα να αποφευχθεί η πολιτιστική απομόνωση που προοιωνίζεται η βαθειά οικονομική κρίση. Τέτοιες πρακτικές, σε μια άλλη συγκυρία, θα προμήνυαν πεδίο δόξης λαμπρό για την εντόπια καλλιτεχνική παραγωγή. Οι κεντρικές πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται, όμως, σε ότι αφορά την καλλιτεχνική εκπαίδευση, τις καθιστούν μάλλον ατελέσφορες.
Η πολιτισμική διαχείριση, με τις θετικές ή αρνητικές συνδηλώσεις του όρου, δεν αποτέλεσε ποτέ αγαπημένο εργαλείο της εγχώριας πολιτικής ηγεσίας. Στην παρούσα συνθήκη, ωστόσο, οι ιθύνοντες παρουσιάζονται πρωτοπόροι, έχοντας απορρίψει συθέμελα κάθε πιθανότητα πολιτιστικής ανάκαμψης, πόσο δε, διαχείρισής της. Γιατί, ποιο είναι άραγε το κοινό που θα οικοδομήσει πολιτιστική πολιτική, όταν ανακόπτεται η πρόσβαση στην πιο στοιχειώδη δομή της καλλιτεχνικής λειτουργίας, εκείνη δηλαδή που εδράζεται στο βασικό κορμό της δημόσιας εκπαίδευσης; Ίσως η έννοια-κλειδί εδώ δεν είναι αυτή της εκπαίδευσης, αλλά του δημόσιου χαρακτήρα της. Και πράγματι, όπως έχει συμβεί με τόσες άλλες δημόσιες λειτουργίες που εκλαμβάνονται πλέον ως αγαθά πολυτελείας, ίσως έχει έρθει ο καιρός να αντιστραφεί η πορεία προς αυτή την καταστροφικά ελιτίστικη λογική, δημιουργώντας από τα κάτω δομές. Θα μπορούσαμε να έχουμε τότε –σε αντιστοιχία με τα κοινωνικά φαρμακεία, ιατρεία και φροντιστήρια- κοινωνικά εργαστήρια τέχνης, ικανά να φέρουν σε πέρας μια αποστολή για την οποία τα κράτη παραδοσιακά είθισται να κονταροχτυπιούνται. Είναι κοινός τόπος, άλλωστε, ότι ο πολιτισμός αποτελεί προνομιακό πεδίο συμβολικής διάκρισης στη διεθνή αρένα. Είναι δυνατό οι σύγχρονοι πολιτικοί να οραματίζονται πολιτιστική προβολή δίχως πολιτιστική παραγωγή ή δίχως έστω ένα πρωταρχικό κοινό, ικανό να την αναγνωρίσει και να την αναδείξει στην ίδια του τη χώρα;
Δύσκολο να το πιστέψει κανείς. Κατά μια γνωστή ρήση, «οι άνθρωποι έρχονται και φεύγουν, οι θεσμοί μένουν». Ίσως αυτοί οι άνθρωποι σκέφτονται να φύγουν πολύ γρήγορα, ίσως πάλι νέοι θεσμοί προλάβουν να εδραιωθούν στη θέση των παλιών. Ένα μοιάζει βέβαιο, η καλλιτεχνική παιδεία παράγει πολιτισμό. Και ο πολιτισμός είναι (και θα είναι) ο καθρέφτης της κοινωνίας που τον παρήγαγε.
Η Χριστίνα Σγουρομύτη είναι εικαστικός.
Πηγή: Unfollow