9/12/11

Η νέα ΕΕ: Άθλια οικονομική διακυβέρνηση


Η παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού και η απειλή μιας μακροχρόνιας πανευρωπαϊκής ύφεσης φέρνουν στην επιφάνεια τις εγγενείς αντιφάσεις του οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του «κινητήρα» της, της Ευρωζώνης: Κοινή νομισματική πολιτική από τη μία, διαφορετικές φορολογικές και «κοινωνικές» πολιτικές από την άλλη.  
του Γιώργου Βασσάλου

Το κοινό νόμισμα ήταν βεβαίως εκ γενετής ένα εργαλείο διάλυσης εργατικών κατακτήσεων και των όποιων αναδιανεμητικών λειτουργιών των κρατών. Οι  καπιταλιστές που συμμετείχαν στο Σύλλογο για τη Νομισματική Ένωση (AMUE), το λόμπι που έσπρωξε για τη δημιουργία του ευρώ, ποτέ δεν το έκρυψαν αυτό. Εκπρόσωπος  της Μόργκαν Στάνλεϊ έλεγε το 1997: «Αν αφαιρέσουμε το (σ.σ. εθνικό) νόμισμα ως δικλείδα ασφαλείας, οι κυβερνήσεις θα υποχρεωθούν να συγκεντρωθούν σε αληθινές αλλαγές για περισσότερη ανταγωνιστικότητα: Χαμηλότεροι φόροι, ελαστική αγορά εργασίας και πιο ευνοϊκό για τις επιχειρήσεις ρυθμιστικό πλαίσιο». Εκπρόσωπος της τότε Ντάιμλερ Κράισλερ συμπλήρωνε το 1998: «Τις δυνάμεις της αγοράς που θα απελευθερωθούν από το ευρώ δεν θα τις αισθανθούν μόνο οι διευθυντές των εταιρειών αλλά και οι πολιτικοί. Οι εκλεγμένοι  αρχηγοί θα αντιμετωπίζουν ανταγωνισμό ενόσω προσπαθούν να προσελκύσουν επενδύσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας και τελικά θα χαμηλώνουν τους εταιρικούς φόρους και θα χαλαρώνουν τις ρυθμίσεις».

Οι λειτουργίες αυτές του ευρώ επιτελέστηκαν προς ικανοποίηση του κεφαλαίου και αδυνάτισμα της εργασίας. Η κρίση  όμως  έκανε την αντίφαση νομισματικής - φορολογικής πολιτικής εκρηκτική,  πιο γρήγορα από ότι περίμενε ίσως το ίδιο το κεφάλαιο. Κι  έτσι ψάχνουν τρόπο να τη λύσουν. 
Η ένωση γάλλων εργοδοτών πρόσφατα ζήτησε ρητά από τις σελίδες της Μοντ τη δημιουργία των Ηνωμένων Πορειών της Ευρώπης. Η γερμανική αστική τάξη έχει όμως άλλη γνώμη, αρνούμενη την προοπτική μεταφοράς φορολογικών εσόδων από τη μία στην άλλη περιφέρεια, όπως γίνεται στο εσωτερικό πραγματικών κρατών. Για το λόγο αυτό λοιπόν, η μπίλια προς το παρόν κάθεται στη συγκεντροποίηση των οικονομικών αποφάσεων στις Βρυξέλλες, χωρίς όμως την καθιέρωση οποιασδήποτε αναδιανεμητικής λειτουργίας ανάμεσα στις διαφορετικές χώρες. 
Στις 23 Νοέμβρη, η Κομισιόν παρουσίασε δύο ακόμα προτάσεις κανονισμών ως συνέχεια του πακέτου των έξι που εγκρίθηκαν αρχές Οκτώβρη από την Ευρωβουλή και το Ευρωπαϊκό Συμβούν. Πρόκειται για ένα νομοθετικό πλαίσιο, πού με αντικανονικές διαδικασίες-τόσο σε σχέση με τα εθνικά συντάγματα όσο και με την ίδια τη συνθήκη της EE- μεταφέρει την άσκηση όλης της οικονομικής πολιτικής και της κατάρτισης των εθνικών προϋπολογισμών στα χέρια της Κομισιόν και επιτρέπει την επέμβαση της στον καθορισμό των μισθών. 
Στα χρόνια του ευρώ, όλες οι αστικές τάξεις της Ευρώπης κέρδισαν απέναντι στις εργατικές και κάποιες αστικές ενάντια σε άλλες. Οι σχετικά χαμένες συσπειρώνονται γύρω από τις κερδισμένες και μαζί επιχειρούν το... τελικό ξεζούμισμα. Η γερμανική κεφαλαιοκρατία ηγείται τον ξεζουμίσματος, αλλά κρατά ανοιχτή την πόρτα της εξόδου κινδύνου κι αρνείται να δεσμευτεί σε μια διαδικασία πλήρους ομοσπονδιοποίησης.
Τα μέτρα για την οικονομική διακυ­βέρνηση επιβεβαιώνουν την άπο­ψη που πολλοί εξέφρασαν πριν από ενάμιση περίπου χρόνο, ότι δηλαδή οι χώρες υπό πρόγραμ­μα «σωτηρίας» ήταν απλά τα πειραματό­ζωα για ένα αυταρχικό σύστημα διακυβέρ­νησης που θα επεκτεινόταν σε όλα τα κρά­τη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 
Το πρώτο νο­μοθετικό πακέτο για την οικονομική διακυ­βέρνηση αποτελούταν από έξι νομοθετήμα­τα και εγκρίθηκε από το Ευρωκοινοβούλιο το Σεπτέμβριο του 2011 και από το Ευρω­παϊκό Συμβούλιο στις 4 Οκτωβρίου. 
Τρεις κανονισμοί και μία ντιρεκτίβα για τη δημο­σιονομική εποπτεία και τα υπερβολικά ελ­λείμματα αυστηροποίησαν το Σύμ­φωνο Σταθερότητας, δίνοντας στην EE νέα δικαιώματα επιβολής προστίμων: Πρώτο και προληπτικά για το έλλειμμα. Δεύτερο, ακόμα και σε περίπτωση που δεν συμφωνεί η πλει­οψηφία των κρατών μελών (χρειάζε­ται η ενισχυμένη πλειοψηφία των κυβερνή­σεων για να μπλοκαριστεί ένα προτεινόμε­νο από την Κομισιόν πρόστιμο). Τρίτο, δυνατότητα επιβολής προστίμου όχι μόνο για το έλλειμμα αλλά και για μη αρκετά γρήγο­ρη μείωση του δημοσίου χρέους.
Οι δύο άλλοι κανονισμοί αφορούσαν την πρόληψη και καταστολή των μακροοικονο­μικών ανισορροπιών. Η μακρο-οικονομική επιτήρηση θα γίνεται στη βάση ενός πίνακα δεικτών που θα καταρτίζεται από την Κομι­σιόν και θα τροποποιείται από αυτήν κατά βούληση. Το βασικό μέγεθος που θα μετρι­έται θα είναι η ανταγωνιστικότητα των οι­κονομιών, μεταξύ άλλων και με τη «συμβο­λή της εργασίας στην αύξηση της ανταγω­νιστικότητας».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα επιβάλει τη μείωση των μισθών προς όφελος της «ανταγωνιστικότητας»
Οι τρόποι με τους οποίους μπορούν οι υποδείξεις της Κομισιόν να επηρεά­σουν αποφασιστικά το πλαίσιο διαμόρ­φωσης των μισθών αναλύονται σε έγγρα­φο που διέρρευσε τον Ιούλιο του 2011 (Assesing the links between wage setting, competitiveness, and imbalances). Στις συστά­σεις που έχουν ήδη φέτος απευθυνθεί προς όλα τα κράτη μέλη, καλούνται τουλάχιστον επτά χώρες να ψαλιδίσουν τους μισθούς (βλ. πλαίσιο κάτωθι) χωρίς να μετριούνται η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η Κομισιόν θα μπορεί να παραγγέλνει στις κυβερνή­σεις πώς να διαμορφώσουν (δηλ. να μειώ­σουν) τους μισθούς κι αν δεν συμμορφώνο­νται θα τους επιβάλει πρόστιμα ίσα με το 0,1% του ΑΕΠ της χώρας.
Το νομοθετικό πακέτο αυτό επεξεργά­στηκαν παράλληλα στο δεύτερο μισό του 2010 οι υπουργοί Οικονομικών των κρα­τών - μελών υπό τον πρόεδρο του Συμβου­λίου, Χέρμαν Βαν Ρομπάι, η Κομισιόν αλ­λά και η ένωση εργοδοτών BusinessEurope, η οποία έπεισε εν συνεχεία τους ευρωβου­λευτές να σκληρύνουν το πακέτο, δίνοντας ακόμα περισσότερες εξουσίες στην Κομι­σιόν (Corporate Europe Observatory: An undemocratic economic governance?).
Η πρώτη νομοθετική πρόταση αφορά στην «εποπτεία των σχεδίων προϋπολογι­σμών». Τον Σεπτέμβριο του 2010 με μια μικρή αλλαγή στο καταστατικό του Συμφώνου Σταθερότητας αποφασίστηκε η καθιέρωση του ευρωπαϊκού εξαμήνου που μπήκε σε εφαρμογή τον Ιανουάριο του 2011. Σύμφω­να με αυτό, οι κυβερνήσεις οφείλουν να κα­ταθέτουν κάθε Απρίλη τα προγράμματα με­ταρρύθμισης και σταθερότητας, που έχουν διαμορφώσει. 
Το καλοκαίρι κάθε έτους η Κομισιόν και το Συμβούλιο προτείνουν τρο­ποποιήσεις σε αυτά και εγκρίνουν την τελι­κή τους μορφή. Με το νέο κανονισμό που προτείνεται, τα κράτη της ευρωζώνης θα πρέπει να καταθέτουν και το σχέδιο προϋπολογισμού τους στις 15 Οκτώβρη κάθε έτους.
Το σχέδιο αυτό θα πρέπει να συ­νοδεύεται από «μακροοικονομικές προβλέψεις», που θα καταρτίζονται από ένα «ανεξάρτητο φορολογικό συμβούλιο», ένα σώμα δηλαδή εκτός κοινοβουλευτικού ελέγχου που θα επιτηρεί την εφαρμογή των φορολογικών διατάξεων. Τα επιδιωκόμε­να έσοδα και έξοδα του κάθε κράτους θα πρέπει να αντιστοιχούν στο πρόγραμμα με­ταρρυθμίσεων, που θα έχει κατατεθεί στα ευρωπαϊκά όργανα από τον Απρίλη. 
Αν η Κομισιόν διαπιστώσει «μη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις του Συμφώνου Σταθερό­τητας» θα ζητά αναθεώρηση του προϋπο­λογισμού. Αν η κυβέρνηση το ζητήσει, εκ­πρόσωπος της Κομισιόν, θα έρχεται και στο κοινοβούλιο της εν λόγω χώρας για να παρουσιάσει την πρόταση αναθεώρησης του προϋπολογισμού. Σε περίπτωση που η χώ­ρα δεν προβεί στην αναθεώρηση αυτή, η Κομισιόν θα της επιβάλει μια μη τοκοφό­ρο κατάθεση, μία χρηματική ποινή δηλαδή στην ουσία.
Στοιχεία σχετικά με κρατικούς οργανι­σμούς και κυβερνητικά συμβόλαια θα συνε­κτιμούνται στις διαδικασίες αυτές. Εν ολί­γοις η Κομισιόν θα μπορεί να διατάξει σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης την ιδιωτι­κοποίηση εκείνου ή του άλλου οργανισμού υπό την απειλή προστίμου.
Ο δεύτερος κανονισμός επισημο­ποιεί το καθεστώς κηδεμονίας για τις χώρες που λαμβάνουν χρηματο­δότηση από το EFSF και το επεκτεί­νει στις χώρες που «απειλούνται από σοβαρές δυσκολίες σε σχέση με τη χρηματοπιστωτική τους σταθερότη­τα». Στην παρούσα κατάσταση φω­τογραφίζονται η Ιταλία, η Ισπανία και το Βέλγιο. Κάθε έξι μήνες η Κο­μισιόν θα αποφασίζει αν θα προε­κτείνει ή όχι το καθεστώς κηδεμο­νίας το οποίο θα πραγματώνεται σε στενή σύνδεση με την Ευρωπαϊ­κή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Η Κο­μισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα έχουν δικαίωμα να προτείνουν σε ένα κράτος να «ζητήσει στήριξη» από το EFSF και το ΔΝΤ. Τέρμα λοι­πόν τα τερτίπια και οι παρασκηνια­κές πιέσεις -που είδαμε κυρίως στην περίπτωση της Πορτογαλίας- για να μπει μια χώρα στη στρούγκα. Από εδώ και πέ­ρα θα το απαιτούν ρητά. Τα κράτη θα πα­ραμένουν σε ειδικό καθεστώς επιτήρησης και μετά το τέλος του «προγράμματος σω­τηρίας» για όσο κρίνουν οι ευρωπαϊκοί ορ­γανισμοί.
 «Frontloading»!
«Frontloading». Αυτή η νέα λέξη της αγ­γλικής (ή καλύτερα της ευρωενωσιακής) χρησιμοποιείται στις αίθουσες και τους δι­αδρόμους των Βρυξελλών για να περιγρά­ψει το θεσμικό πραξικόπημα που συντελεί­ται. Θα μπορούσε να αποδοθεί περιφρα­στικά ως εξής: Πρώτα κάνουμε τις αλλαγές που θέλουμε και μετά αλλάζουμε νόμους, συντάγματα και συνθήκες ανάλογα. Το EFSF και το καθεστώς επιτήρησης Ελλά­δας, Ιρλανδίας και Πορτογαλίας καθιερώ­θηκαν εξωθεσμικά και στην ουσία σε αντί­θεση με τις συνθήκες. Ο νέος κανονισμός έρχεται να το «νομιμοποιήσει». Η παρέμ­βαση της EE στον καθορισμό των μισθών που περιλαμβάνεται στους κανονισμούς μα­κροοικονομικής επιτήρησης απαγορεύεται ρητά από τη συνθήκη της EE. Τώρα συζη­τούν αναθεώρηση της συνθήκης για να την νομιμοποιήσουν.
Μέσα στον πανικό της κρίσης, πραγμα­τοποιείται μία τεράστια μεταφορά εξουσι­ών από εκλεγμένα κοινοβούλια και κυβερ­νήσεις σ΄ ένα μη εκλεγμένο όργανο, την Κο­μισιόν. Η αλλαγή αυτή γίνεται για να εφαρ­μοστεί χωρίς... εκλογικές οχλήσεις η βούλη­ση των πολυεθνικών εργοδοτών, εκφρασμέ­νη από την ευρωπαϊκή συνομοσπονδία τους, την Business Europe και μετουσιωμένη στο Σύμφωνο για το ευρώ (Corporate Europe Observatory: ‘’Business against Europe’’).
To Σύμφωνο για το ευρώ λέει ότι οι μι­σθοί πρέπει να αντιστοιχηθούν στην παρα­γωγικότητα μείον την τιμαριθμική προσαρ­μογή, αλλά και στην ανταγωνιστικότητα της εκάστοτε οικονομίας. Δηλαδή να πέφτουν όταν πέφτει η παραγωγικότητα κι αν αυτή ανεβαίνει, να ανεβαίνουν μόνο ονομαστι­κά και μόνο αν κρίνεται ότι ανεβαίνει και η ανταγωνιστικότητα. Αν ψάξει κανείς στα έγγραφα της EE για το πώς ακριβώς ορί­ζεται η ανταγωνιστικότητα μιας οικονομί­ας, πολύ γρήγορα θα συνειδητοποιήσει ότι δεν μιλάμε στην ουσία παρά για την κερδοφορία των μεγάλων καπιταλιστικών ομίλων κάθε χώρας.
Η μείωση των μισθών προωθείται με τρεις ακόμα τρόπους: Πρώτο, κατάργηση της τιμαριθμικής προσαρμογής όπου και όσο υπάρχει. Δεύτερο, αποδυνάμω­ση των συλλογικών διαπραγμα­τεύσεων και συμβάσεων. Τρίτο, πάγωμα των μισθών στο δημό­σιο τομέα.
Το Σύμφωνο προβλέπει επίσης την αύξηση των ηλικιακών ορίων για συνταξιοδότηση σε όλους τους εργαζόμενους, πε­ρισσότερους έμμεσους και λι­γότερους άμεσους φόρους, μεί­ωση των κρατικών δαπανών μέ­σω του «φρένου στο χρέος», της εισαγωγής δηλαδή συνταγματι­κής κατά προτίμηση απαγόρευ­σης των «υπερβολικών» ελλειμ­μάτων σε όλες τις χώρες.
Η αστική τάξη παραδέχεται στην ουσία ότι το επιχειρούμε­νο ξεζούμισμα των εργαζομένων και η επι­στροφή σε προ των παγκοσμίων πολέμων καπιταλιστικά μοντέλα -χωρίς συλλογι­κές συμβάσεις και κοινοβουλευτικό έλεγ­χο- δεν θα είναι αρκετό για να σώσει το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα ευρωπα­ϊκής ολοκλήρωσης του κεφαλαίου. Το ζη­τούμενο αυτό δεν μπορεί να επιλυθεί παρά με μια ομοσπονδοποίηση, την οποία όμως είναι ανίκανη να πραγματοποιήσει. Οι ερ­γατικές τάξεις δεν έχουν λόγο και δεν μπο­ρούν να φέρουν σε πέρας μια διαδικασία ολοκλήρωσης που έχει τον καπιταλισμό στο DNA της. Η δική τους ένωση δεν μπορεί παρά να τεθεί σε εντελώς νέες βάσεις.
Ευρω-μνημόνια για όλες τις χώρες
ΠΑΝΟΜΟΙΟΤΥΠΕΣ ΑΝΤΕΡΓΑΤIΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΟΜΙΣΙΟΝ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ
Δεν είναι μόνο η Ελλάδα στο στόχαστρο της Κομισιόν και της γραφειοκρατίας των Βρυξελών, αλλά πολλά κράτη -μέλη. Μια ματιά στις συστά­σεις της Κομισιόν ανά χώρα για το 2012 εί­ναι αποκαλυπτική:
Από την Αυστρία απαι­τούν σταδιακή κατάργηση πρόωρης συντα­ξιοδότησης, αύξηση ορίων ηλικίας στις γυ­ναίκες, μείωση εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία, απελευ­θέρωση επαγγελμάτων.
Από το Βέλγιο, περιορισμό δαπανών για μείωση τους ελλείμματος, ριζική αύ­ξηση συνταξιοδότησης, μείωση των επι­δομάτων ανεργίας, χαλάρωση συλλογι­κών συμβάσεων και τιμαριθμικής προ­σαρμογής για να αντιστοιχηθούν με την παραγωγικότητα, αύξηση ΦΠΑ και «πρά­σινων» φόρων, συγκεντροποίηση του λια­νικού εμπορίου, παραπέρα ιδιωτικοποίη­ση της ενέργειας.
Από τη Γαλλία, περιορισμό του κατώτα­του μισθού, χαλάρωση της προστασίας της εργασίας, νέα μεταρρύθμιση του ασφαλι­στικού, υψηλότερο ΦΠΑ και νέοι «πράσι­νοι φόροι», απελευθέρωση επαγγελμάτων. Ακόμα και από την Γερμανία ζητούν απελευθέρωση επαγγελμάτων, εισαγωγή «φρένου του χρέους» και στα κρατίδια, ιδι­ωτικοποίηση των τραπεζών που ανήκουν στα κρατίδια.
Όσον αφορά την Ισπανία, η EE απεί­λησε επιτυχώς το ισπανικό κοινοβούλιο να μην τροποποιήσει τον αντιασφαλιστικό νό­μο που είχε καταθέσει η προηγούμενη κυ­βέρνηση. Ζήτησε ακόμα: Περαιτέρω αλ­λαγές στο ασφαλιστικό και το εργασιακό, διαπραγματεύσεις ανά επιχείρηση και όχι ανά κλάδο, κατάργηση αυτόματης ανανέ­ωσης συλλογικών συμβάσεων, μεγαλύτερη «ελαστικότητα» στους μισθούς, ολική κα­τάργηση της όποιας ΑΤΑ μείωση εργοδο­τικών εισφορών στα ταμεία, αύξηση ΦΠΑ και φόρων στα καύσιμα, μείωση του ρόλου των κρατιδίων στη διαχείριση των ταμιευ­τηρίων (κάχας).
Από την Ιταλία: Χαλάρωση της προστα­σίας της εργασίας, διευκόλυνση απολύσε­ων, χαλάρωση συλλογικών συμβάσεων και «αντιστοίχηση τους στην παραγωγικότητα» (μείον τον τιμάριθμο πάντα), περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις υπηρεσιών. Σημειώνουμε ότι το Γιούρογκρουπ και η ΕΚΤ έχουν πρό­σφατα απευθύνει πολύ πιο αυστηρές συ­στάσεις στην Ιταλία.
Στο Λουξεμβούργο συστήνεται χαλά­ρωση συλλογικών συμβάσεων και «σύνδε­ση τους με την παραγωγικότητα», χαλάρω­ση τιμαριθμικής προσαρμογής, αύξηση ορί­ων συνταξιοδότησης.
Όσο για την Κύπρο, η Κομισιόν ζητά αύξηση ορίων συνταξιοδότησης, επέκτα­ση ετών εισφοράς των εργαζομένων στα ταμεία, χαλάρωση συλλογικών συμβάσε­ων και τιμαριθμικής προσαρμογής, αύξη­ση τιμών νερού. Μετά την υποβάθμιση της Κύπρου από τους οίκους αξιολόγησης, της απευθύνθηκαν ακόμα αυστηρότερες συστά­σεις.
Από την Ολλανδία ζητείται αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, αποψίλωση του συστήματος φροντίδας των ηλικιωμένων, εισαγωγή διοδίων. Τέλος, η Φινλανδία πρέπει να προχωρήσει σε αύξηση ορίων συνταξιοδότησης, ιδιωτικοποίηση-συγκεντρωποίηση λιανικού εμπορίου και υπηρε­σιών, περικοπές στα δημόσια έξοδα, απο­ψίλωση του συστήματος φροντίδας των ηλι­κιωμένων.
Η επίσημη σελίδα με τις συστάσεις ανά χώρα: http://ec.europa.eu/europe2020/tools/monitoring/recommendations_2011/index_el.htm
Ευρώπη των αφεντικών από τα γεννοφάσκια της-Eλεγχόμενη από τις πολυεθνικές
To 1949 σχηματίστηκε το Συμβούλιο Βιομηχα­νικών Ομοσπονδιών (CIFE) και με τη δημιουρ­γία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα το 1952, μία ομάδα εργασίας του με­τασχηματίστηκε στην Ένωση Βιομηχανιών των χωρών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (UNICE).
Η ΕΚΑΧ ήταν μια ιδέα του Ρόμπερτ Σούμαν, προπολεμικού δικηγόρου της ένωσης σι­δηρουργικών βιομηχανιών και βουλευτή που συμμετείχε στην πρώτη κυβέρνηση του στρα­τηγού Πετέν και ψήφισε το 1940 τις έκτακτες εξουσίες του. Η ΕΚΑΧ ήταν ένα σχέδιο συγκεντροποίησης της δυτικοευρωπαϊκής σιδηρουρ­γίας που κόστισε εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Η UNICE παραμένει σήμερα η κύρια οργά­νωση συλλογικής εκπροσώπησης του ευρωπα­ϊκού κεφαλαίου μετά και τη μετονομασία της σε BusinessEurope το 2007. Στις αρχές της δεκαετίας του ΄80 όμως, οι πολυεθνικές συνειδητο­ποίησαν την ανάγκη μιας πιο ευέλικτης οργά­νωσης ώστε να ξεκολλήσουν το σχέδιο της ενι­αίας αγοράς, που λόγω και των εργατικών αγώ­νων δεν είχε προχωρήσει στις δεκαετίες του ΄60 και του 70.
Το 1982 μέσα στο κτίριο της Κομισιόν, ο τό­τε επίτροπος βιομηχανίας, Ε. Νταβινιόν, μαζί με τον πρόεδρο της Βόλβο, Π. Γκιλεναμάρ, κατάρ­τισαν τη λίστα υποψήφιων μελών της Στρογγυλής Τράπεζας των Βιομηχάνων (ERT). Ο Ανιέλι της Φίατ κι ο Βίσε Ντέκερ της Φίλιπς σύντο­μα έγιναν μέλη. Η Στρογγυλή Τράπεζα ιδρύθη­κε επίσημα το 1983 και ξεκίνησε την πολιτική καμπάνια της για την ενιαία αγορά που κατέ­ληξε στην υιοθέτηση της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης το 1985 που προώθησε 300 ντιρεκτί­βες ανοίγματος των αγορών, που στόχευαν στη δημιουργία της ενιαίας αγοράς μέχρι το 1992. Πριν την έγκριση της, οι βιομήχανοι έγραψαν ένα γράμμα στους αρχηγούς κρατών, απειλώ­ντας τους ότι θα μεταφέρουν τα εργοστάσια τους έξω από την Ευρώπη.
Από το 1988 εταιρείες όπως οι Φίατ, Φίλιπς, Ζίμενς, Τοτάλ προώθησαν την ιδέα του ενιαίου νομίσματος που μπήκε ως στόχος στη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992. Από το 1993 η ERT άρ­χισε την καμπάνια για την καθιέρωση της αντα­γωνιστικότητας ως τη «νούμερο ένα» προτεραι­ότητα της  EE. Το 1995 έπεισαν την Κομισιόν να δημιουργήσει ένα «συμβουλευτικό σώμα για την ανταγωνιστικότητα», στα πρότυπα του αντίστοιχου που υπήρχε σης ΗΠΑ από τα χρόνια του Ρήγκαν. Το σώμα αυτό ήταν γεμάτο από μέλη της ERT και άλλους βιομηχάνους. Τα τελικά του κείμενα έγιναν η βάση για τη Στρατηγική της Λισαβόνας, που υιοθετήθηκε από τους αρχηγούς κρατών το 2000. Η BusinessEurope συμμετεί­χε στη σύνταξη της Συνταγματικής Συνθήκης το 2002-2003, που επισημοποίησε την καθιέρωση της ανταγωνιστικότητας ως απόλυτης προτε­ραιότητας. Η Συνθήκη απορρίφτηκε σε δημο­ψηφίσματα αλλά πέρασε με αλλαγμένο όνομα ως Συνθήκη της Λισαβόνας.
Από το 2002, η ERT προωθούσε το στόχο της συγκεντροποίησης του καθορισμού των εθνικών προϋπολογισμών και οικονομικών πολιτικών στις Βρυξέλλες. Στην κρίση του 2008-2011 βρήκε την ευκαιρία να εφαρμόσει το «δόγμα του σοκ» και να ικανοποιήσει και αυ­τό το στόχο της. Η BusinessEurope ανέλαβε να πείσει τους ευρωβουλευτές να κάνουν ακό­μα πιο αυστηρές τις προτάσεις της Κομισιόν. Η BusinessEurope και η ERT λειτουργούν σε στενή συνεργασία, με ανά 15θήμερο συναντή­σεις σε επίπεδο γενικού γραμματέα.
Το τραπεζικό λόμπι παίζει επίσης σημαντικό ρόλο, αφού συνέγραψε το πλαίσιο της φιλελευ­θεροποίησης του μαζί με την Κομισιόν το 1999 και το 2008-2010 κατάφερε να ματαιώσει κάθε ιδέα περιορισμού των κερδοσκοπικών δραστη­ριοτήτων του. Απόλυτο σύμβολο της δύναμης του, η συμμετοχή -για πρώτη φορά στην ιστο­ρία-λομπιστών του (Τζ. Άκερμαν κ.ά.) σε Σύ­νοδο Κορυφής την 21η Ιουλίου 2011. Εκεί πα­ρουσίασε μια πρόταση μεταφοράς των χρε­ών της Ελλάδας από τις τράπεζες στα κράτη, την οποία οι αρχηγοί των τελευταίων ενέκριναν παμψηφεί. 
Εμείς τι κάνουμε;
Πηγή: ΠΡΙΝ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου