Μια χώρα πρέπει, πάνω απ’όλα, να έχει δημοκρατία. Αν το θέμα είναι να έχει απλώς κυβέρνηση, η συγκεκριμένη χώρα είχε κυβέρνηση και επί Χούντας
του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου
Μπορεί να στοιχηματίσει κανείς με ασφάλεια: από το 1974 και μετά, αποκλείεται να υπήρξε πρωθυπουργός που μέσα σε ένα διάγγελμα δύο λεπτών και έξι δευτερολέπτων να έκανε τόσες δραματικές επικλήσεις στη χώρα, την πατρίδα και το έθνος, την ίδια στιγμή που μια τόσο ευρεία κοινωνική πλειοψηφία ήταν τόσο εξαγριωμένη εναντίον του και εναντίον της κυβέρνησής του.
Αυτή η κραυγαλέα αντίφαση δεν μπορεί, βεβαίως, να καλυφθεί με κανέναν ανασχηματισμό. Το προεξοφλεί ο ίδιος ο Παπανδρέου: σήμερα δηλώνοντας αποφασισμένος να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο και χτες υπερασπιζόμενος τον υπουργό Οικονομικών, με το (εύλογο) επιχείρημα ότι οι ενέργειές του εμπίπτουν στο σχεδιασμό ολόκληρης της κυβέρνησης.
Η αλλαγή προσώπων, λοιπόν, προφανώς δεν σηματοδοτεί αλλαγή σχεδιασμού: συνιστά απλώς ομολογία ότι τα πρόσωπα (ακόμα κι αν πρόκειται για τον ίδιο τον πρωθυπουργό) είναι αναλώσιμα. Μέσω του ανασχηματισμού, έτσι, το ΠΑΣΟΚ δεν επιδιώκει παρά να κερδίσει πολιτικό χρόνο, προσβλέποντας σε διεθνείς εξελίξεις, δοκιμάζοντας τρόπους διαχείρισης της κοινωνικής διαμαρτυρίας και επιχειρώντας να δώσει το μήνυμα ότι η «ομάδα» αντέχει και έχει «πάγκο»: απομακρύνοντας τους φθαρμένους (λες και φταίνε αυτοί προσωπικά για τη φθορά τους), εντάσσοντας σε ένα νέο κυβερνητικό σχήμα νέους ή διαφωνούντες από τις τάξεις του, ζητώντας εμπιστοσύνη από άλλες πτέρυγες της Βουλής, ενδεχομένως δε και αξιοποιώντας εξωκοινοβουλευτικούς (τεχνοκράτες), μολονότι οι τελευταίοι δεν έχουν την παραμικρή νομιμοποίηση από την κοινωνία. Όλα αυτά, βεβαίως, για να υλοποιηθεί το ίδιο αντικοινωνικό πολιτικό πρόγραμμα.
Όσο ευνόητα κι αν είναι τα παραπάνω, είθισται να αντιμετωπίζονται απαξιωτικά, με το δήθεν ακαταμάχητο επιχείρημα ότι «η χώρα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να έχει μια κυβέρνηση». Δεν ξέρω γιατί πολλοί εκπρόσωποι της Αριστεράς, στους οποίους απευθύνεται προνομιακά (όσο και κουτοπόνηρα) το εν λόγω κλισέ, ξοδεύουν το λιγοστό μιντιακό τους χρόνο σε δαιδαλώδεις προτάσεις και περίτεχνες διατυπώσεις, αντί μιας απλής, κατανοητής και ξεκάθαρης απάντησης, που κάθε άλλο παρά στερείται υπεθυνότητας: μια χώρα πρέπει, πάνω απ’όλα, να έχει δημοκρατία. Αν έχει δημοκρατία, θα βρει και κυβέρνηση. Μόνο κυβέρνηση, όμως, η συγκεκριμένη χώρα είχε και επί Χούντας.
Από το ΄90 και μετά, αν και ευτυχώς με αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, το να έχει η χώρα δημοκρατία λογιζόταν ως αποκλειστική υπόθεση του κράτους. Χάρη στην επάνοδο του δήμου, που πιστοποιεί η μαζική κάθοδος των «Αγανακτισμένων» και επικύρωσαν οι μαζικές απεργιακές συγκεντρώσεις, η ελληνική κοινωνία κάνει σήμερα ένα σημαντικό βήμα προς αυτό που οι πλατείες αποκαλούν «πραγματική δημοκρατία». Τα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά. Χάρη στο βήμα αυτό, η 15η Ιουνίου ήταν η μέρα που για πρώτη φορά, έπειτα από πάρα πολλά χρόνια, μια μάχη στη Βουλή, αυτή για το Μεσοπρόθεσμο, είχε πραγματικά ανοιχτή έκβαση: επιτέλους, το αποτέλεσμα δεν ήταν προδιαγεγραμμένο ως εκ της αριθμητικής υπεροχής των βουλευτών της κυβέρνησης, καθώς η υπεροχή αυτή, και επισφαλής αποδείχτηκε, υπό την πίεση των μαζικών κινητοποιήσεων, και όλο πιο αναντίστοιχη με την κοινωνική πλειοψηφία είναι, όπως οι τελευταίες δείξαν κατ΄επανάληψη.
Με δεδομένη, λοιπόν, την αντίφαση που επισημάναμε στην αρχή (άλλα, δηλαδή, να ισχυρίζεται το κράτος ότι θέλει το έθνος, άλλα να διεκδικεί μαζικά και θυμωμένα η κοινωνία), το αίτημα για πραγματική δημοκρατία είναι ταυτόχρονα και το πιο ισχυρό επιχείρημα απέναντι στους φαρισαϊσμούς περί ενδεχόμενης ακυβερνησίας. Δεν είναι δυνατόν να ενδιαφέρεται περισσότερο για τις «συντάξεις του κοσμάκη» ο πρωθυπουργός ή το κεντρικό δελτίο του Alter και λιγότερο οι συνταξιούχοι, που αντιλαμβανόμενοι τι θα πει «εγγύηση των συντάξεων» διά του Μνημονίου, βρίσκονται στους δρόμους και τις πλατείες απέναντι στο Μεσοπρόθεσμο.
Πηγή: Red NoteBook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου