του Σπύρου Ραυτόπουλου*
Τα ιστορικά διδάγματα, ιδίως τα δυσάρεστα, δεν είναι συνετό να αγνοούνται. Η ιστορία μπορεί να μη διαγράφει ακριβώς κύκλους, αλλά κάποιες καμπές της -που σφραγίστηκαν από συγκεκριμένους ρόλους ηγεσιών, ομάδων συμφερόντων και δογματικής στενοκεφαλιάς- έχουν ένα σατανικό τρόπο να αναπαράγονται. Δεν έχουμε άρα την πολυτέλεια, να θεωρούμε συμπτωματικές κάποιες πρώιμες κραυγαλέες ομοιότητες.
Μνείας και ερμηνευτικής προσέγγισης χρήζει η πρόσφατη αλλαγή πλεύσης ομάδας πολιτικών και διανοουμένων, καθώς η επί το συντηρητικότερο μεταστροφή κάποιων από την πρώτη ομάδα αιφνιδίασε ακόμα και ψηφοφόρους τους. Είναι χαρακτηριστική η στάση της κυρίας Παπαρήγα: χωρίς να υπάρχει καμιά επίσημη συνθηκολόγηση με τον καπιταλισμό, την ΟΝΕ και την «ΕΕ του μεγάλου κεφαλαίου και των μονοπωλίων» πρόλαβε να προδικάσει ως καταστροφικό κάθε ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ[1]. Βέβαια σχεδόν πριν αλέκτωρ (βλέπε Αλέκα στην ελληνική κομμουνιστική βίβλο) φωνήσαι, και προφανώς υπό την πίεση του κόσμου, είχαμε υπενθύμιση από μέρους της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. της δικαίωσης του κόμματος για τη συνεπή στάση του κατά του «ευρωμονόδρομου»[2]. Τώρα το πώς η αντίθεση στον ευρωμονόδρομο συνάδει με την αντίθεση στην έξοδο από το ευρώ, αποτελεί ένα μυστήριο που δεν γνωρίζω αν η εν λόγω βίβλος θα φώτιζε επαρκώς. Επίσης, μπορεί το Κ.Κ.Ε. να νοιαζόταν πάντα για την ενδυνάμωση της ταξικής συνείδησης των εργαζομένων -κάτι που θα αποδεικνυόταν στο πεδίο της ταξικής πάλης- τώρα όμως που το πεδίο (όχι σώνει και καλά περιορισμένο στους χώρους εργασίας με επικεφαλής συνδικαλιστές τους συνήθεις ουραγούς της Γ.Σ.Ε.Ε. και της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., αλλά εκείνο των πλατειών και της γενικευμένης σύγκρουσης) είναι πλήρες αγανακτισμένων και αποφασισμένων πολιτών έτοιμων να αντιμετωπίσουν ακόμα και χημικούς πολέμους όπως στο Σύνταγμα, η κυρία Παπαρήγα φαίνεται δυσαρεστημένη. Γιατί; Διότι δεν μπήκαμε στις λιτανείες που αντιλαμβάνεται ως αποτελεσματική μάχη, και μάλιστα απόλυτα συντονισμένοι, ως οφείλαμε, με το... πρωτοπόρο βήμα των εγκεκριμένων εργατοπατέρων και εθνοπατέρων, υπό τα παραγγέλματά της ή υπό τη σημαία του Π.Α.ΜΕ.! Για αυτήν, μικρή σημασία έχει αν λόγω προλεταριοποίησης πυκνώνουν οι τάξεις της τάξης που δηλώνει ότι εκπροσωπεί το Κ.Κ.Ε.. Αυτό που την δυσαρεστεί είναι ότι οι αγανακτισμένοι εννοούν να κάνουν του κεφαλιού τους, ότι τολμούν να αγνοήσουν την φωτισμένη καθοδήγηση του κόμματος, και μάλιστα την ώρα που αυτό υποτίθεται ότι θα μπορούσε να διεκδικήσει ένα χορταστικό κομμάτι της κοινοβουλευτικής πίτας.
Παρόμοια δυσαρέσκεια είναι φυσικό να νιώθουν και αρκετοί διανοούμενοι για ποικίλους λόγους. Κάποιοι από αυτούς είναι απλώς κομφορμιστές ή ακόμα και κρατικοδίαιτοι και άρα εξ ορισμού αντίθετοι προς οτιδήποτε το οποίο έστω και στοιχειωδώς κινείται στον πολιτικό χώρο διαταράσσοντας τα λιμνάζοντα ύδατά του. Κάποιοι άλλοι, προοδευτικότεροι, ποτέ δεν πίστεψαν στη δυναμική των αυθόρμητων κινημάτων, και για αυτό δεν χάνουν ευκαιρία να τοποθετούνται ανοιχτά υπέρ μιας συντεταγμένης -δηλαδή μιας άνωθεν καθοδηγούμενης- αντίστασης. Υπάρχουν ασφαλώς και όσοι στην συντεταγμένη αυτή αντίσταση εντάσσουν απλώς τις προσωπικές τους πολιτικές και λοιπές φιλοδοξίες.
Μιας και η στάση του ΚΚΕ, των λοιπών κομμάτων, της συνδικαλιστικής ηγεσίας και μεγάλου μέρους της διανόησης θυμίζει έντονα σκηνικό του Γαλλικού Μάη, ας ελπίσουμε το σύγχρονο σενάριο να μας επιφυλάσσει καλύτερο ρόλο για τη συνέχεια. Πριν απ’ αυτό ας ελπίσουμε ότι το κίνημα των πλατειών θα εξελιχτεί σε παλλαϊκή αντίσταση και πορεία ανατροπής που δε θα περιμένει ούτε τις ευλογίες τους ούτε βέβαια τις πρωτοβουλίες τους, ιδίως τις όψιμες, οι οποίες θα μπορούσαν να στραφούν στην έναρξη συμβιβαστικών διαπραγματεύσεων με την εξουσία για λίγα ψιχία στον τομέα των εργασιακών σχέσεων, αμοιβών και δικαιωμάτων, και άρα τον τελικό ενταφιασμό των ριζοσπαστικών λαϊκών προσδοκιών όπως ακριβώς τότε. Τα πρώτα δείγματα τα έχουμε δυστυχώς ήδη: τη στιγμή που στο Σύνταγμα ένα τεράστιο πλήθος ελεύθερων από κομματικές περιχαρακώσεις πολιτών έδινε εν μέσω δακρυγόνων τη μάχη κατά της οικονομικής εξαθλίωσης, κατά του σάπιου πολιτικού συστήματος και υπέρ της δημοκρατίας, το Π.Α.ΜΕ. πορευόταν ανενόχλητο προς το Ζάππειο και άλλες διευθύνσεις, επαναλαμβάνοντας πειθήνια και μηχανικά τα συνθήματα για «το δίκιο του εργάτη» που υπέβαλε η μονότονη φωνή της ντουντούκας.
Ο ρόλος των ηγεσιών των Κ.Κ. και των μεγάλων συνδικαλιστικών οργανώσεων μοιάζει να μην έχει αλλάξει μέχρι σήμερα. Οι βαθιές πολιτικές αντισυστημικές αξιώσεις του κινήματος υποβιβάζονται σε εργασιακές διεκδικήσεις και το κίνημα που έχει ξεφύγει από την κηδεμονία της κοινοβουλευτικής ανεπαρκούς αριστεράς και προσπαθεί να ενώσει όλες τις ζωντανές κοινωνικές δυνάμεις σε έναν αγώνα για σημαντικές πολιτικές ανατροπές, θέλουν να επιστρέψει αποκομμένο από τη λοιπή κοινωνία, προσγειωμένο και περιορισμένο στους χώρους δουλειάς και στα εργατικά «αιτήματα» προς την εξουσία, στις συνήθεις στάσεις εργασίας, ή το πολύ στις εικοσιτετράωρες κλαδικές απεργίες και στις πορείες διαμαρτυρίας, εκεί που χειραγωγίσιμο από τους ταξικούς του προφήτες, αγνοείται από τους ταξικούς του αντιπάλους τόσο εύκολα, όσο εύκολα στο τέλος ηττάται.
Ο ρόλος των ηγεσιών των Κ.Κ. και των μεγάλων συνδικαλιστικών οργανώσεων μοιάζει να μην έχει αλλάξει μέχρι σήμερα. Οι βαθιές πολιτικές αντισυστημικές αξιώσεις του κινήματος υποβιβάζονται σε εργασιακές διεκδικήσεις και το κίνημα που έχει ξεφύγει από την κηδεμονία της κοινοβουλευτικής ανεπαρκούς αριστεράς και προσπαθεί να ενώσει όλες τις ζωντανές κοινωνικές δυνάμεις σε έναν αγώνα για σημαντικές πολιτικές ανατροπές, θέλουν να επιστρέψει αποκομμένο από τη λοιπή κοινωνία, προσγειωμένο και περιορισμένο στους χώρους δουλειάς και στα εργατικά «αιτήματα» προς την εξουσία, στις συνήθεις στάσεις εργασίας, ή το πολύ στις εικοσιτετράωρες κλαδικές απεργίες και στις πορείες διαμαρτυρίας, εκεί που χειραγωγίσιμο από τους ταξικούς του προφήτες, αγνοείται από τους ταξικούς του αντιπάλους τόσο εύκολα, όσο εύκολα στο τέλος ηττάται.
Η θεωρητική δικαιολογία που έχουν πρόχειρη εδώ και 150 χρόνια, διατηρεί τη ζωντάνια και τη φρεσκάδα της... φορμόλης: ο αγώνας πρέπει να στοχεύει στην οικονομική βάση και όχι στο πολιτικό εποικοδόμημα. Από τη μαρξιστική αυτή θέση περισσότερο έχει μετακινηθεί όλα αυτά τα χρόνια η ταριχευμένη σωρός του Λένιν παρά η στάση του Κ.Κ.Ε.. Η σχετική θρησκευτική προσήλωση θα αποτελούσε και μια πιθανή εξήγηση για τη νωχέλεια και τη στερεοτυπία που χαρακτηρίζουν τη δράση του κόμματος στο πεδίο της υπερδομής, αφού η «ματαιότητα» της μάχης των πολιτικών και κοινωνικών θεσμών μέσα στον καπιταλισμό καθιστά καθώς φαίνεται περιττή τη σπατάλη δυνάμεων! Ένα πράγμα όμως είναι η «ματαιότητα» της καθαρά πολιτικής δράσης και των πολιτικών διεκδικήσεων και άλλο πράγμα το τερπνόν και ωφέλιμον για τους εκλεγμένους, εκλόγιμους και εκλέξιμους συντρόφους και για τα επίσημα όργανα. Είναι πια φαεινό πως η κομουνιστική πράξη έχει αναλάβει εργολαβικά -μην πω και με το αζημίωτο- το καθήκον υπεράσπισης και της μαρξικής θέσης περί κομματικής συγκρότησης του προλεταριάτου: «Στην πάλη του εναντίον της συλλογικής εξουσίας των τάξεων που κατέχουν ιδιοκτησία, το προλεταριάτο μπορεί να δράσει σαν τάξη μονάχα αν συγκροτηθεί το ίδιο σε ξεχωριστό πολιτικό κόμμα» (Μαρξ 1866). Αυτό για κάποιους συντρόφους κομμουνιστές υπέχει θέση πρωταρχικού καθήκοντος που όμως έχει επιτελεστεί: και κομουνιστικό κόμμα έχουμε, και δε χαζεύει δεξιά κι αριστερά με τις παραβιάσεις των θεσμών, τις θεσμικές ελλείψεις και τα ελλείμματα, αλλά παραμένει προσηλωμένο στον αγώνα του εργοστασίου, του τόπου δουλειάς και της εργατικής συνοικίας. Η λογική τους προφανώς τους υπαγορεύει ότι μπορούμε να προχωρήσουμε στην ανατροπή των οικονομικών δεδομένων αφήνοντας ανέγγιχτους τους πολιτικούς θεσμούς που επιτρέπουν στην αγορά να αλωνίζει!
Αν το κίνημα των αγανακτισμένων δεν αυτοπροστατευτεί, αν ενδώσει στο τραγούδι των μονότονων αυτών Σειρήνων, αν διασπαστεί, ή αν αποδεχτεί την εκπροσώπησή του από υπαρκτές ή εν σπέρματι κοινοβουλευτικές και συνδικαλιστικές δυνάμεις, τότε θα έχουμε αναπόφευκτα ένα ημιτελές και άτολμο remake του γαλλικού πρωτοτύπου του 68. Τα ιστορικά διδάγματα, ιδίως τα δυσάρεστα, δεν είναι συνετό να αγνοούνται. Η ιστορία μπορεί να μη διαγράφει ακριβώς κύκλους, αλλά κάποιες καμπές της -που σφραγίστηκαν από συγκεκριμένους ρόλους ηγεσιών, ομάδων συμφερόντων και δογματικής στενοκεφαλιάς- έχουν ένα σατανικό τρόπο να αναπαράγονται. Δεν έχουμε άρα την πολυτέλεια, να θεωρούμε συμπτωματικές κάποιες πρώιμες κραυγαλέες ομοιότητες.
[1] Αλέκα Παπαρήγα, Υπό τις παρούσες συνθήκες καταστροφική η έξοδος από το ευρώ, ethnos.gr, http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22767&subid=2&pubid=63107079 (προσπέλ. 20/7/2011).
[2] Ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 32 χρόνια από την κύρωση της συνθήκης ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ – ΕΕ (2/7/2011) .
* Ο Σπύρος Ραυτόπουλος είναι συνθέτης
Παράλληλη δημοσίευση στο Διακυβέρνηση και Πολιτική και το Monthly Review
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου