21/9/11

Κινήματα και διακυβεύματα

του Σπύρου Ραυτόπουλου*

Δύο είναι τα βασικά προτάγματα και τα αντίστοιχα διακυβεύματα των πρόσφατων εξεγέρσεων και των κινημάτων. Το ένα αφορά την οικονομία, και μέσα σε μια διαδικασία ραγδαίας κοινωνικής εξαθλίωσης εμφανίζεται ως το πιο επείγον. Tο άλλο αφορά τους πολιτικούς θεσμούς και είναι αυτό που αξιώνει τη θέση του πιο καθοριστικού για το κοινό μας μέλλον σε πείσμα των δογματισμών της οικονομικής αιτιοκρατίας. Δεδομένου ότι η θεωρία είναι εγκυρότερη όχι ως παραγωγός της πραγματικότητας και της ιστορίας αλλά ως ερμηνευτής τους, οι στιγμές επιβάλλουν μάλλον την προσεκτική ερμηνευτική καταγραφή των πρόσφατων εξελίξεων, παρά τον επηρεασμό τους στη βάση προϋπαρχουσών θεωριών. Μπορούμε να έχουμε την επιβεβαίωση, την αναθεώρηση, την πλήρη αμφισβήτηση θεωριών, αλλά και τη γέννηση νέων. Μπορούμε να συνεχίσουμε τη συζήτηση για τους όρους της αιτιώδους σχέσης μεταξύ πολιτικής και οικονομίας, το διάλογο μαρξιστών νεομαρξιστών και φιλελευθέρων, την αντιπαράθεση μεταξύ μεταρρυθμιστικής και επαναστατικής αριστεράς κ.λπ., αλλά δεν μπορεί να εθελοτυφλούμε μπροστά σε βασικές και ρητά διατυπωμένες κοινωνικές διεκδικήσεις όπως αυτές καταγράφονται στη σημερινή ιστορική συγκυρία, απλώς επειδή δε συμφωνούν με παγιωμένες ιδεολογικές μας αντιλήψεις και θέσεις. 
 
Το οικονομικό πρόταγμα 

Το πιο επείγον και ευρύτερα υιοθετημένο πρόταγμα είναι η ανατροπή των λεηλατικών προγραμμάτων δημοσιονομικής «εξυγίανσης» και «διάσωσης» χωρών, ήτοι προγραμμάτων τα οποία επιφέρουν μέσω θεραπειών-σοκ το αντίθετο από το ρητορικά διακηρυσσόμενο. Στο σύγχρονο νεοφιλελεύθερο λεξιλόγιο ο όρος «εξυγίανση» περιγράφει την επεμβατική πολιτική που προκαλεί συρρίκνωση, αφοπλισμό και ιδιωτικοποίηση του κράτους, γιγάντωση του ιδιωτικού τομέα, εκποίηση ή παραχώρηση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης της δημόσιας περιουσίας και των εθνικών πόρων, αποσύνθεση του παραγωγικού και κοινωνικού ιστού, κινεζοποίηση των όρων εργασίας και τελικά ραγδαίο μαρασμό των εθνικών οικονομιών και μετατροπή των εργαζομένων σε επαίτες περιστασιακής απασχόλησης. Ο όρος «διάσωση» έχει σήμερα διπλή σημασία: α) ως σχήμα λόγου (γνωστού ως ειρωνεία) χρησιμοποιείται για την περιγραφή της ολοκληρωτικής καταστροφής των εθνικών οικονομιών, της αέναης εξάρτησής τους από το πιστωτικό κεφάλαιο και της παράδοσης της εθνικής κυριαρχίας και των εθνικών πόρων στους δανειστές˙ β) ως κυριολεξία περιγράφει την από μέρους των λαών πραγματική διάσωση του ΔΝΤ από την επαπειληθείσα οικονομική του κατάρρευση όπως μας λέει η Ναόμι Κλάιν[i] -η διεθνής του ανυποληψία μάλλον παραμένει- την διάσωση του ευρώ και του διεθνούς τραπεζικού συστήματος όπως και της κερδοφορίας του κολοσσιαίου πιστωτικού κεφαλαίου που αναζητούσε εναγωνίως επενδυτικές ευκαιρίες. Ο επείγων χαρακτήρας του προτάγματος προκύπτει από τρεις βασικές λογικές διαπιστώσεις: α) κάθε καθυστέρηση στην αποκήρυξη τέτοιων χρεών βυθίζει τις χώρες -ιδίως τις πιο αδύνατες όπως η Ελλάδα- πιο βαθιά στη δίνη του εξωτερικού δανεισμού και της εξάρτησης και άρα της περαιτέρω απώλειας λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας˙ β) κάθε καθυστέρηση συρρικνώνει τα περιθώρια αποτελεσματικής αντίστασης κατά της επιθετικής πιστωτικής κερδοσκοπίας, μιας αντίστασης που θα μπορούσε σχηματικά, κυνικά αλλά και πειστικά να συνοψισθεί στην εξής διατύπωση: «ή το κερδοσκοπικό κεφάλαιο και οι πολιτικοί του εντολοδόχοι αναλαμβάνουν οικειοθελώς το οικονομικό και πολιτικό κόστος της διαγραφής σημαντικού μέρους, αν όχι ολόκληρου του ελληνικού χρέους και των λοιπών παράνομων επαχθών και ειδεχθών χρεών, προκειμένου να διασώσουν τον ίδιο το μηχανισμό αναπαραγωγής τους (κάτι που τους ενδιαφέρει πρωτίστως), ή μια ενδεχόμενη μονομερής και με καθαρά κοινωνικούς όρους και εθνικά κριτήρια -αλλά παρά ταύτα νόμιμη με όρους διεθνούς δικαίου- άρνηση των χρεών, απειλεί να θέσει για πολλούς λόγους σε μεγαλύτερο κίνδυνο ολόκληρο το μηχανισμό καθαυτόν, ή τουλάχιστον μέρος του»˙ γ) κάθε καθυστέρηση σημαίνει και αναπόφευκτη αναβολή οποιασδήποτε οικονομικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης, αποκατάστασης της κοινωνικής συνοχής, της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας, της λήψης φιλεργατικών και φιλολαϊκών μέτρων, της επανίδρυσης κράτους με έστω στοιχειωδώς κοινωνικό πρόσωπο. 

Η καθοριστική διεκδίκηση 

Ωστόσο η πολιτικά καθοριστική διεκδίκηση είναι εκείνη της πραγματικής δημοκρατίας˙ της δημοκρατίας που συνέχεται με τη λαϊκή κυριαρχία, δύο έννοιες τις οποίες μέχρι σήμερα πολλοί ύμνησαν αλλά ελάχιστοι αγάπησαν. Το περιεχόμενο του δεύτερου αυτού προτάγματος που τίθεται -ίσως περισσότερο ενστικτωδώς ακόμα, παρά εν πλήρει συνειδήσει- από όλο και μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού, φαίνεται πως πρώτα θα γίνει αντιληπτό και αποδεκτό από τον τελευταίο αναλφάβητο πολίτη της χώρας, τον οποίον κατ' αρχάς οφείλουμε να τιμούμε, και μετά από τους πνευματικούς ταγούς της, για πολλούς από τους οποίους προσωπικά θα δυσκολευόμουν να πω το ίδιο. Όπως συχνά συμβαίνει στις σύγχρονες ελληνικές αίθουσες διδασκαλίας, (πόσω μάλλον στις σχεδιαζόμενες[ii] και σε αυτές που ήδη προκύπτουν από το σχέδιο «Καλλικράτης») έτσι κι εδώ, στους χειρότερους μαθητές της τάξης ανήκουν αρκετοί από τους διδάσκοντες, οι δε χείριστοι δεν είναι άλλοι από τους θιασώτες των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων. Όσο για τους εμπνευστές αυτών των μεταρρυθμίσεων, που προσπαθούν να πείσουν τον λαό ότι η παιδεία βελτιώνεται όχι με την αύξηση αλλά με την μείωση των αντίστοιχων κρατικών δαπανών, τη μείωση αιθουσών, ωρών διδασκαλίας και εκπαιδευτικού προσωπικού, τη μετατροπή των Α.Ε.Ι. σε Α.Ε., την αυταρχική ιεραρχική τους δομή και την πρόσδεσή τους στις ανάγκες της ήδη ασύδοτης αγοράς, το μόνο που μπορεί να πει κανείς είναι ότι οι μαθησιακές τους δυσκολίες θα απαιτούσαν την εγγραφή τους σε ειδικό σχολείο, πάντως προς θεού όχι σε σχολείο πολιτικής «δεύτερης ευκαιρίας»! 

Το συμπέρασμα είναι ταυτόχρονα αποκαρδιωτικό και χαρμόσυνο. Αποκαρδιωτικό διότι σε μια κρίσιμη περίοδο, διαπιστώνουμε ότι η κοινωνία πορεύεται στερούμενη επαρκούς πνευματικής καθοδήγησης˙ χαρμόσυνο διότι δείχνει ότι σημαντικό τμήμα της καταφέρνει να προσανατολιστεί και χωρίς επαρκή πνευματική ηγεσία, σε αρκετές δε περιπτώσεις υποχρεώνοντάς τους ταγούς της να την ακολουθήσουν για λόγους έστω αυτοσυντήρησης. Το τελευταίο θεωρείται από κάποιους πολύ καλό για να είναι αλήθεια, ενώ για κάποιους άλλους αποδεικνύεται πολύ ενοχλητικό ως αλήθεια. Γνωρίζαμε ότι στους αμφισβητίες της πρώτης ομάδας συγκαταλέγονται σκεπτικιστές από όλους τους χώρους. Αυτό που δεν ήταν ευρέως γνωστό είναι οι υψηλές συγκεντρώσεις αριστερών στη δεύτερη ομάδα˙ και εδώ βρίσκεται η δεύτερη απογοήτευση. 
__________________________________________

[i] Ναόμι Κλάιν, Σας εκπαιδεύουν να αισθάνεστε ένοχοι (συνέντευξη), tovima.gr, http://www.tovima.gr/default.aspx?pid=6525&la=1&aid=357999 (προσπέλ. 5/7/2011). 
[ii] Προσχέδιο νόμου «Οργάνωση Ανώτατης Εκπαίδευσης, Ανεξάρτητη Αρχή για τη Διασφάλιση και Πιστοποίηση της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση», Υπουργείο Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων (minedu), http://www.minedu.gov.gr/publications/docs2011/sxedio_nomoy_gia_thn_anwtath_ekpaideysh_110705.pdf (προσπέλ. 20/7/2011).


* Ο Σπύρος Ραυτόπουλος είναι συνθέτης

Παράλληλη δημοσίευση στο Διακυβέρνηση και Πολιτική και στο Ποντίκι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου