του Νίκου Κοτζιά
Θα διηγηθώ μια απλή ιστορία που επιβεβαιώνει την πεπατημένη σε αυτό τον τόπο.
Ιστορία η οποία κτυπά το καμπανάκι για το τι μπορεί να συμβεί στην εποχή της κρίσης. Πιθανότητα που αναλύω στη συνέχεια.
Φέτος, στα τέλη του Φεβρουαρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε ότι η τιμή πώλησης το 2003 των Μεταλλείων Κασσάνδρας στην εταιρεία «Ελληνική Χρυσός», ήταν κατώτερη της αγοριαίας πραγματικής αξίας τους. Ότι η εταιρεία οφείλει να επιστρέψει στο ελληνικό κράτος παράνομες επιδοτήσεις ύψους 15 εκατομμυρίων ευρώ καθώς και να πληρώσει φόρους ύψους 1,34 εκατομμύρια Ευρώ.
Τα μεταλλεία στα οποία υπάρχουν χρυσός, χαλκός. ασήμι, μόλυβδος και ψευδάργυρος είχαν αγοραστεί στην τιμή των ένδεκα εκατομμυρίων ευρώ.
Δηλαδή δόθηκαν στο κράτος 11 εκατομμύρια για μια αγορά για την οποία ο ιδιώτης αγοραστής έλαβε από το κράτος, άμεσα ή έμμεσα, 16,34 εκατομμύρια ευρώ,
Να θυμίσω ότι η πώληση, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή έγινε χωρίς ανοικτό διαγωνισμό ή εκτίμηση περιουσιακών στοιχείων. Δεν με ενδιαφέρει η αγοροπωλησία καθαυτή. Εκείνο που συγκρατώ είναι ότι το 2003, σε περίοδο ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας, εταιρεία αγοράζει δημόσια περιουσία κατά πολύ φτηνότερα της πραγματικής της αξίας. Ότι για αυτή την υποτιμημένη αγορά έλαβε κρατική επιδότηση ανώτερη του ποσού αγοράς που κατέβαλε.
Όλα αυτά, επαναλαμβάνω, σε περίοδο ανάπτυξης και «πλουτισμού» της χώρας. Σε περίοδο που η κοινοβουλευτική δημοκρατία έδειχνε να λειτουργεί με όλους τους κανόνες.
Το μεγάλο ερώτημα είναι τι θα γίνει με την δημόσια περιουσία που τίθεται στη διάθεση ιδιωτών σε περίοδο κρίσης από μια κυβέρνηση που παραβιάζει τους κανόνες της δημοκρατίας και όπου το κοινοβούλιο περιορίζεται ως προς τα θεμελιακά ζητήματα να επικυρώνει ανειλημμένες αποφάσεις από μικρό κύκλο ανθρώπων και να επιδιώκουν ορισμένοι να περιορίσουν την πλειοψηφία στο ρόλο του χειροκροτητή.
Το πρόβλημα που θα προκύψει είναι πολιτικό, δημοκρατικό, οικονομικό, αλλά ακόμα και λογιστικό.
Η Ελλάδα καλείται να κάνει την μεγαλύτερη στην ιστορία της πώληση δημόσιας περιουσίας και μεταφοράς της όποιας αξιοποίησής της σε ιδιώτες ή και σε δημόσιους φορείς τρίτων κρατών (όπως είναι η Deutsche Telecom στον ΟΤΕ – για να μην ξεχνιόμαστε). Την πώληση αυτή την κάνει με δέσμευση έναντι της γερμανοποιημένης ΕΕ προκειμένου να λάβει τις δόσεις των δανείων που έχει συμφωνήσει.
Αυτό σημαίνει ότι η πώληση ή εκχώρηση της δημόσιας περιουσίας θα βρίσκεται συνεχώς υπό πίεση χρόνου και θα υπόκειται στον έλεγχο των δανειστών και, ταυτόχρονα, υποψηφίων αγοραστών. Μάλιστα, θα υπάρχουν χρονοδιαγράμματα σε σχέση και σε εξάρτηση με την είσπραξη δανείων και την αποπληρωμή τοκοχρεολυσίων. Αυτά τα χρονοδιαγράμματα είναι δημοσίως γνωστά. Κατά συνέπεια τα γνωρίζουν οι υποψήφιοι αγοραστές.
Κατά προέκταση δεν έχουν παρά να συμβάλλουν στην άσκηση (χρονικής) πίεσης επί του ελληνικού δημοσίου και της κυβέρνησης και θα πολλαπλασιάζονται οι πιθανότητες να αγοράζουν κάθε μέρα πιο φτηνά από την προηγούμενη.
Με άλλα λόγια σε συνθήκες κρίσης και χρέους που υπερβαίνει το μπόι της χώρας, χρέος που συνεχώς θα αυξάνει εξαιτίας της ύφεσης, η δημόσια περιουσία θα απαξιώνεται. Μετά δε από κάθε βήμα απαξίωσης θα πωλείται σε εκείνους που επέβαλαν την πολιτική απαξίωσης.
Ίσως ορισμένοι νομίσουν ότι η απαξίωση της δημόσιας περιουσίας δεν είναι προς στο συμφέρον των δανειστών μας διότι σε αντιστοιχία με τον βαθμό απαξίωσης θα δυσκολεύεται η Ελλάδα να πληρώσει τα χρέη της. Ουσιαστικά συμβαίνει ακριβώς το αντίστροφο. Είναι προς το συμφέρον τους. Και τούτο διότι αποκτούν, κάτι διεθνώς πρωτοφανές, εγγυήσεις για τα δάνειά τους. Αποκτούν δε, αυτές τις εγγυήσεις ως διπλοεγγυήσεις.
Με την έννοια ότι και διασφαλίζουν σε ένα σημαντικό βαθμό τα δάνειά τους, αλλά και εξασφαλίζουν να αγοράσουν με λίγα χρήματα σημαντική περιουσία.
Περιουσία που θα την αποκτήσουν με τα ποσά που σωρεύουν από την τοκογλυφική λεηλάτηση της χώρας.
Πηγή: http://www.apnet.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου