του Δημήτρη Καζάκη
Οικονομολόγου - Αναλυτή
Το φάντασμα μιας επίσημης πτώχευσης τύπου Αργεντινής του 2001 φαίνεται να στοιχειώνει την Ελλάδα και την ευρωζώνη. Αυτό υποδηλώνει και η τελευταία υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τη Moody’s. Νωρίς το πρωί της Δευτέρας ο οίκος Moody’s υποβάθμισε εκ νέου την ελληνική οικονομία σε «B1» από «Βa1» (τρεις βαθμίδες) και επισήμανε τις αρνητικές προοπτικές των ratings, ολοκληρώνοντας τη νέα διαδικασία αξιολόγησης, η οποία είχε ξεκινήσει στις 16 Δεκεμβρίου 2010.
Οι λόγοι που επικαλείται ο διεθνής οίκος είναι οι εξής: Τα δημοσιονομικά μέτρα και οι διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται για να σταθεροποιηθεί το χρέος είναι φιλόδοξα και εμπεριέχουν σημαντικό κίνδυνο εφαρμογής, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί έως τώρα.
Αυτό σημαίνει ότι το πρόγραμμα προσαρμογής είναι εξωπραγματικό και επομένως η επίσημη πτώχευση της χώρας αναπόφευκτη.
Σύμφωνα με τη Moody’s, η υποβάθμιση σχετίζεται με την εκτίμηση ότι η Ελλάδα δεν θα μπορεί να ικανοποιήσει τις συνθήκες που απαιτούνται για την έξοδό της στις αγορές μετά το 2013, πράγμα που θα οδηγήσει σε αναδιάρθρωση του υπάρχοντος χρέους. «Επιπλέον, ο κίνδυνος μιας αναδιάρθρωσης μετά το 2013 μπορεί να οδηγήσει τις ελληνικές αρχές και τους επενδυτές να συμμετάσχουν σε μια εθελοντική ανταλλαγή ομολόγων πριν από αυτή την ημερομηνία» σημειώνει ο διεθνής οίκος. Την επομένη, ο Αντόνιο Μπόργκες, επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ, δήλωσε: «Είμαστε πεισμένοι ότι η Ελλάδα θα τα καταφέρει, ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο και ότι το πρόγραμμά μας θα στεφθεί με επιτυχία».
Για την υποβάθμιση της Ελλάδας από τη Moody’s δήλωσε ότι «αυτή δεν είναι η πρώτη και πιθανόν να μην είναι η τελευταία», αφήνοντας να εννοηθεί ότι η κατάσταση δεν έχει πιάσει πάτο ακόμη. Σύμφωνα με τον Μπόργκες, το ελληνικό πρόγραμμα είναι ακόμη στα αρχικά του στάδια, δεν πρέπει να περιμένει κανείς «θαύματα». «Πιθανότατα βρισκόμαστε σε μια στιγμή που οι οικονομικές συνέπειες είναι περισσότερο δύσκολο να γίνουν αποδεκτές και ο λαός γίνεται όλο και πιο σκεπτικός» πρόσθεσε. «Όμως αυτό είναι ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα, πρέπει να είμαστε περισσότερο υπομονετικοί και να περιμένουμε» («Wall Street Journal», 8.3).
Η αποσύνθεση της ελληνικής οικονομίας
Εν τω μεταξύ η Ελλάδα συνεχίζει να πεθαίνει και να αποσυντίθεται. Τα οικονομικά δεδομένα ξεπερνούν κάθε δυσοίωνη πρόβλεψη. Το ΑΕΠ της χώρας, αν υπολογιστεί σε σταθερές τιμές του 2000, μειώθηκε το 2010 κατά 6,8%! Κι αυτό αποτελεί προσωρινή εκτίμηση. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη πτώση από την αρχή της μεταπολίτευσης και οφείλεται πρωτίστως στην τρομακτική συρρίκνωση της κατανάλωσης και στην πτώση των επενδύσεων, που αισίως βρίσκονται στο επίπεδο του 1998.
Η δεκαετία του ευρώ είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ για τις επενδύσεις.
Ο δείκτης όγκου λιανικών πωλήσεων, δηλαδή ο τζίρος της αγοράς σε πραγματικές τιμές, σημείωσε μείωση κατά 6,2% και κατρακύλησε αισίως στο επίπεδο του 2004, ενώ ο δείκτης κύκλου εργασιών μειώθηκε το 2010 κατά 1,1%. Αυτό όμως δεν εμπόδισε τον δείκτη τιμών καταναλωτή να τρέχει με ρυθμό 5,2% σε δωδεκάμηνη βάση και να υπερβαίνει τον μέσο τιμάριθμο της ευρωζώνης σχεδόν κατά 4%. Ούτε επίσης τον δείκτη τιμών παραγωγού στη βιομηχανία να τρέχει με ρυθμό 7,3% σε δωδεκάμηνη βάση!
Κάτι που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση των τιμών των εισαγωγών κατά 9,4%. Με τον τρόπο αυτό η χώρα κυριολεκτικά λεηλατείται από τις μονοπωλιακά υψηλές τιμές των εισαγόμενων προϊόντων που υπερβαίνουν τον αντίστοιχο μέσο όρο της ευρωζώνης κατά 5%.
Την ίδια ώρα η εξωτερική εικόνα της ελληνικής οικονομίας επιδεινώνεται ραγδαία. Ο πίνακας παρουσιάζει τα βασικά δεδομένα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών. Σύμφωνα με αυτόν παρατηρούμε τα εξής:
1. Η μείωση των εισαγωγών συνεχίζεται και το 2010 ως αποτέλεσμα της συνολικής συρρίκνωσης της οικονομίας, τόσο στο επίπεδο της εγχώριας κατανάλωσης και του ΑΕΠ όσο και στο επίπεδο των επενδύσεων. Γι’ αυτό και η μείωση του εμπορικού ελλείμματος παρακολουθεί την αποδυνάμωση των βιορυθμών της ελληνικής οικονομίας.
2. Η αύξηση των εξαγωγών, που ο πρωθυπουργός έχει αναφέρει ως ένδειξη ανάκαμψης της οικονομίας, οφείλεται κυρίως σε κερδοσκοπία μεταπρατικού χαρακτήρα. Οι συνολικές εισπράξεις από εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 27,2%, λόγω της πολύ μεγάλης αύξησης των εισπράξεων από εξαγωγές καυσίμων και πωλήσεις πλοίων. Το καρτέλ των διυλιστηρίων επιδοτεί, μέσω των αυξημένων τιμών καυσίμων στην εσωτερική αγορά, την κερδοσκοπία με την επανεξαγωγή τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πλοία.
3. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών αυξήθηκε, καθώς η μείωση των καθαρών πληρωμών για ταξιδιωτικές και για λοιπές υπηρεσίες υπεραντιστάθμισε τον περιορισμό των καθαρών εισπράξεων από υπηρεσίες μεταφορών. Οι εισπράξεις από ταξιδιωτικές υπηρεσίες μειώθηκαν κατά 20,2% έναντι του Δεκεμβρίου 2009, ενώ οι πληρωμές για ταξιδιωτικές υπηρεσίες μειώθηκαν κατά 27,6%. Σημειώνεται ότι αυτές οι μεγάλες μειώσεις αντανακλούν την παρακώλυση των συγκοινωνιών στην Ευρώπη εξαιτίας των ιδιαίτερα δυσμενών καιρικών συνθηκών τον Δεκέμβριο. Όλα αυτά υπογραμμίζουν πόσο ευάλωτη είναι μια οικονομία που βασίζεται στις υπηρεσίες από αστάθμητους παράγοντες της παγκόσμιας αγοράς.
4. Το έλλειμμα του ισοζυγίου εισοδημάτων αυξήθηκε κατά 108 εκατ. ευρώ, σχεδόν αποκλειστικά λόγω της ανόδου των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη. Η ελληνική οικονομία, ακόμη και στις συνθήκες αυτής της κρίσης, εξακολουθεί να πληρώνει στο εξωτερικό πάνω από 13 δισ. ευρώ τόκους, μερίσματα και κέρδη, που υπερβαίνουν σχεδόν κατά 3 φορές τα δηλωμένα επιχειρηματικά κέρδη των μεγάλων ανωνύμων εταιρειών στην εφορία.
5. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου των τρεχουσών μεταβιβάσεων μειώθηκε κατά 1,1 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το 2009. Η μείωση αυτή προέκυψε από το γεγονός ότι οι «λοιποί τομείς» (μεταναστευτικά εμβάσματα κ.λπ.) εμφάνισαν καθαρές μεταβιβαστικές πληρωμές ύψους 98 εκατ. ευρώ έναντι καθαρών εισπράξεων ύψους 444 εκατ. ευρώ το 2009, ενώ οι καθαρές μεταβιβαστικές εισπράξεις του τομέα της γενικής κυβέρνησης (κυρίως από την Ε.Ε.) μειώθηκαν κατά 520 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή προκύπτει κατά τα 2/3 περίπου από τη μείωση των εισπράξεων και κατά το 1/3 από την αύξηση των πληρωμών.
6. Το 2010 το ισοζύγιο κεφαλαιακών μεταβιβάσεων εμφάνισε πλεόνασμα 2,1 δισ. ευρώ, έναντι 2,0 δισ. ευρώ το 2009. Η εξέλιξη αυτή αντανακλά, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, την αύξηση των κεφαλαιακών μεταβιβάσεων από την Ε.Ε. προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης. Το συνολικό ισοζύγιο μεταβιβάσεων (τρεχουσών και κεφαλαιακών) παρουσίασε πλεόνασμα 2,3 δισ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 3,3 δισ. ευρώ το 2009. Η δημοσιονομική εξάρτηση από την Ε.Ε. αυξήθηκε σημαντικά.
7. Το 2010 οι άμεσες επενδύσεις εμφάνισαν καθαρή εισροή ύψους 694 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα η καθαρή εισροή κεφαλαίων ξένων για άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα ανήλθε σε 1,7 δισ. ευρώ (έναντι καθαρής εισροής 1,8 δισ. ευρώ το 2009) και κατά κύριο λόγο αφορούσε την αύξηση της συμμετοχής ξένων επενδυτών στο μετοχικό κεφάλαιο της Εμπορικής και της Γενικής Τράπεζας, ενώ η καθαρή εκροή κεφαλαίων κατοίκων Ελλάδος για άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό έφθασε το 1,0 δισ. ευρώ (έναντι 1,5 δισ. ευρώ το 2009).
8. Το 2010 σημειώθηκε καθαρή εκροή ύψους 20,9 δισ. ευρώ στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου (έναντι καθαρής εισροής 27,9 δισ. ευρώ το 2009). Η εξέλιξη αυτή αντανακλά κυρίως τη φυγή κεφαλαίων λόγω μείωσης των τοποθετήσεων ξένων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια που εκδόθηκαν εντός της Ελλάδος (κατά 33,0 δισ. ευρώ), καθώς και σε μετοχές ελληνικών επιχειρήσεων (κατά 1,1 δισ. ευρώ). Εκροή ύψους 1,1 δισ. ευρώ σημειώθηκε επίσης λόγω της αύξησης των τοποθετήσεων κατοίκων σε μετοχές του εξωτερικού. Οι εκροές αυτές αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την εισροή κεφαλαίων λόγω μείωσης των τοποθετήσεων των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων και θεσμικών επενδυτών σε ομόλογα και σε χρηματοοικονομικά παράγωγα του εξωτερικού (κατά 14,1 και 0,3 δισ. ευρώ αντίστοιχα). Με άλλα λόγια, μέσα στο 2010 έφυγαν στο εξωτερικό πάνω από 35,2 δισ. ευρώ σε επενδύσεις χαρτοφυλακίου.
9. Στην κατηγορία των «λοιπών» επενδύσεων η καθαρή εισροή ύψους 42,0 δισ. ευρώ (έναντι καθαρής εκροής 3,6 δισ. ευρώ το 2009) οφείλεται κυρίως στον καθαρό δανεισμό του τομέα της γενικής κυβέρνησης ύψους 30,0 δισ. ευρώ, καθώς και στην αύξηση των τοποθετήσεων ξένων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα κατά 3,9 δισ. ευρώ (εισροή). Επίσης, μείωση κατά 7,7 δισ. ευρώ εμφάνισαν οι τοποθετήσεις των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων και θεσμικών επενδυτών σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό (εισροή).
Τα δεδομένα δείχνουν μια γενικευμένη κατάρρευση της οικονομίας. Γι’ αυτό και πρυτανεύει η φυγή των κεφαλαίων στο εξωτερικό. Το 2010 έφυγαν στο εξωτερικό πάνω από 48,2 δισ. ευρώ με τη μορφή επενδύσεων χαρτοφυλακίου, τόκων, μερισμάτων και κερδών. Αν σκεφτεί κανείς ότι η κυβέρνηση από τις περιοριστικές πολιτικές της εξοικονόμησε γύρω στα 17 δισ. ευρώ, μπορεί να καταλάβει γιατί η εφαρμοζόμενη πολιτική είναι τελείως ατελέσφορη και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην πτώχευση με τη μια ή την άλλη μορφή.
Προτεραιότητα οι ελεγχόμενες πτωχεύσεις
Η κατάσταση έχει ξεφύγει και η ευρωζώνη δεν μπορεί πια να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του χρέους και των χρεοκοπιών στο εσωτερικό της. Έτσι είχαμε την εκτίναξη των επιτοκίων του 10ετούς ελληνικού ομολόγου στη δευτερογενή αγορά σε 12,35%, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο από το 1988. Το ίδιο συνέβη και με τα ομόλογα της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, που έφτασαν σε ύψη ρεκόρ, στο επίπεδο του 1997 και του 1999 αντίστοιχα. Οι αγορές άρχισαν να πιέζουν προκειμένου να υπάρξει ένας μόνιμος μηχανισμός ελεγχόμενης πτώχευσης στην ευρωζώνη που θα εξασφαλίσει ότι η χρεοκοπία της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας κ.ο.κ. δεν θα πλήξει ιδιαίτερα τους επενδυτές και τις τράπεζες.
Αυτός ο μηχανισμός απαιτεί συγκεκριμένες αποφάσεις από τους ευρωκράτες έως τις 25 Μαρτίου. Απαιτεί τη μετατροπή του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Στήριξης σε μόνιμο μηχανισμό αναδιάρθρωσης χρέους με τα αναγκαία ρευστά διαθέσιμα και τις εγγυήσεις για να αναλάβει έναν τέτοιο ρόλο. Ταυτόχρονα ένας τέτοιος μηχανισμός θα χρειαστεί απευθείας πρόσβαση στις αγορές με σκοπό τη χρηματοδότηση για την επαναγορά χρέους ή ανταλλαγής ομολόγων με χώρες υπό χρεοκοπία. Κι αυτό σημαίνει αναγκαστικά κάποιο είδος κοινού ομολόγου ή ευρωομολόγου.
Μπορούν να σηκώσουν αυτό το βάρος οι μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης και ειδικότερα η Γερμανία; Μια τέτοια δέσμευση εκ μέρους της Γερμανίας θα σημάνει όχι μόνο την επιδείνωση των όρων δανεισμού της, μια και θα δανείζεται μέσω ευρωομολόγου με υψηλότερα επιτόκια απ’ ό,τι με την έκδοση δικών της ομολόγων, αλλά και μια σοβαρή δημοσιονομική επιβάρυνση, μια και θα χρειαστεί να σηκώσει το κύριο βάρος του μηχανισμού αναδιάρθρωσης χρέους της ευρωζώνης. Κι αυτή τη δέσμευση η Γερμανία δεν φαίνεται διατεθειμένη να την αναλάβει.
Σύμφωνα με την Deutsche Welle (7.3), η Μέρκελ δέχεται ισχυρές πιέσεις από τον επιχειρηματικό κόσμο της Γερμανίας για να κρατήσει σκληρή στάση στις συνόδους της Ε.Ε. Οι υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης θα πρέπει να παραπέμπονται σε μια διαδικασία ελεγχόμενης πτώχευσης. Μια έγκαιρη αναδιάρθρωση του χρέους τους θα πρέπει να είναι ένα από τα εργαλεία της ευρωπαϊκής πολιτικής, υποστηρίζουν σε κοινή τους ανακοίνωση εργοδοτικοί και επιχειρηματικοί σύνδεσμοι της Γερμανίας.
Πηγή: http://www.topontiki.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου