16/2/13

Jobless Growth

Η ανακοίνωση τις προηγούμενες μέρες του ΥΠΟΙΚ ότι η Ελλάδα για πρώτη φορά καταγράφει πρωτογενές πλεόνασμα, παρουσιάστηκε σαν μεγάλο κατόρθωμα, αν και δεν χαιρετίστηκε με τους αρμόζοντες παιάνες, (άλλωστε η Alpha Bank το είχε υπολογίσει πολύ νωρίτερα), μιας και αυτό συντελέστηκε πάνω σε ένα ερημωμένο κοινωνικό τοπίο, τέτοιο που το διαρκές, ήδη από πρωθύστερους καιρούς, αίτημα «οι άνθρωποι πάνω από τους αριθμούς» να αποκτά τώρα το πλήρες νόημά του. 

Ο οποιοσδήποτε με στοιχειώδη νου μπορεί πλέον να καταλαβαίνει ότι η επίτευξη πλεονάσματος δεν απαιτεί ιδιαίτερες ικανότητες, μιας και αυτό μπορεί να αποσπασθεί απλά με ατέρμονες περικοπές εισοδημάτων, η μόνη δε ικανότητα που μπορεί να αναγνωριστεί στο οικονομικό επιτελείο είναι ότι το κατάφερε εφαρμόζοντας ζυγιασμένους ρυθμούς απόσπασης, τέτοιους, ώστε οι μάζες σε γενικές γραμμές να παραμείνουν ακίνδυνες και χειραγωγήσιμες.

Εφ’ όσον δεν προβλέπεται καμιά άλλη αντισταθμιστική διαδικασία, το πλεόνασμα αυτό είναι αμφίβολο να διατηρηθεί, χωρίς επιπρόσθετες περικοπές, πόσο μάλλον να μεγεθυνθεί, για το λόγο ότι θα παραδίδεται αυθημερόν, μαζί μ’ ένα καλάθι βέβαια φρέσκα αυγά, όπως συμβαίνει από αρχαιοτάτων χρόνων σε όλες τις κατακτημένες χώρες, στους τραπεζικούς λογαριασμούς των επικυρίαρχων.

Ποια είναι όμως τα αντισταθμίσματα; 
Πρώτον οι περίφημες ιδιωτικοποιήσεις και δεύτερον οι εξαγωγές.

Όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις είναι ξεκάθαρο από τον ιδρυτικό νόμο του ΤΑΙΠΕΔ τον οποίο ψήφισε περιχαρής η όποια ξενόδουλη συγκυβέρνηση υπήρχε το καλοκαίρι του 2011, ότι το τίμημα των εξαγορών θα παραδίδεται και αυτό αυθημερόν στους γνωστούς τραπεζικούς λογαριασμούς. Αυτό που μένει σαν υπόσχεση είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά πουθενά στον κόσμο οι ιδιωτικοποιήσεις δεν λειτούργησαν προς την κατεύθυνση αυτή. Τουναντίον, η φορά ήταν προς την καταστροφή θέσεων εργασίας και όχι προς το αντίθετο. Το είδαμε άλλωστε και στην πατρίδα μας με τις προηγούμενες ιδιωτικοποιήσεις, τόσο του ΟΤΕ, για παράδειγμα, όσο και της Ολυμπιακής.  

Η ελπίδα ότι θέσεις θα μοιράσει ο κατασκευαστικός τομέας με την «αξιοποίηση» μεγάλων εδαφικών εκτάσεων, όπως Κασσιόπη, Αφάντου, Ελληνικό κλπ, και πάλι αποδεικνύεται φρούδα, καθ’ ότι άφ ενός οι περισσότερες εργασίες χαμηλής εξειδίκευσης εκτελούνται από εισαγόμενους εργαζόμενους (όπως συνέβαινε ήδη από καιρό στις περισσότερες τουριστικές περιοχές), αφ ετέρου, τα υψηλόβαθμα στελέχη εισάγονται και αυτά από τις πατρίδες των αλλοδαπών «επενδυτών».

Ερχόμαστε τώρα στις εξαγωγές. Η πίεση προς την αύξηση των εξαγωγών αποτελεί έτερο, πέραν της λιτότητας, θεμελιώδες κεφάλαιο στο ευαγγέλιο του νεοφιλελευθερισμού. Η δεινή κατάσταση στην οποία βρίσκονται σήμερα οι χώρες της Αφρικής, όπου η «θεραπεία» αυτή εφαρμόστηκε κατά κόρον, οφείλεται σε αυτή ακριβώς την πολιτική. Οι ενδημικοί λιμοί παρουσιάστηκαν επειδή ακριβώς αναγκάστηκαν να μετατρέψουν καλλιέργειες από είδη πρώτης ανάγκης, σε είδη που είχαν ζήτηση στο εξωτερικό, όπως ακριβώς θα συμβεί και εδώ με την αντικατάσταση του σταριού από σαλιγκάρια και ιπποφαές, και όποια άλλη μωροφιλόδοξη ανοησία.

Η Γερμανία εδώ και χρόνια ακολουθεί μια αμιγώς μερκαντιλιστική πολιτική, που συνοψίζεται στο δόγμα ότι ο δρόμος προς τον πλούτο και την ισχύ περνά μέσα από τη διατήρηση εμπορικών πλεονασμάτων. Την παρωχημένη αυτή αντίληψη, την οποία και ο ίδιος ο μέντοράς της Adam Smith είχε απορρίψει, επιδιώκει να εγκαθιδρύσει στο κέντρο της ευρωπαϊκής πολιτικής, ενώ την επιβάλει δια πυρός και σιδήρου στην εξασθενισμένη περιφέρεια. 

Όπως εξηγεί ο John Weeks σε άρθρο του στο Social Europe Journal παίρνοντας ως παράδειγμα την Ιρλανδία, υπάρχουν 3 μόνο περιπτώσεις:

1) οι εισαγωγές να εξισορροπούνται από τις εξαγωγές
2) οι εισαγωγές να υπερτερούν των εξαγωγών και
3) οι εισαγωγές να υπολείπονται των εξαγωγών.

Στην πρώτη περίπτωση το εθνικό εισόδημα, το οποίο οφείλεται στη συνολική παραγωγή μιας χώρας, ισούται με την εσωτερική κατανάλωση συν τις επενδύσεις.

Στη δεύτερη περίπτωση, η κατανάλωση συν επένδυση υπερβαίνει την παραγωγή, η οποία αντισταθμίζεται από ροές κεφαλαίων, ξένες επενδύσεις και δανεισμό. Έτσι έπραττε για χρόνια η Αμερική. 

Στην τρίτη περίπτωση, αυτή του εμπορικού πλεονάσματος, όπως προκύπτει από τα προηγούμενα, η κατανάλωση συν οι επενδύσεις των κατοίκων βγαίνει να είναι μικρότερες από την παραγωγή και το εθνικό εισόδημα. Το πλεόνασμα αυτό χρησιμοποιείται για την εξαγωγή κεφαλαίων, όπως ακριβώς συνέβη με τη Γερμανία, Κίνα και Ιαπωνία την τελευταία εικοσαετία. Ταυτόχρονα, τόσο η Γερμανία όσο και η Κίνα κατέστη δυνατόν να διατηρήσουν τα εμπορικά τους πλεονάσματα επί μακρόν με το να καταστείλουν την εσωτερική ζήτηση, δηλαδή τους μισθούς. Όπως επεσήμανε δε ο Guardian σε πρόσφατο άρθρο του, η Γερμανία πέτυχε μεν αύξηση των εξαγωγών το τελευταίο τρίμηνο του 2012, ταυτόχρονα όμως η οικονομία της συρρικνώθηκε κατά 0.5%.

Αλλά ηχηρά αντι-παραδείγματα που προκύπτουν από την εμμονή στην επίτευξη εμπορικού πλεονάσματος για να πληρωθούν οι ξένοι δανειστές, αποτελούν η Γερμανία στον απόηχο του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και η κρίση χρέους της Λατινικής Αμερικής τις δεκαετίες 1980, 1990. Στην μεν πρώτη περίπτωση είχαμε τον Χίτλερ και μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, στην δε δεύτερη, την φτωχοποίηση μιας ολόκληρης γενιάς.

Τόσο τα προηγούμενα παραδείγματα, όσο και το νιόφερτο παράδειγμα της Ελλάδας, όπου φαίνεται να έχουμε ενστερνισθεί ως λαός την ιδέα της παρατεταμένης φτωχοποίησης ως αναπόφευκτο και ανεπίστρεπτο γεγονός, και όχι ως απόρροια εσκεμμένων πρακτικών με γνωστά αποτελέσματα, δείχνουν ότι ο δρόμος που μας επιβάλλεται θα φέρει οικονομική μεγέθυνση, αλλά αυτή θα συνοδεύεται από φτώχεια και ανεργία. Η Jobless Growth, όπως είχαμε παρατηρήσει και στην περίπτωση της Τουρκίας.

Αυτό είναι λοιπόν το νέο κοστούμι ανάπτυξης που ράβουν για τους λαούς. Και όπως πάντα, φιλοτεχνημένο με φανταχτερές πούλιες, που κρύβουν όμως μέσα τους δηλητήριο.


πηγή: cynical, aristeroblog

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου