Συνδικάτο Εργαζομένων ΙΓΜΕ
Σε όλη αυτή την περίοδο η τεράστια ανάπτυξη της μεταλλευτικής βιομηχανίας που έφθασε να αποτελεί βασικό εθνικό πόρο (το 5% του ΑΕΠ), είχε σαν αποτέλεσμα τεράστια υπερκέρδη για τους επενδυτές, ληστρική αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου με τεράστιες επιπτώσεις στο περιβάλλον, και στην υγεία των μεταλλωρύχων, καθώς και υπερεκμετάλλευση των εργαζόμενων καθόσον οι περιοχές ανάπτυξης των μεταλλείων – ορυχείων – λατομείων καταντούσαν μονοπαραγωγικές εξαρτώμενες από τους μεταλλειοκτήτες που εξουσίαζαν ολόκληρους νομούς ( π.χ. Φωκίδα, Εύβοια κ.α.).
Σύντομη
Περιγραφή:
Όλη η ιστορία του τόπου μας, της ανθρωπότητας είναι
άρρηκτα συνδεδεμένη με την προσπάθεια του ανθρώπου να εντοπίσει και να
αξιοποίηση τον πλούτο που κρύβεται μέσα στην γη. Η ανακάλυψη και αξιοποίηση του
δεν είναι από μόνες τους απαραίτητο να οδηγούν και στην ευημερία ενός λαού. Το
αντίθετο θα λέγαμε στις πιο πολλές περιπτώσεις οδήγησε στην καταπίεση αν όχι
στην εξαθλίωση λαών και κρατών.
Τα πρώτα επιστημονικά αποτελέσματα του ΙΓΕΥ
(προηγήθηκε του ΙΓΜΕ) αποτέλεσαν την βάση για μεγάλες Ελληνικές και ξένες
επενδύσεις στον τομέα της εξορυκτικής βιομηχανίας. Ενδεικτικό είναι ότι από το
1965 μέχρι το 1975 οι εξαγωγές μεταλλευτικών – μεταλλουργικών και λατομικών
προϊόντων αυξήθηκαν κατά 1065% με μια μέση μεταβολή +27% το χρόνο και αξία 9
δις δραχμές το 1975.
Σε όλη αυτή την περίοδο η τεράστια ανάπτυξη της μεταλλευτικής βιομηχανίας που έφθασε να αποτελεί βασικό εθνικό πόρο (το 5% του ΑΕΠ), είχε σαν αποτέλεσμα τεράστια υπερκέρδη για τους επενδυτές, ληστρική αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου με τεράστιες επιπτώσεις στο περιβάλλον, και στην υγεία των μεταλλωρύχων, καθώς και υπερεκμετάλλευση των εργαζόμενων καθόσον οι περιοχές ανάπτυξης των μεταλλείων – ορυχείων – λατομείων καταντούσαν μονοπαραγωγικές εξαρτώμενες από τους μεταλλειοκτήτες που εξουσίαζαν ολόκληρους νομούς ( π.χ. Φωκίδα, Εύβοια κ.α.).
Στην περίοδο της κρίσης της μεταλλείας όλοι σχεδόν
οι επενδυτές εγκατέλειψαν τεράστια χρέη στο Δημόσιο (ΟΑΕ) και περιοχές με
περιβαλλοντικές πληγές.
Μετά τις μεγάλες ανατροπές του 1989, οι γενικότερες
πολιτικές συγκυρίες σε πανευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο επίπεδο, επηρέασαν
αρνητικά την πολιτική αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου με αποτέλεσμα τον
περιορισμό και της έρευνας.
Την ίδια περίοδο που το ΙΓΜΕ μηδένιζε
τα κονδύλια της έρευνας του ορυκτού πλούτου, οι χώρες με μεταλλευτικό ενδιαφέρον
επένδυαν στην έρευνα προκειμένου στην περίοδο της ζήτησης να γνωρίζουν τις
πραγματικές δυνατότητες της χώρας. Έτσι το 1999 άρχισε η πολιτική συρρίκνωσης
του ΙΓΜΕ, για να καταντήσει σήμερα ΙΓΜΕ(Μ;;;), μέσω της αντισυνταγματικής
ΚΥΑ, διακριτό τμήμα του ΕΚΒΑΑ, που ορίζεται ως κέντρο που λειτουργεί στη λογική «κόστους
/ κέρδους» με 130 απολυμένους – εφέδρους σε σύνολο 280 εργαζόμενων.
Σήμερα κάτω από τις εξαιρετικά αντίξοες οικονομικές
συνθήκες της χώρας που επέβαλλε η ξένη και ντόπια τρόϊκα, δεν μπορεί εν ονόματι
της αντιμετώπισης της ανεργίας, οποιαδήποτε επενδυτική πρωτοβουλία να
υιοθετείται, χωρίς την ανάλογη επιστημονικά τεκμηριωμένη τεχνοοικονομική και
περιβαλλοντική άποψη αρμόδιων φορέων της πολιτείας.
Στα πλαίσια αυτά οι εργαζόμενοι στο ΕΚΒΑΑ (πρώην
ΙΓΜΕ) αντιμετωπίζουν και την περίπτωση της επένδυσης του Ελληνικού Χρυσού στην
Χαλκιδική.
Συγκεκριμένα ενώ στην περίπτωση της TVX είχε κληθεί
το ΙΓΜΕ να
γνωματεύσει για το όλο επενδυτικό σχήμα (άσχετα αν και τότε δεν
υιοθετήθηκαν πλήρως οι απόψεις του) δεν συνέβηκε το ίδιο και στην
περίπτωση των Σκουριών όπου το όλο σχέδιο προβλέπει την ανάπτυξη ενός
μεταλλείου σε μια ευαίσθητη οικολογικά περιοχή και η μόνη εμπλοκή του ΙΓΜΕ
περιορίστηκε στην υδρογεωλογική έρευνα από την οποία προκύπτει, ότι το υδατικό ισοζύγιο
της περιοχής γύρω
από την εκμετάλλευση, θα διαταραχθεί με τον υποβιβασμό της στάθμης
των υπόγειων νερών κατά εκατοντάδες μέτρα προκειμένου να λειτουργήσει το
μεταλλείο.
Εκτός από τα γενικότερα
οικονομικά στοιχεία της επένδυσης που αποτελούν μια
λεόντεια συμφωνία υπέρ της Εταιρείας όπως:
·
το οικονομικό σκάνδαλο του αντίτιμου της μεταβίβασης των Μεταλλείων Κασσάνδρας
στην Ελληνικός Χρυσός το 2003, όπως αναγνωρίστηκε ακόμα και από την Ευρωπαϊκή
Επιτροπή.
·
το γεγονός ότι η Ελληνική Δημοκρατία προσέφυγε για την ακύρωση της απόφασης της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία επιδίκασε το 2011 πρόστιμο ύψους 15,34 εκατ.
ευρώ, αναγνωρίζοντας ότι το ελληνικό δημόσιο υπέστη ζημιά από αυτήν την
αγοροπωλησία, πριν ακόμα και από την ενδιαφερόμενη εταιρεία που καλούνταν να
πληρώσει.
·
η μη τροποποίηση του μεταλλευτικού κώδικα της χούντας, με αποτέλεσμα η Ελλάδα
Να εισπράξει ούτε ΕΥΡΩ από τα δικαιώματα εξόρυξης.
παραμένουν προς διερεύνηση μια
σειρά θέματα τεχνικά, περιβαλλοντικά στα οποία το
ΙΓΜΕ θα μπορούσε να διατυπώσει άποψη. Και υπάρχουν σοβαρά ερωτηματικά τα οποία
μας κάνουν να είμαστε καχύποπτοι πέρα από την γενικότερη αρνητική εμπειρία της
μεταλλευτικής δραστηριότητας του παρελθόντος. Ορισμένα από τα θέματα αυτά
συνδέονται με :
·
την εφαρμογή της προτεινόμενης μεταλλουργικής κατεργασίας με τη μέθοδο
της “ακαριαίας τήξης” (ή flash smelting) της Φινλανδικής εταιρείας Outotec,
δεδομένου ότι ακόμη και η ίδια η Οutotec απαριθμεί μια σειρά από σοβαρές
αβεβαιότητες για τη βιομηχανική εφαρμογή της μεθόδου στα συγκεκριμένα συμπυκνώματα
των Μεταλλείων Κασσάνδρας,
·
με την «παγκόσμια πρωτοτυπία» επεξεργασίας αρσενοπυρίτη σε ένα
μεταλλουργικό μίγμα υπερδιπλάσιας περιεκτικότητας σε αρσενικό, περιεκτικότητας
πιθανότατα απαγορευτικής για την υγιεινή και την ασφάλεια των εργαζόμενων και
των κατοίκων των γύρω περιοχών, δεδομένου ότι ούτε η Κίνα, ούτε ακόμη και η
Ναμίμπια δεν επιτρέπουν την επεξεργασία τέτοιων μεταλλουργικών μιγμάτων,
·
την ενδεχόμενη επαναφορά χρησιμοποίησης κυανίου, με σοβαρές συνέπειες στην
ποιότητα των επιφανειακών, υπόγειων και θαλάσσιων νερών.
·
με την ενδεχόμενη έως και βέβαιη παρουσία πλατινοειδών (παλλάδιο, πλατίνα) η
εκμετάλλευση των οποίων ανεβάζει αισθητά την προστιθέμενη αξία του
μεταλλείου
·
τη μη εκπόνηση Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, όπως απαιτεί η
εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας σε μίας
τέτοιας κλίμακας εξόρυξης, σε συνδυασμό με την παραβίαση των περιβαλλοντικών
όρων της ΚΥΑ Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων 143088/11/04/2005, όπως άλλωστε
διαπίστωσε στις 12-13/5/2010 κλιμάκιο των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος.
Η μη εμπλοκή του ΕΚΒΑΑ (πρώην ΙΓΜΕ) στο όλο θέμα μας
οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Εταιρεία γνωρίζει ότι πυρομεταλλουργική
μέθοδος flesh smelting εάν τροφοδοτηθεί με υψηλή περιεκτικότητα σε Αρσενικό θα
μολύνει σίγουρα το περιβάλλον αφού αυτό κατανέμεται στα απαέρια, στην σκουριά
αλλά και στο προς αξιοποίηση προϊόν με αποτέλεσμα ούτε η επένδυση να είναι οικονομικά
βιώσιμη αφού θα χρειασθεί μετά το προϊόν να καθαρισθεί με
πολύπλοκες υψηλού κόστους μεθόδους.
Για αυτό παραπέμπει την λειτουργία του εργοστασίου
flesh smelting στον 8ο χρόνο, ενώ η μητρική European Goldfields
σε έκθεση που δημοσιεύτηκε μετά την έγκριση της περιβαλλοντικής μελέτης
αποκαλύπτει ευθέως ότι τροποποιεί μονομερώς την εγκριθείσα ΜΠΕ και στην ουσία εγκαταλείπει το
εργοστάσιο. Η μόνη λογική εξήγηση είναι ότι η Εταιρεία περιέλαβε το
εργοστάσιο για να πάρει την άδεια λειτουργίας (παραγωγή τελικού
προϊόντος) και παράλληλα να εμφανίζει μια νέα μέθοδο απαλλαγμένη από την κυάνωση της TVX.
Επόμενα για 8 χρόνια η Εταιρεία θα εξαγάγει νόμιμα χρυσοφόρο
εμπλούτισμα, χωρίς εγχώρια επεξεργασία που θα έδινε πολλαπλάσια προστιθέμενη
αξία.
Στο εύλογο ερώτημα αν θα ήμασταν υπέρ ή κατά της
συγκεκριμένης Επένδυσης θα λέγαμε ότι η τεχνολογία δημιουργεί προβλήματα, αλλά
και λύνει προβλήματα και ότι απαιτούνται μελέτες και δοκιμές καθαρισμού πριν
την τροφοδοσία του flesh smelting. Ποίος όμως φορέας είναι αξιόπιστος να κάνει αυτού
του είδους τις μελέτες όταν το ΙΓΜΕ είναι υπό διάλυση και επίσης ποίος θα
ελέγξει τα αποτελέσματα οικονομικά, τεχνικά περιβαλλοντικά ότι οι ελεγκτικοί
μηχανισμοί όπως οι Επιθεωρήσεις Μεταλλείων διαλύονται και οι Επιθεωρητές
Περιβάλλοντος αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στα στοιχειώδη (Ασωπός);
Επίσης θα πρέπει να πάρουμε υπόψη ότι το περίφημο
fast track των επενδύσεων δεν εκτιμάει τον κίνδυνο, μετά από μερικά χρόνια
εκμετάλλευσης και καταστροφής του περιβάλλοντος, διολίσθησης της τιμής του
χρυσού διεθνώς σε επίπεδα που θα καθιστούν μη βιώσιμη την εξόρυξη, οι κάτοικοι
και το ελληνικό δημόσιο να βρεθούν αντιμέτωποι με τη γνωστή πρακτική των
μεταλλευτικών εταιριών να πτωχεύουν και να εγκαταλείπουν τα μεταλλεία πριν
«αναγκαστούν» να το κάνουν στο τέλος των εργασιών τους.
Σε ότι αφορά την εξασφάλιση θέσεων εργασίας, με
ικανοποιητικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας και στους εργαζόμενους στα
μεταλλεία, η εφαρμοζόμενη πολιτική, τους έχει οδηγήσει στην απαξίωση με την
υλοποίηση των επιδοτούμενων από το ΕΣΠΑ προγραμμάτων κατάρτισης δίμηνης
διάρκειας για άνεργους, που τα έχουν πληρώσει οι ευρωπαίοι εργαζόμενοι μέσω της
φορολογίας για να καρπώνεται ένα σημαντικό ποσοστό της τάξης του 40 -45% η
ELDORADO GOLD.
Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να κάνουμε σαφές ότι
διαφωνούμε ριζικά με σκοταδιστικές αντιλήψεις που απορρίπτουν γενικά την
αξιοποίηση του Ορυκτού Πλούτου και εν ονόματι οποιουδήποτε κινδύνου επενδυτικού
σχεδίου να σταματήσει γενικά η έρευνα του. Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η γνώση
είναι δύναμη και με αυτή την έννοια δεν κατανοούμε αντιδράσεις που γίνονται σε
κάθε ερευνητικό πρόγραμμα που αφορά τον Ορυκτό Πλούτο, δεδομένου μάλιστα
ότι στην 60χρονη πορεία του ΙΓΜΕ έχει δώσει με επιτυχία ερευνητικά
αποτελέσματα που αφορούν την απορρύπανση και την αποκατάσταση μεταλλείων και
λατομιών.
Τέλος προκειμένου να τοποθετηθούμε για την
συγκεκριμένη Επένδυση της Ελληνικός Χρυσός δεν μπορεί να μην παίρνουμε υπόψη τη
θέληση της συντριπτικής πλειοψηφίας των κατοίκων της περιοχής όπου αντί για
διάλογο και εγγυήσεις, αντιμετωπίζουν το κράτος του Δένδια με τις χουντικής
εμπνεύσεως, πρακτικές σύλληψης κατοίκων, λόγω της συμμετοχής τους σε
κινητοποιήσεις κατά της επένδυσης, τις «εξαφανίσεις» κατοίκων, τις λήψεις DNA
από πολίτες της περιοχής παρά τη θέλησή τους με μόνη αιτιολογία ότι εκφράστηκαν
δημόσια κατά της επένδυσης, τη ρήψη δακρυγόνων μέσα σε σχολεία και την κλήση σε
απολογία στην αντιτρομοκρατική υπηρεσία σε 15χρονες μαθήτριες, σε παράβαση κάθε
νομιμότητας. Ανάπτυξη με ΜΑΤ και τρομοκρατία δεν γίνεται, δεν μπορεί με την
ΑΝΕΡΓΙΑ να εκβιάζεται η κοινή λογική, η επιστήμη και η έρευνα.
Το Συνδικάτο έχει πάγια θέση την εντατικοποίηση της
έρευνας του Ορυκτού Πλούτου και την αξιοποίηση του προς όφελος του λαού και του
τόπου. Για όλους τους λόγους που προαναφέραμε λέμε ΟΧΙ στο συγκεκριμένο
επενδυτικό σχέδιο, συμπαραστεκόμαστε σε όσους αγωνίζονται για
μια αξιοποίηση του Ορυκτού Πλούτου με τις προϋποθέσεις που αναφέραμε.
ΝΕΡΟ: ΦΥΣΙΚΟΣ ΠΟΡΟΣ Ή ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ?
Τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας εκδηλώνονται οι
υψηλότερες θερμοκρασίες των τελευταίων 40 χρόνων, οι βροχοπτώσεις περιορίζονται
και εκδηλώνονται με σφοδρές καταιγίδες και έλλειψη χιονοπτώσεων. Αυτό
έχει σαν αποτέλεσμα μικρές παροχές σε ποτάμια, μικρά αποθέματα νερού σε λίμνες,
φράγματα και υδροφόρους ορίζοντες.
H πατρίδα μας πλήττεται περιοδικά από
ξηροθερμικά φαινόμενα και οι εκάστοτε κυβερνητικές εξαγγελίες εξορκίζουν τη λειψυδρία
και τα επακόλουθά της με πυροσβεστικού χαρακτήρα μέτρα που κατά κανόνα είναι αναποτελεσματικά και
αντιλαϊκά.
Μέτρα πυροσβεστικά και αναποτελεσματικά σ΄ ότι αφορά
τη διαχείριση των υδατικών πόρων αφού δεν προωθείται η διαχειριστική πολιτική
με την εφαρμογή διαχειριστικών μελετών και προτύπων.
Ειδικότερα για την αντιμετώπιση της έλλειψης νερού
στην ύδρευση και στην άρδευση, σε κάθε περίοδο ανομβρίας, προγραμματίζονται
έκτακτα γεωτρητικά προγράμματα στις περιοχές που κατά κανόνα ήδη έχουν
εξαντλήσει τα υπόγεια υδατικά τους αποθέματα (νησιά, ηπειρωτική Ελλάδα με
υφάλμυρα υδροφόρα στρώματα κ.α.), αύξηση της μεταφοράς νερού με υδροφόρες,
τιμολογιακή αύξηση του νερού για τη μείωση της κατανάλωσης, ακόμα και
ηλεκτροδότηση με ωράριο κατά τους θερινούς μήνες αιχμής.
Παράλληλα συνεχίζεται η ποιοτική υποβάθμιση των
υδατικών και φυσικών πόρων χωρίς να παίρνονται ουσιαστικά μέτρα αντιμετώπισης
της.
Ο νόμος 3199\03 που μετέφερε το αντικείμενο της
διαχείρισης των υδατικών πόρων στο ΥΠΕΚΑ δημιούργησε λειτουργικά προβλήματα σε
όλους σχεδόν τους φορείς που ασχολούνταν με την υδατική πολιτική (π.χ. Υπ.
Γεωργίας, ΙΓΜΕ, ΔΕΗ, ΕΜΥ, ΕΛΚΕΘΕ κ.α.) αλλά ακόμη και στις ίδιες
υπηρεσίες του ΥΠΕΚΑ (ΕΓΥ, περιφερειακές)
Τo ΥΠΕΚΑ όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει τα υπαρκτά
προβλήματα της διαχείρισης των υδατικών πόρων, αλλά προωθώντας στοιχειώδεις
τεχνοοικονομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία 2000/60 με την
εκπόνηση ανεπαρκών μελετών από ιδιωτικούς φορείς χωρίς την γνώμη των αρμόδιων
φορέων όπως το ΙΓΜΕ, με αποτέλεσμα να είναι κατηγορούμενη στα Ευρωπαϊκά
δικαστήρια για τη μη τήρηση διατάξεων της οδηγίας.
Με την εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που
ακολουθείται και στην αξιοποίηση των υδατικών πόρων (ιδιωτικοποίηση ΕΥΔΑΠ,
ΕΥΑΘ) υπήρξε αλόγιστη αύξηση στη κατανάλωση και υπέρογκη αύξηση της τιμής του
νερού (ακόμη και σε περιόδους μεγάλης επάρκειας υδατικών αποθεμάτων, ενώ οι
τελευταίες εξαγγελθείσες μειώσεις του 1-3 ευρω αποτελούν εμπαιγμό), προκειμένου
να εξυπηρετηθούν οι χρηματιστηριακές σκοπιμότητες της εταιρείας, αφήνοντας χωρίς
επενδύσεις έργα υποδομών που αφορούν τη συντήρηση δικτύων, γεωτρήσεων κ.α.
Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής θα είναι η μη δυνατότητα αξιοποίησης των
αποθεμάτων των υπόγειων νερών σε περίπτωση λειψυδρίας, που δεν είναι απίθανη με
τις συχνές κλιματικές αλλαγές και την πιθανή μείωση των αποθεμάτων των
ταμιευτήρων αν και φέτος δεν προβλέπεται τέτοιος κίνδυνος.
Μέσα σ΄ αυτή την κατάσταση η
συνέχιση της έρευνας των υπόγειων νερών από το ΙΓΜΕ θα έπρεπε να θεωρείται
δεδομένη. Στρατηγικός στόχος του ερευνητικού προγράμματος θα πρέπει να είναι η
κάλυψη της χωροχρονικής ανεπάρκειας των υδατικών πόρων με την ορθολογική
αξιοποίηση των υπόγειων υδατικών αποθεμάτων και η εκτίμηση της ποιοτικής
κατάστασης των υπόγειων νερών με προτεραιότητα στη λήψη μέτρων για την
προστασία των υδατικών αποθεμάτων που δεν έχουν επιβαρυνθεί, αλλά και για την
αποκατάσταση της φυσικής ποιότητας όσων υδροφορέων έχει υποβαθμίσει η ποιότητα.
Δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν είναι αυτονόητο και γι΄
αυτό μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία δέσμευση της Πολιτείας για την
χρηματοδότηση του ερευνητικού προγράμματος των υπόγειων νερών αν και υπάρχουν
συγκεκριμένες ερευνητικές προτάσεις 2.5 εκ. ευρω για 20 τουλάχιστον υδατικά
σώματα που παρουσιάζουν ποσοτικά ή ποιοτικά προβλήματα. Παράλληλα το πρόγραμμα
που αφορά το Εθνικό δίκτυο παρακολούθησης των υπόγειων νερών κρίνεται ανεπαρκές
τόσο όσον αφορά την χωροταξική πυκνότητα, όσο και την χρονικό βήμα
παρακολούθησης.
Και ενώ οι προτεραιότητες ενός ερευνητικού Ινστιτούτου έπρεπε
να επικεντρώνονται στις συγκεκριμένες ερευνητικές δράσεις το ΥΠΕΚΑ μέσω της ΕΓΥ
προωθεί στα μουλωχτά (χωρίς έγκριση των αρμόδιων οργάνων Διοίκησης του ΕΚΒΑΑ
πρωην ΙΓΜΕ) μια προγραμματική σύμβαση για την απογραφή όλων των παράνομων και
μη γεωτρήσεων της χώρας (αντικείμενο των περιφερειών και της αυτοδιοίκησης)
προκειμένου να γίνει η τιμολόγηση και η επιβολή τέλους στις γεωτρήσεις
καθιστώντας το Ινστιτούτο φοροεισπράκτορα με δεδομένη την μη αριθμητική και
διοικητική του επάρκεια απαιτούνται το λιγότερο πάνω από 1500 ανθρωημέρες με
στόχο να αναθέσει το ΙΓΜΕ αυτή την εργασία σε ιδιώτες.
Η πρόσφατη ψήφιση της ΠΝΠ για την τιμολόγηση του
νερού (κυρίως το αγροτικό) , σε συνδυασμό με την ιδιωτικοποίηση της ύδρευσης
μας προετοιμάζουν ένα υδατικό καθεστώς παρόμοιο χωρών της Λατινικής Αμερικής
όπου φορολογείται ακόμη και η βροχή. Σε μια περίοδο που πάνω από 1
δισεκατομμύριο άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε καθαρό νερό, ο φυσικός αυτός
πόρος γίνεται εμπόρευμα και αντικείμενο κερδοσκοπίας από μια χούφτα πολυεθνικές
όπως η vinedi και η suez έχοντας ή τελευταία ήδη βάλει πόδι στην ΕΥΑΘ με 5.5%.
Το επόμενο βήμα της ιδιωτικοποίησης σημαίνει αύξηση της τιμής (ήδη το 1999
-2001 με τις μετοχοποιήσεις η αύξηση ήταν από 250 -300%) και υποβάθμιση της
ποιότητας.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο υδατικής πολιτικής ο ρόλος του
ΙΓΜΕ αντικειμενικά υποβαθμίζεται μέχρι να καταλήξει σε μια γραφειοκρατική
υπηρεσία του Δημοσίου που θα υλοποιεί συμβάσεις για τρίτους .
Με βάση τα όσα προαναφέραμε για τις Σκουριές, για το
νερό η πάλη των εργαζόμενων του ΙΓΜΕ για ένα δημόσιο, αποκεντρωμένο ερευνητικό
Ινστιτούτο θα πρέπει να στηριχτεί από όλα τα συνδικάτα, από όλο το λαό. Η
σημερινή συνέντευξη τύπου αποτελεί μια προετοιμασία για τους αγώνες που
έρχονται.
* Από την συνέντευξη τύπου στις 28/3/13
Συνδικάτο Εργαζομένων ΙΓΜΕ
Το Συνδικάτο έχει πάγια θέση την εντατικοποίηση της
έρευνας του Ορυκτού Πλούτου και την αξιοποίηση του προς όφελος του λαού και του
τόπου. Για όλους τους λόγους που προαναφέραμε λέμε ΟΧΙ στο συγκεκριμένο
επενδυτικό σχέδιο, συμπαραστεκόμαστε σε όσους αγωνίζονται για μια αξιοποίηση
του Ορυκτού Πλούτου με τις προϋποθέσεις που αναφέραμε.
πηγή: aristeroblog on
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου