Παραίτηση υπουργών μέσα σε ένα 24ωρο.
Η κυβέρνηση συγκροτήθηκε στα γρήγορα από τον Γκανούσι, με υποτιθέμενη εντολή του μεταβατικού προέδρου Φ. Μεμπαζάα, επίσης στελέχους του δικτατορικού καθεστώτος. Ο πρωθυπουργός ανήγγειλε ότι θα ελευθερωθούν όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι, θα νομιμοποιηθούν όλα τα απαγορευμένα κόμματα και οργανώσεις και θα υπάρξει πλήρης ελευθερία του Τύπου. Επίσης ότι θα διεξαχθούν εκλογές με διεθνείς παρατηρητές εντός έξι μηνών.
Τρεις βασικές προσωπικότητες της αντιπολίτευσης ανέλαβαν, παρέχοντας νομιμοποίηση στη μεταβατική κυβέρνηση παρά τις λαϊκές αντιδράσεις, ορισμένα υπουργεία. Ο Ν. Σεμπί, του Προοδευτικού Δημοκρατικού Κόμματος (νόμιμου επί Μπεν Αλί), το υπουργείο Ανάπτυξης. Ο Α. Ιμπραχίμ, του Κόμματος Αναγέννηση (πρώην Κ.Κ. Τυνησίας) που μετείχε στο κοινοβούλιο επί Μπεν Αλί, το υπουργείο Ανώτατης Εκπαίδευσης, και ο Μ. Μπεν Τζααφάρ , της Ένωσης για την Ελευθερία και την Εργασία , το υπουργείο Υγείας. Μια κατ΄ επίφαση δημοκρατική χειρονομία προς την “κοινωνία των πολιτών” ήταν ο διορισμός ενός μπλόγκερ που είχε φυλακιστεί ως υπουργού Νεολαίας και Αθλητισμού.
Το βράδυ της Τρίτης 18/1, το Ασοσιέτεντ Πρες μετέδωσε ότι τέσσερις υπουργοί παραιτήθηκαν "εκφράζοντας τις ανησυχίες των διαδηλωτών που επιμένουν ότι είναι αδύνατη η δημοκρατική αλλαγή όσο διατηρούν κυβερνητικά και κρατικά αξιώματα μέλη του Συνταγματικού Δημοκρατικού Κόμματος". Σε μια κίνηση εκτόνωσης ο Μ. Γκανούσι και ο Φ. Μεμπαζάα (πρωθυπουργός και πρόεδρος αντίστοιχα) παραιτήθηκαν από το ΣΔΚ για να διαχωρίσουν την νέα κυβέρνηση από το κόμμα. Όμως, οι διαδηλωτές δεν υποχώρησαν και ζητούν τη διάλυση του ΣΔΚ. Ελάχιστες ώρες πριν ο Μ. Γκανούσι είχε υπεραμυνθεί της συμμετοχής του κόμματός του στην κυβέρνηση.
Τρεις από τους υπουργούς που παραιτήθηκαν (Μεταφορών, Εργασίας και Άνευ Χαρτοφυλακίου) προέρχονταν από τις τάξεις της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Τυνησίας και ο τέταρτος (Υγείας) από την Ένωση για την Ελευθερία και την Εργασία. Μέλη της Συνοσπονδίας διαδήλωσαν μαζικά στην Τύνιδα την Τρίτη 18/1 καλώντας σε γενική απεργία και ζητώντας την άμεση απελευθέρωση φυλακισμένων συνδικαλιστών.
Το Κ.Κ. Εργατών Τυνησίας, με ανακοίνωσή του, υποστηρίζει ότι η νίκη του λαού είναι ημιτελής. Η δημοκρατική αλλαγή “δεν μπορεί να επέλθει από τα ίδια κόμματα, τα σύμβολα, τους θεσμούς, τους μηχανισμούς και τους νόμους που υπηρετούσαν τη δικτατορία... Ο κίνδυνος που μπορεί να υπάρξει σήμερα είναι η κλοπή της νίκης του τυνησιακού λαού και ... η διατήρηση του συστήματος του Μπεν Αλί χωρίς τον Μπεν Αλί”. Ζητά το σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης ή άλλου σώματος που να έχει εκτελεστικές εξουσίες, ώστε να αναλάβει τη διεξαγωγή εκλογών για Συντακτική Συνέλευση. Καλεί σε ενότητα όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις που έπαιξαν ρόλο στην πτώση του δικτάτορα –πολιτικές, συνδικαλιστικές, υπεράσπισης δικαιωμάτων, πολιτιστικές-- επίσης προτείνει να σχηματίσουν αυτές οι δυνάμεις τοπικά και τομεακά συμβούλια και επιτροπές για να μπλοκάρουν τους ελιγμούς οπισθοδρόμησης και να σταματήσουν τις πράξεις λεηλασιών που θέλουν να σπείρουν το φόβο. Ζητά να καταργηθεί η κατάσταση έκτακτης ανάγκης και απευθύνεται στους στρατιώτες καλώντας τους να σεβαστούν τις επιλογές του λαού.
Την κυβέρνηση δεν αναγνώρισαν επίσης τα συνδικάτα της Τυνησίας που έπαιξαν ρόλο στην λαϊκή εξέγερση και οργανώσεις πολιτών, όπως η Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που θεωρούν ότι μέσω αυτής συνεχίζεται απρόσκοπτα το παλιό διεφθαρμένο και ανελεύθερο καθεστώς του Μπεν Αλί. Η βρετανική εφημερίδα Independent παραθέτει δήλωση του Χαμπίμπ Τζερχίρ, της περιφερειακής ένωσης συνδικάτων της Τύνιδας, που δείχνει πώς αντιμετωπίζεται η νέα κυβέρνηση από τους διαδηλωτές “Το ΣΔΚ έφυγε από την πίσω πόρτα και μπήκε από το παράθυρο”.
Η αστυνομία και οι δυνάμεις ασφαλείας εξακολουθούν να βρίσκονται υπό τον έλεγχο του ΣΔΚ και ανέλαβαν εν λευκώ να χειριστούν τις διαδηλώσεις αυτών των ημερών, τις οποίες διέλυσαν με χρήση χημικών και βίας. Ο Γκανούσι δήλωσε, υποκριτικά όπως φαίνεται από την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων διαδηλώσεων, ότι “πρόκειται” να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι για τους 78 θανάτους και 84 τραυματισμούς πολιτών , αλλά ότι δεν μπορεί να “πει το ίδιο” για τον εκδιωχθέντα πρόεδρο.
Βασική αποστολή της μεταβατικής κυβέρνησης είναι να τερματιστεί η λαϊκή κινητοποίηση και να επανέλθει η “ομαλότητα”. Σ΄ αυτή τη γραμμή κινούνται και οι ανακοινώσεις για το πόσο “κόστισε” η εξέγερση (1, 6 δισ. ευρώ) κυρίως από τη διακοπή της οικονομικής δραστηριότητας και την πτώση των εξαγωγών, ανακοινώσεις που “χτυπούν το καμπανάκι” στους εμπόρους και εξαγωγείς. Ωστόσο, ακόμη τα καταστήματα και οι τράπεζες παραμένουν κλειστές.
Οι αντιδράσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων έναντι της νέας κυβέρνησης συνίστανται , αναμενόμενα, σε παροχή συμβουλών και παροτρύνσεων για την “αποκατάσταση της τάξης”. Η Χ. Κλίντον, που έχασε έναν πιστό σύμμαχο στο πρόσωπο του Μπεν Αλί, ύμνησε τη νέα κυβέρνηση και την "προθυμία της να εργαστεί με πολιτικούς από όλο το φάσμα", και της συνέστησε να επαναφέρει “ταχύτατα” την τάξη. Για δε την κατά κύριο λόγο ενδιαφερόμενη Γαλλία, αρκεί να πει κανείς ότι κατά την κορύφωση της εξέγερσης η υπουργός Εξωτερικών του Σαρκοζί έσπευσε να προτείνει στον Μπεν Αλί βοήθεια για την καταστολή των διαδηλώσεων.
Η Τυνησία εξακολουθεί να βρίσκεται σε μια κατάσταση πόλωσης όπως και πριν και είναι άκρως αμφίβολο αν η κυβέρνηση του Γκανούσι μπορεί να πείσει το λαό ότι εγγυάται τις δημοκρατικές ελευθερίες και την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων της ανεργίας και της φτώχειας, παρά τη δημοκρατική επικάλυψη που της προσφέρει η συμμετοχή και άλλων κομμάτων. Οι πρώτες παραιτήσεις μελών της δεν φαίνεται ότι θα είναι η τελευταία πράξη.
Η “επανάσταση των γιασεμιών”, όπως ονομάστηκε, είναι η πρώτη στον αραβικό κόσμο που ανατρέπει επικεφαλής κράτους και στο φόντο της επισιτιστικής κρίσης που αναπτύσσεται ταχύτατα όλα τα προβλήματα που πλήττουν τα φτωχά στρώματα του πληθυσμού, τα οποία ξοδεύουν το μισό και περισσότερο από το εισόδημά τους σε τρόφιμα, θα οξυνθούν περαιτέρω.
Παράλληλα, το τυνησιακό παράδειγμα γίνεται σημαία σε άλλες αραβικές χώρες όπου η φτώχεια και η ανεργία είναι εξίσου ενδημικά φαινόμενα. Στο Κάιρο ένας ιδιοκτήτης μικρού εστιατορίου αυτοπυρπολήθηκε μπροστά στο Κοινοβούλιο, γιατί η κυβέρνηση δεν επιτρέπει να αγοράζουν αυτοί οι επαγγελματίες επιδοτούμενο ψωμί, με αποτέλεσμα να το πληρώνουν σε πενταπλάσιες τιμές. Στη Μαυριτανία έλαβε χώρα παρόμοιο γεγονός, ενώ στην Αλγερία έγιναν αυτοπυρπολήσεις σε εφτά πόλεις.
Στη Λιβύη, σύμφωνα με το Reuters (18/1), στο πλαίσιο οξύτατης έλλειψης στέγης, σημειώνεται κύμα καταλήψεων σπιτιών που βρίσκονται στη φάση της οικοδόμησης καθώς και επιθέσεων στα γραφεία των ξένων εργολαβικών εταιριών που έχουν αναλάβει το έργο. Το φαινόμενο μάλλον είναι εκτεταμένο, αφού οι ιμάμηδες έλαβαν εντολή να προειδοποιούν τους πιστούς στα τζαμιά ότι αυτή η συμπεριφορά δεν συνάδει με τη θρησκεία τους. Και ο Μ. Καντάφι επαινεί δημοσίως τον Μπεν Αλί ...
(Πηγές: Reuters, BBC, France 24, Arabnews, WSWS)
Πηγή: http://aristerovima.gr/details.php?id=1700
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου