Ή η διαστρέβλωση εννοιών
στον δημόσιο και καθημερινό λόγο
«Για εσάς τι είναι πιο σημαντικό: Να εφαρμόζεται ο
νόμος και η τάξη, ή να προστατεύονται τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των
πολιτών; Εσείς, αν έπρεπε να αποφασίσετε ανάμεσα στα δύο, τι
θα επιλέγατε;
της Αναστασίας Χαλκιά
Η παραπάνω ερώτηση, στην πανελλαδική τηλεφωνική έρευνα
της Public Issue, για λογαριασμό τoυ ΣΚΑΪ και της Καθημερινής σχετικά με
την προτεραιότητα μεταξύ νόμου/τάξης δικαιωμάτων/ελευθεριών, καταδεικνύει την
έκταση της αποικιοποίησης λέξεων και εννοιών από την ηγεμονική ιδεολογία που
έχει ως αποτέλεσμα την παρείσφρηση ιδεολογημάτων στον δημόσιο και καθημερινό
λόγο, τις κοινωνικές αναπαραστάσεις, τις κοινωνικές στάσεις και τις προσλήψεις
των πολιτών για καίρια πολιτικά ζητήματα.
Οι απαντήσεις που δόθηκαν κατανέμονται ως εξής: 44%
των ερωτωμένων θα επέλεγαν δικαιώματα/ελευθερίες, 32% τον νόμο και την τάξη,
21% και τα δύο, ενώ 3% δεν είχαν γνώμη. Πώς να τις εκλάβει κανείς; Ως θετικό
μήνυμα, ή ως αφορμή αναστοχασμού απέναντι στο δίπολο που θέτει η ερώτηση;
Στην πολιτική συζήτηση, η φράση «νόμος και τάξη» (law
and order) έχει επικρατήσει να αναφέρεται σε ένα πολύ αυστηρό σύστημα που
στηρίζεται στην καταστολή και στην παραβίαση δικαιωμάτων και ελευθεριών. Είναι
ήδη γνωστή από τη δεκαετία του 1980 και συναρτάται με την επικράτηση
νεοφιλελεύθερων πολιτικών, με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τις ΗΠΑ και το
Ηνωμένο Βασίλειο. Πολλές μελέτες, σε διάφορα πεδία των κοινωνικών επιστημών,
έχουν σταθεί κριτικά απέναντι στις πολιτικές του «νόμου και της τάξης» και στην
επιρροή που ασκούν στις προγραμματικές επιλογές διαφόρων κυβερνήσεων.
Εκτιμώ ότι ελλοχεύει ένας σημαντικός κίνδυνος, όταν
έννοιες όπως ο νόμος και η τάξη αντιδιαστέλλονται γενικόλογα με άλλες, όπως οι
ελευθερίες και τα δικαιώματα — ιδίως όταν αρκετοί δεν είναι σε θέση να
γνωρίζουν πώς μπορεί να ονοματίζεται μια αυστηρή πολιτική (π.χ. «νόμος και
τάξη») και προσλαμβάνουν ως «νόμο και τάξη» την αξίωση των πολιτών για τη
τήρηση της νομιμότητας και της ευταξίας. Η ερώτηση της Public Issue λοιπόν,
υιοθετώντας μια διαζευκτική πρόταση, που ήδη, εδώ και καιρό, προβάλλεται στη
πολιτική ατζέντα μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για περαιτέρω σκέψεις.
Αναλυτικότερα, η κυριαρχία αυτής της διάζευξης δηλώνει ότι (μαθαίνουμε να)
αντιλαμβανόμαστε και να αποδεχόμαστε το εν λόγω θέμα με τον τρόπο που μας
υπαγορεύεται. Αναπαράγει, επίσης, ένα συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό μοντέλο
πρόσληψης που, διαστρεβλώνοντας τη σημασία των λέξεων και κατασκευάζοντας
παραδοξολογικές αντιθέσεις, νομιμοποιεί τη θέση ότι τα δικαιώματα και οι
ελευθερίες βρίσκονται πέραν και «εκτός» του νόμου.
Καταρχάς, σε ποιον νόμο και ποια τάξη αναφερόμαστε;
Δεν μπορεί να απορρίπτονται εν συνόλω έννοιες, χωρίς πρώτα να διερωτηθούμε πάνω
σ’ αυτές. Εξάλλου, ένας δίκαιος νόμος συνιστά πρόταγμα και διεκδίκηση,
προϋποθέτει, εκ προοιμίου, δικαιώματα και ελευθερίες, άρα ως όρος ο νόμος δεν
αντιπαρατίθεται με τα δικαιώματα, απλώς και μόνο επειδή κάποιοι αυταρχικοί
νόμοι συμβαίνει να τα προσβάλλουν.
Εάν, τώρα, ως νόμο εννοούμε τις μνημονιακές
διατάξεις και ως τάξη τον «κοινωνικό σωφρονισμό» που επιχειρείται (επεμβάσεις
σε χώρους κοινωνικής αυτοδιαχείρισης, περιορισμός του δικαιώματος στην απεργία,
λογοκρισία, ασύμμετρη αστυνόμευση του δημόσιου χώρου, καταστολή κινητοποιήσεων
κ.λπ.), τότε και μόνο τότε μπορούμε να συζητήσουμε σε αυτή τη συγκεκριμένη
βάση. Χρειάζεται συνεπώς προσοχή και εγρήγορση απέναντι σε παραπλανητικές και
γενικόλογες εννοιολογικές ταυτίσεις ή αντιθέσεις, καθώς στο όνομα ορισμένων
πολιτικών δεν μπορεί να εκπροσωπείται ή/και να ακυρώνεται νοηματικά ο νόμος
(αρχ. νέμω) και η τάξη (αρχ. τάσσειν), εν γένει. Όπως ακριβώς δεν είναι Ξένιος
ο Δίας που επικαλούνται, έτσι δεν είναι συνταγματικά νόμιμες οι πολιτικές του
«νόμου και της τάξης». Αλλά αυτό δεν είναι πάντα προφανές για όλους.
Το να αντιδιαστέλλουμε συλλήβδην και απροϋπόθετα τις
ελευθερίες και τα δικαιώματα από κάθε νόμο και κάθε τάξη οδηγεί σε κίβδηλες
συγκροτήσεις εννοιολογικών κατηγοριών. Η αποδοχή της διάζευξης που θέτει η
ερώτηση, συντείνει στη θεμελίωση μανιχαϊστικών στάσεων και απόψεων που
εντάσσονται στη φιλελεύθερη αφήγηση για την κοινωνική πραγματικότητα, η οποία
διεκδικεί αποκλειστικά για λογαριασμό της και τον νόμο και την τάξη (με την
έννοια της ρύθμισης). Οι απαντήσεις, συνεπώς, στην ερώτηση της δημοσκόπησης
αναπαράγουν αυτή την αφήγηση, όχι διά του περιεχομένου τους αλλά διά της
συναίνεσης που παρέχουν καταρχήν απέναντι στο ερώτημα. Φαίνεται σαν φιλελεύθερη
προσέγγιση να διαθέτει και το μαχαίρι και το πεπόνι, όχι μόνο στις πολιτικές
αλλά και στον Λόγο, με αποτέλεσμα να ανανοηματοδοτεί λέξεις ιδιαίτερης
κοινωνικοπολιτικής και πολιτισμικής σημασίας.
Μήπως χρειάζεται λοιπόν να συζητηθεί εκ νέου η σχέση
των εννοιών δικαιώματα/ελευθερίες και νόμος/τάξη; Ας μην ξεχνάμε πως στο
πλαίσιο της δεσμευτικότητας που απορρέει από τους νομικούς κανόνες, στους
οποίους περιλαμβάνονται ή αγωνίζονται να περιληφθούν τα δικαιώματα,
επιχειρείται η ρύθμιση («τάξη»). Τα ανθρώπινα δικαιώματα κατοχυρώνονται τυπικά
από τον νόμο και απορρέουν από το δίκαιο, δεν είναι «ά-νομα» ή «ά-τακτα»,
δηλαδή «επικίνδυνα» ή/και «χαοτικά». Ακόμα κι όταν δεν έχουν κυρωθεί με νόμο,
τον διεκδικούν για τη θεμελίωση και τη διασφάλισή τους.
Μπορούμε –και επιβάλλεται– να διεκδικήσουμε νόμους
κοινωνικά δικαιότερους, όχι όμως να τους αντιδιαστέλουμε εννοιολογικά από τα
δικαιώματα, επειδή η φιλελεύθερη θέση τείνει να διεκδικεί, κατ’
αποκλειστικότητα, τον νόμο, επιχειρώντας να «από-νομιμοποιήσει» τα δικαιώματα
και τις ελευθερίες. Διαφορετικά, αφαιρετικές διαζεύξεις παρόμοιου είδους
παράγουν, αναπαράγουν και σταθεροποιούν, για ένα μεγάλο τμήμα του κοινωνικού
συνόλου, αντιλήψεις του τύπου «τα δικαιώματα οδηγούν στην ανομία», «φέρουν το
χάος» κ.λπ. Συμβάλλουν, τέλος, στην «εγκληματοποίηση», διά της αποδοχής αυτού
του διαζευκτικού ερωτήματος, τόσο των ελευθεριών όσο και των δικαιωμάτων.
Μοιάζει σαν να έχει επιτραπεί η υφαρπαγή των λέξεων
και η ανανοηματοδότησή τους, μόνο και μόνο για να «στιγματιστούν» ως «έκ-νομα»
τα δικαιώματα και οι ελευθερίες. Έχουμε αφήσει την πόρτα ανοικτή και μας
επισκέπτονται απρόσκοπτα πλείστοι λεξικλέφτες· σπουδαίοι εργολάβοι των κοινωνικών κατασκευών, που υφαρπάζουν,
εκτός από τις λέξεις, τις αφηγήσεις περί νομιμότητας και δομούν όχι μόνο τις
ερωτήσεις και τη θέαση της κατάστασης αλλά και την ίδια την καθημερινότητά μας.
Συγκροτούν και αναπαράγουν, συνεπώς, έναν Λόγο (discours), την «τάξη» του
οποίου μοιάζει να αποδεχόμαστε.
Οι αυταρχικές πολιτικές επικαλούνται τον νόμο,
παρα-νομούν όμως στο όνομά του. Ταυτίζονται με τον νόμο, ενώ τίθενται υπεράνω
αυτού. Εν ολίγοις, υπο-νομεύουν την ίδια τη συνταγματική δημοκρατία. Είναι θέμα
«τάξης» να (ξανα)πάρουμε τον νόμο στο Λόγο μας.
Η Αναστασία Χαλκιά είναι κοινωνιολόγος, δρ του
Παντείου Πανεπιστημίου
Πηγή: enthemata.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου