"Αγαπητοί
επιβάτες, παρακαλείστε να προσέχετε τα προσωπικά σας αντικείμενα"
του Μάρκου
Οι περιφράξεις και οι αποκλεισμοί δε δημιουργούνται μονάχα υψώνοντας τείχη και φράχτες. Μια φωνή από τα μεγάφωνα αρκεί για να χαρακτηρίσει έναν τόπο ως επικίνδυνο και να διαμορφώσει το καθεστώς επιτήρησης του.
Στο μετρό, η φωνή που μας παρακαλεί να προσέχουμε τα προσωπικά μας αντικείμενα από το Μοναστηράκι μέχρι τον Ευαγγελισμό, στο Σύνταγμα, το Πανεπιστήμιο και την Ομόνοια, σκοπό έχει να εντάξουμε στην καθημερινότητά μας το φόβο και να κοιτάμε το διπλανό μας με μισό μάτι, ειδικά αν αυτός είναι λίγο πιο μελαμψός και γενικότερα δεν ταιριάζει με τα στάνταρ της κανονικότητας με την οποία θα έπρεπε να συνταξιδεύουμε.
Την εποχή της καπιταλιστικής κρίσης και της επακόλουθης νόμιμης εξαθλίωσης και λεηλασίας των ζωών μας από τους κρατικούς μηχανισμούς και τους εντολείς τους, ανασύρονται από το παρελθόν αλλά και επινοούνται πολλοί και διάφοροι νέοι τρόποι εμφύσησης του φόβου και επίτευξης του αποπροσανατολισμού.
Από τη μία η κρατική βία καταστέλλει κάθε προσπάθεια αντίστασης στην άθλια κανονικότητα που βιώνουμε και κάθε μορφή διεκδίκησης ενός διαφορετικού κόσμου.
Από την άλλη ο ιδεολογικός πόλεμος υπέρ της νεοφιλελεύθερης τροπής των πραγμάτων, υπέρ της ανάπτυξης και της αναλωσιμότητας των ζωών μας, καλά κρατεί από τα MME.
Σταθερά στο πλευρό των παραπάνω, οι νεοναζιστικές συμμορίες, έχουν αναλάβει επικουρικό ρόλο ενισχύοντας όλες τις κυρίαρχες πολιτικές επιλογές και το καθεστώς του φόβου.
Το μοντέλο υπηκόου, που επιδιώκει να διαμορφώσει η σύγχρονη εξουσία, είναι αυτό του σκυφτού και υπάκουου εργαζόμενου-ρομπότ, που δεν έχει χρόνο και χώρο να αναπνεύσει και αντιλαμβάνεται το διπλανό του ως εχθρό.
Σ’ αυτή την κατεύθυνση επιστρατεύονται όλα τα δυνατά όπλα προκειμένου να ενισχύσουν τα φοβικά ένστικτα του σκυφτού Έλληνα πολίτη. Και μόνο στο άκουσμα της ανακοίνωσης αυτής, οι επιβάτες φέρνουν κατά τι πιο κοντά τους τα πράγματά τους και κοιτούν με καχυποψία γύρω γύρω προκειμένου να εντοπίσουν και να προστατευθούν από τον επίδοξο ληστή. Αυτό όμως, αν και είναι μόνο μια αντίδραση, συμβάλει στο σχηματισμό μιας συνειδητής στάσης και στη συγκρότηση συγκεκριμένης αντίληψης για ορισμένες καταστάσεις σε ορισμένους χώρους.
Ο αποδέκτης του μηνύματος, ο οποίος σκεπτόμενος ότι βρίσκεται σε περιοχή που κάποιοι εποφθαλμιούν τα προσωπικά του αντικείμενα, γίνεται όλο και πιο δεκτικός σε οποιονδήποτε θέλει να του τα διαφυλάξει. Μια συνθήκη που κάποτε ήταν η εξαίρεση γίνεται, με αυτά τα μέσα, ο κανόνας και καθορίζει ποιος μπορεί να υπάρχει σε μια περιοχή και ποιος όχι. Έτσι, η συνεχής τρομοκρατική αστυνομική παρουσία όχι μόνο γίνεται ανεκτή αλλά είναι και θεμιτή και κάπως έτσι εδραιώνεται χωροταξικά και κατά συνέπεια στη συνείδηση του κόσμου, μια ζώνη στην πόλη με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά˙ η ζώνη του φόβου. Στη ζώνη αυτή βέβαια, ευπρόσδεκτοι είναι και όσοι καλοθελητές, μαφιόζοι, φασίστες προσφέρουν “ανιδιοτελώς” την προστασία τους.
Στη ζώνη του φόβου, συμπυκνώνεται η καθημερινότητα έτσι όπως θα ήθελε η κυριαρχία να είναι οι περιοχές που λαμβάνουν χώρα εμπορευματικές δραστηριότητες, που είναι τουριστικές, που στεγάζονται επαγγελματικοί χώροι κι έτσι οφείλουν να αποστειρωθούν από κάθε είδους παράσιτο που θα σταθεί εμπόδιο σ’ αυτή την κανονικότητα. Η συγκεκριμένη αποστείρωση δεν έχει όμως στόχο την εκκαθάριση αυτή καθ’ εαυτή αλλά την εκπαίδευση των υπηκόων να ζουν με το φόβο του Άλλου. Σε απόσταση από ανθρώπους-παράσιτα, μέσα σε μια “καθαρότητα” που περισσότερο θυμίζει ολοκληρωτικά καθεστώτα. Κι όμως, όλα αυτά συμβαίνουν στο νεοφιλελεύθερο, καπιταλιστικό, δημοκρατικό παράδεισο.
Όταν μια κατάσταση εξαίρεσης γίνεται καθημερινότητα, είναι η ίδια η καθημερινότητα που οφείλει να ανατραπεί. Όταν ο έλεγχος στις ζωές μας γίνεται όλο και πιο ασφυκτικός και προσπαθεί να ορίσει όλο και περισσότερες πτυχές μας, τότε λύση δεν είναι η προσπάθεια αποφυγής του ελέγχου αλλά η συθέμελη καταστροφή των μηχανισμών του. Όταν ο φόβος προσπαθεί να εκτοπίσει από μέσα μας ό,τι ωραίο έχουμε, τότε εμείς οι ίδιοι έχουμε χρέος να στείλουμε το φόβο κι ότι μας τον προκαλεί, στο πυρ το εξώτερο.
Μέσα στην ησυχία των βαγονιών του μετρό και στα αμήχανα βλέμματα, ανάμεσα στα βήματα των επιβατών στους διαδρόμους και τις φοβικές ανακοινώσεις, διαβάζοντας τα μηνύματα για τις τιμωρητικές συνέπειες της παραχώρησης ή μη επικύρωσης του εισιτηρίου μας, βλέποντας την επιτήρησή μας να γίνεται ολοένα και πιο ασφυκτική, εκεί ακριβώς είναι που “αντιλαλεί καθαρά το μπουμπουνητό της μάχης.”
Πηγή: eagainst.com
του Μάρκου
Οι περιφράξεις και οι αποκλεισμοί δε δημιουργούνται μονάχα υψώνοντας τείχη και φράχτες. Μια φωνή από τα μεγάφωνα αρκεί για να χαρακτηρίσει έναν τόπο ως επικίνδυνο και να διαμορφώσει το καθεστώς επιτήρησης του.
Στο μετρό, η φωνή που μας παρακαλεί να προσέχουμε τα προσωπικά μας αντικείμενα από το Μοναστηράκι μέχρι τον Ευαγγελισμό, στο Σύνταγμα, το Πανεπιστήμιο και την Ομόνοια, σκοπό έχει να εντάξουμε στην καθημερινότητά μας το φόβο και να κοιτάμε το διπλανό μας με μισό μάτι, ειδικά αν αυτός είναι λίγο πιο μελαμψός και γενικότερα δεν ταιριάζει με τα στάνταρ της κανονικότητας με την οποία θα έπρεπε να συνταξιδεύουμε.
Την εποχή της καπιταλιστικής κρίσης και της επακόλουθης νόμιμης εξαθλίωσης και λεηλασίας των ζωών μας από τους κρατικούς μηχανισμούς και τους εντολείς τους, ανασύρονται από το παρελθόν αλλά και επινοούνται πολλοί και διάφοροι νέοι τρόποι εμφύσησης του φόβου και επίτευξης του αποπροσανατολισμού.
Από τη μία η κρατική βία καταστέλλει κάθε προσπάθεια αντίστασης στην άθλια κανονικότητα που βιώνουμε και κάθε μορφή διεκδίκησης ενός διαφορετικού κόσμου.
Από την άλλη ο ιδεολογικός πόλεμος υπέρ της νεοφιλελεύθερης τροπής των πραγμάτων, υπέρ της ανάπτυξης και της αναλωσιμότητας των ζωών μας, καλά κρατεί από τα MME.
Σταθερά στο πλευρό των παραπάνω, οι νεοναζιστικές συμμορίες, έχουν αναλάβει επικουρικό ρόλο ενισχύοντας όλες τις κυρίαρχες πολιτικές επιλογές και το καθεστώς του φόβου.
Το μοντέλο υπηκόου, που επιδιώκει να διαμορφώσει η σύγχρονη εξουσία, είναι αυτό του σκυφτού και υπάκουου εργαζόμενου-ρομπότ, που δεν έχει χρόνο και χώρο να αναπνεύσει και αντιλαμβάνεται το διπλανό του ως εχθρό.
Σ’ αυτή την κατεύθυνση επιστρατεύονται όλα τα δυνατά όπλα προκειμένου να ενισχύσουν τα φοβικά ένστικτα του σκυφτού Έλληνα πολίτη. Και μόνο στο άκουσμα της ανακοίνωσης αυτής, οι επιβάτες φέρνουν κατά τι πιο κοντά τους τα πράγματά τους και κοιτούν με καχυποψία γύρω γύρω προκειμένου να εντοπίσουν και να προστατευθούν από τον επίδοξο ληστή. Αυτό όμως, αν και είναι μόνο μια αντίδραση, συμβάλει στο σχηματισμό μιας συνειδητής στάσης και στη συγκρότηση συγκεκριμένης αντίληψης για ορισμένες καταστάσεις σε ορισμένους χώρους.
Ο αποδέκτης του μηνύματος, ο οποίος σκεπτόμενος ότι βρίσκεται σε περιοχή που κάποιοι εποφθαλμιούν τα προσωπικά του αντικείμενα, γίνεται όλο και πιο δεκτικός σε οποιονδήποτε θέλει να του τα διαφυλάξει. Μια συνθήκη που κάποτε ήταν η εξαίρεση γίνεται, με αυτά τα μέσα, ο κανόνας και καθορίζει ποιος μπορεί να υπάρχει σε μια περιοχή και ποιος όχι. Έτσι, η συνεχής τρομοκρατική αστυνομική παρουσία όχι μόνο γίνεται ανεκτή αλλά είναι και θεμιτή και κάπως έτσι εδραιώνεται χωροταξικά και κατά συνέπεια στη συνείδηση του κόσμου, μια ζώνη στην πόλη με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά˙ η ζώνη του φόβου. Στη ζώνη αυτή βέβαια, ευπρόσδεκτοι είναι και όσοι καλοθελητές, μαφιόζοι, φασίστες προσφέρουν “ανιδιοτελώς” την προστασία τους.
Στη ζώνη του φόβου, συμπυκνώνεται η καθημερινότητα έτσι όπως θα ήθελε η κυριαρχία να είναι οι περιοχές που λαμβάνουν χώρα εμπορευματικές δραστηριότητες, που είναι τουριστικές, που στεγάζονται επαγγελματικοί χώροι κι έτσι οφείλουν να αποστειρωθούν από κάθε είδους παράσιτο που θα σταθεί εμπόδιο σ’ αυτή την κανονικότητα. Η συγκεκριμένη αποστείρωση δεν έχει όμως στόχο την εκκαθάριση αυτή καθ’ εαυτή αλλά την εκπαίδευση των υπηκόων να ζουν με το φόβο του Άλλου. Σε απόσταση από ανθρώπους-παράσιτα, μέσα σε μια “καθαρότητα” που περισσότερο θυμίζει ολοκληρωτικά καθεστώτα. Κι όμως, όλα αυτά συμβαίνουν στο νεοφιλελεύθερο, καπιταλιστικό, δημοκρατικό παράδεισο.
Όταν μια κατάσταση εξαίρεσης γίνεται καθημερινότητα, είναι η ίδια η καθημερινότητα που οφείλει να ανατραπεί. Όταν ο έλεγχος στις ζωές μας γίνεται όλο και πιο ασφυκτικός και προσπαθεί να ορίσει όλο και περισσότερες πτυχές μας, τότε λύση δεν είναι η προσπάθεια αποφυγής του ελέγχου αλλά η συθέμελη καταστροφή των μηχανισμών του. Όταν ο φόβος προσπαθεί να εκτοπίσει από μέσα μας ό,τι ωραίο έχουμε, τότε εμείς οι ίδιοι έχουμε χρέος να στείλουμε το φόβο κι ότι μας τον προκαλεί, στο πυρ το εξώτερο.
Μέσα στην ησυχία των βαγονιών του μετρό και στα αμήχανα βλέμματα, ανάμεσα στα βήματα των επιβατών στους διαδρόμους και τις φοβικές ανακοινώσεις, διαβάζοντας τα μηνύματα για τις τιμωρητικές συνέπειες της παραχώρησης ή μη επικύρωσης του εισιτηρίου μας, βλέποντας την επιτήρησή μας να γίνεται ολοένα και πιο ασφυκτική, εκεί ακριβώς είναι που “αντιλαλεί καθαρά το μπουμπουνητό της μάχης.”
Πηγή: eagainst.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου