Ιδεολογικοπολιτική σαλάτα με ντρέσινγκ ευρωμνημόνιο και στο βάθος το χάος...
Η αριστερή ελίτ στην Ελλάδα τρέφεται με βαρύγδουπα τσιτάτα και επική ιστοριογραφία. Για να θυμηθούμε λίγο τον Καστοριάδη, από τον ευρωκομμουνισμό που μυρίζει φορμόλη έως τον πατριωτικό κομμουνισμό που βρωμάει μούχλα, το φαντασιακό της ελίτ αυτής έχει διακόψει πλήρως τους δεσμούς του με την ιστορικό κοινωνικό «πράττειν» της εποχής. Αντιθέτως, έχει μετατραπεί σε πλήρως φανταστικό που επιχειρεί να εγκλωβίσει την πραγματικότητα σε ιδεολογικούς ντετερμινισμούς εκτός τόπου και χρόνου. Και επειδή δε χρειάζεται να μας πέσει η φιλοσοφία βαριά στο στομάχι, κόμματα, φορείς, προσωπικότητες της ευρύτερης Αριστεράς όχι μόνο δεν αντιλαμβάνονται την ιστορική συγκυρία, αλλά επιμένουν στο ρητό «αν η πραγματικότητα διαφωνεί μαζί μας, τότε τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα». Ο Μίκης και ο Φώτης, οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, χτύπησαν ταυτόχρονα, ώστε να μας υπενθυμίσουν το πέπλο αναχρονισμού που πλακώνει τον κόσμο της Αριστεράς.
Οι τσολιάδες του ΕΑΜ
Η Ελλάδα δεν είναι κατεχόμενη χώρα, με την ίδια ακριβώς λογική ότι ούτε το αυστριακό «άνσλους» αποτέλεσε κατ’ ουσίαν κατοχικό καθεστώς. Ακόμη και η αναλογία μεταξύ μνημονιακής πραγματικότητας και βρετανοαμερικάνικης μεταπολεμικής εμπλοκής είναι προβληματική. Πόσο μάλλον όταν ο εμφύλιος ουσιαστικά αποτελεί συνέχεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με τη μετάπτωση από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα στον ταξικό ένοπλο, άρα ο πατριωτικός χαρακτήρας τελειώνει με την πρώτη εμπλοκή μεταξύ ταγματασφαλιτών και ΕΛΑΣ.Πρώτα από όλα να ξεκαθαρίσω ότι αρνούμαι να αντιληφθώ τον Μίκη ως πολιτικό διανοητή, παρόλη την αναμφισβήτη θέση του στην αριστερή ελίτ (πολιτική, κοινωνική, φιλοσοφική, καλλιτεχνική). Άρα το θέμα μου δεν είναι ο Μίκης, όσο ο χαρακτήρας του «κινήματος» και η εθνικομελό συγκινησιακή του επιρροή σε ένα τμήμα της βάσης. Η ιστορική αναδρομή της προηγούμενης παραγράφου έγινε ακριβώς για να αποδομηθεί η εύηχη μεν, ιστορικά και πολιτικά λανθασμένη δε, επιχειρούμενη από την «πατριωτική πτέρυγα» της Αριστεράς αντιμετώπιση της σημερινής νεοφιλελεύθερης μαζικής επίθεσης με περιορισμένης αποτελεσματικότητας εργαλεία και -το κυριότερο- αποπροσανατολιστικές αντιλήψεις, εγκλωβισμένες σε εθνικά στερεότυπα.
Τι λέει η «Σπίθα» του Θεοδωράκη σχετικά με την κρίση που βιώνουμε;
«Το μοναδικό μου κίνητρο είναι να βοηθήσω να δημιουργηθεί ένα κίνημα και μια ζύμωση ιδεών , ανεξάρτητα και μακριά από το υπάρχον πολιτικό-κομματικό κατεστημένο με επίκεντρο τον ανεξάρτητο πολίτη , που αισθάνεται την ανάγκη να αντιδράσει στο σημερινό αδιέξοδο και να συμβάλλει με τις όποιες δυνάμεις του στην έξοδο της πατρίδας μας από τη βαθιά κρίση στην οποία μας οδήγησε η διεθνής κρίση του καπιταλισμού και οι εξαρτημένοι από διεθνή κόντρα εξέχοντες πολιτικοί και οικονομικοί κύκλοι μαζί με το σύνολο του πολιτικού κόσμου, που συμμετείχε ενεργητικά ή παθητικά στον κατήφορο της δημόσιας ζωής από το 1974».Ας παρακάμψουμε τα ολίγον παιδαριώδη μαθηματικά που βασίζονται σε αμφίβολης αξίας χιλιοειπωμένες αποψάρες του συρμού (π.χ. περί «φίλης Ρωσίας» και «πολεμικών αποζημιώσουν που θα μας ξελασπώσουν για τρεις ζωές»). Ας υποθέσουμε επίσης ότι δεν είναι γνωστό πως ο Μίκης έχει προσχωρήσει τα τελευταία χρόνια στην «ψυχοπαθολογική» εθνικιστική αριστερά (σ.σ. με συγχωρείτε, αλλά δε μου βρίσκεται πιο δόκιμος όρος για να χαρακτηρίσω αυτήν την ιδιόμορφη περίπτωση της «ομάδας» Καραμπελιά-Ζουράρι-Παπανικολάου, αν και ο τελευταίος έχει διαχωρίσει τη θέση του βλέποντας πράκτορες ακόμη και πίσω από το Μίκη).
Για να απαλλαγούμε οριστικά και τελειωτικά από το Δημόσιο Χρέος:
-Να διεκδικήσουμε διαγραφή μέρους του χρέους σε συνεργασία με τις ελλειμματικές χώρες του ευρωπαϊκού νότου.
- Να αξιοποιηθεί μέρος της Κρατικής Περιουσίας.
- Να αξιοποιηθεί μέρος της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας.
- Να υποχρεωθούν οι έχοντες και κατέχοντες να συνεισφέρουν στην κοινή εθνική προσπάθεια με ειδικούς φόρους και τρόπους ανάλογα με την οικονομική τους επιφάνεια.
- Να δημιουργηθεί δημόσιος εθνικός τραπεζικός πυλώνας που θα σπάσει το τραπεζικό καρτέλ προ όφελος του λαού συμβάλλοντας στην εξόφληση του χρέους.
-Να διεκδικήσουμε κάθε δυνατό τρόπο τις λεγόμενες «πολεμικές αποζημιώσεις» από τη Γερμανία, που οφείλει στην Ελλάδα για τις χιλιάδες δολοφονίες αθώων θυμάτων, τις ανυπολόγιστες καταστροφές και την κλοπή του πλούτου της χώρας.
-Σύμφωνα με αξιόπιστους υπολογισμούς με τους τρόπους αυτούς στο Δημόσιο Ταμείο θα μπουν πάνω από ένα τρισεκατομμύριο ευρώ . Από τα οποία αφού αφαιρεθεί το Δημόσιο Χρέος θα υπάρξουν αρκετά χρήματα , ικανά να στηρίξουν την αναγεννητική προσπάθεια της χώρας και τα οποία θα διατεθούν ανάλογα με τις ανάγκες στην άμυνα , στην ανάπτυξη , στην υγεία στην παιδεία και στην εξάλειψη της φτώχειας.
-Για λόγου εθνικής αξιοπρέπειας θα πρέπει η χώρα μας να αποχωρήσει από το μηχανισμό στήριξης Ε.Ε-Δ.Ν.Τ και από το ΝΑΤΟ και να στραφεί για τη στήριξη προς άλλες φίλιες χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα και οι Αραβικές χώρες, με τις οποίες οι εμπορικές και άλλες σχέσεις θα πρέπει να αναπτυχθούν περισσότερο.
-Η Εθνική Άμυνα θα πρέπει να ενισχυθεί σοβαρά με την προμήθεια υπερσύγχρονου στρατιωτικού αμυντικού υλικού από τη Ρωσία και την Κίνα. Γιατί πιστεύω ότι είναι ανόητο και επικίνδυνο να είμαστε μέλη του ΝΑΤΟ που βυσσοδομεί φανερά και επιδεικτικά εναντίον μας καλλιεργώντας συστηματικά γειτονικούς εθνικισμούς με στόχο ακόμα και την εδαφική μας ακεραιότητα.
Το «κίνημα» έχει σαφέστατες αναφορές στο ΕΑΜ και αντιμετωπίζει το «Γερμανό εχθρό» με τους όρους Β’ ΠΠ. Ο Μίκης όχι μόνο δεν αναφέρεται (ούτε καν απευθύνεται) στην εργατική τάξη, αλλά ανακατεύει με εξαιρετική μαεστρία τα αντιαμερικάνικα εθνικιστικά στερεότυπα. Και μάλιστα εκείνα ακριβώς τα στερεότυπα που αναπτύχθηκαν μετά την πτώση του Σοβιετικού καθεστώτος από τα φαντάσματα της (άλλοτε αμερικανοθρεμμένης) ακροδεξιάς που ονειρεύεται την αναβίωση του Βυζαντίου μέσα από τις στάχτες της Ορθόδοξης Τσαρικής Αυτοκρατορίας. Οι προτάσεις του Μίκη γίνονται σε επίπεδο κορυφής (κυβερνήσεων) και μάλιστα συμπεριλαμβάνουν τις πιο ακραίες μορφές απολυταρχικού καπιταλισμού των ημερών μας, δηλαδή τη Ρωσία και την Κίνα.
Πρόκειται για ένα περίεργο κράμα ιδεών που παραπέμπει ευθέως στον εθνικιστικό λαϊκισμό, εκείνου που θεωρεί έθνος και λαϊκή τάξη ως έννοιες ταυτιζόμενες. Αντίστοιχα ο ταξικός και ο εθνικός εχθρός είτε ταυτίζονται, είτε συνδέονται και διαπλέκονται, πάντα όμως με στόχο το αντίπαλο έθνος (και όχι λαό). Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που διάφορες ριζοσπαστικοποιήσεις μπλέκουν τα μπούτια τους.
Με αυτά δεδομένα, ίσως κάποιος να νομίσει ότι αν κινηθούμε στην αντίθετη κατεύθυνση θα βρούμε τις σωστές απαντήσεις για τον αναζητούμενο κινηματικό χαρακτήρα της σύγχρονης Αριστεράς. Αυτός ο κάποιος καλό θα είναι να μη βιάζεται, αφού στο δρόμο του θα σκοντάψει στο άλλο άκρο της συντήρησης που ονομάζεται Φώτης Κουβέλης.
«Ευρωδιεθνισμός» και άλλα παραμύθια
Η σύγχρονη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία εξελίχθηκε σε επιθετικό καρκίνωμα στο σώμα της Αριστεράς. Ειδικά η τριανδρία Μπλερ-Σρέντερ-Σημίτη που καλλιέργησε (επιτυχημένα) το υβρίδιο νεοφιλελευθερισμού-ευρωπαϊσμού δημιούργησε τόση σύγχυση ένθεν και ένθεν του πολιτικού φάσματος, ώστε να καταφέρει να εξοντώσει πολιτικά ένα τεράστιο φάσμα του κέντρου. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης, ο εγκλωβισμός ενός μεγάλου αριθμού αστών του αριστερού ρεφορμισμού στο όνομα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, την οποία φαινόταν να εκπροσωπεί καλύτερα από όλους η σοσιαλδημοκρατία. Για τους ανθρώπους αυτούς ο εγγενής διεθνισμός του Μαρξισμού ταυτίστηκε με την ΕΕ, πάλι σε μία φανταστική (και ουχί φαντασιακή) διεργασία που τελικά κατάργησε την ίδια την έννοια του διεθνισμού της Αριστεράς αφαιρώντας τον ταξικό της πυρήνα. Έτσι, διεθνιστικό μεταφράζεται γενικά ό,τι γκρεμίζει τα εθνικά σύνορα. Μοιραία η συμπόρευση με την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση ήταν θέμα χρόνου. Με λίγα λογια, ρεφορμισμός σε όλες τις πτώσεις: ο ρεφορμισμός, του ρεφορμισμού... ω ρεφορμισμέ!Αυτή η λογική που τραυμάτιζε επί χρόνια το Συνασπισμό απέκτησε πρόσφατα αυτοδύναμη φωνή στη βουλή με τη μορφή της κουβελικής «Δημοκρατικής Αριστεράς», γκρεμίζοντας και τα τελευταία χαλάσματα μίας ασταθούς αριστερής συμμαχίας. Μία πρώτης τάξεως εφεδρεία του -υπό διάλυση- πολιτικού συστήματος, σε ένα δίπολο (με τη «Δημοκρατική Συμμαχία» στον άλλο πόλο) που επιχειρεί να διευρύνει την κεντρώα αποϊδεολογικοποιημένη μάζα και ετοιμάζεται για την «επόμενη μέρα». Ακόμη και η επαναλαμβανόμενη χρήση του προσδιορισμού «Δημοκρατική» δεν είναι διόλου τυχαία.
Τι μας είπε λοιπόν ο Φώτης πριν λίγες ημέρες; Μεταφέρω αυτολεξεί:
«Η Δημοκρατική Αριστερά είχε προτείνει εδώ και δυο μήνες τη διεκδίκηση της επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής του δανείου. Αυτό δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με ιδιαίτερη ευφορία, διότι τώρα απαιτείται εγρήγορση και αποφασιστικότητα, ώστε να διασφαλιστεί χαμηλό επιτόκιο και να αποτραπεί η υπογραφή ενός νέου Μνημονίου μετά τη λήξη του υπάρχοντος το 2013».Προσπερνώ τις φαιδρότητες της αναζήτησης ενός παράλληλου σύμπαντος όπου τα επιτόκια των δανείων μειώνονται με την επέκταση της αποπληρωμής τους (!) και πάω κατευθείαν στην ουσία. Με τα παραπάνω λόγια, ο Κουβέλης, πέρασε στη νέα εποχή του κεντροαριστερού του μορφώματος. Από την παθητική αντι-αντίδραση μετακινήθηκε επισήμως στην ενεργή συμπόρευση. Από εκεί δηλαδή που, ενώ ο ίδιος δεν είχε παρουσιάσει καμία απολύτως εναλλακτική, φρέσκια, ριζοσπαστική και γενικά πρόταση, κατήγγειλε την υπόλοιπη Αριστερά για τον... καταγγελτισμό της, πλέον συγχρωτίζεται ανοικτά με τον κεντρώο ευρωμονόδρομο της τραπεζικής ολοκλήρωσης. Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι όλα αυτά δε γίνονται εκ του πονηρού κι ότι ισχύουν οι επαναλαμβανόμενες δηλώσεις των στελεχών της Δη.Αρ. ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχουν σε «κυβέρνηση προθύμων» (άλλωστε το πολιτικό μέλλον του κυρίου συνταγματολόγου αφήνει παγερά αδιάφορη τη χειμαζόμενη ελληνική κοινωνία) τι εκφράζει αυτού του είδους η πολιτική λογική; Την παθητική αποδοχή του ευρωπαϊκού κάστρου της παγκοσμιοποίησης και μάλιστα στο όνομα της ανανέωσης και της κοινωνικής προόδου προς έναν κόσμο χωρίς σύνορα. Λες και το ζητούμενο για τον κόσμο της εργασίας είναι ο παπανδρεϊκός «τέταρτος δρόμος» προς την παγκόσμια διακυβέρνηση. Ας είχαν τουλάχιστον στην Δημοκρατική Αριστερά ρίξει έστω και μία ματιά στη Συνθήκη της Λισαβόνας.
«Η τέταρτη δόση συνεπάγεται την αντιμετώπιση όλων εκείνων των προκριματικών ζητημάτων για να την εξασφαλίσουμε. Εκτιμώ ότι θα την εξασφαλίσουμε με την προϋπόθεση ότι θα ανταποκριθούμε σε εκείνα που έχουμε υποχρέωση».
Πού είναι οι τάξεις, οέο;
Τι κοινό έχει ο απολίτικος ευρωπαϊσμός του Κουβέλη με τον εθνικοκομμουνισμό του Θεοδωράκη; Πέραν του ότι αναμοχλεύουν ξεπερασμένα σχήματα, ελάχιστα αναγκαία (για αν μην πω επιβλαβή) για τις απαιτήσεις των καιρών, δεν είναι καν αριστερά. Ο Φώτης με τον Μίκη συναντιούνται από διαφορετικούς δρόμους, καθώς ο μεν ένας υψώνει, ο δε άλλος καταργεί τους κάθετους διαχωρισμούς (εθνικά σύνορα), αδιαφορώντας για την ουσία της ιδεολογίας τους, δηλαδή τον οριζόντιο ταξικό διαχωρισμό. Ο μεν Φώτης νιώθει «αδελφός» με τον Ευρωπαίο τραπεζίτη (αρκεί αυτός να δηλώνει «προοδευτικός»), ο δε Μίκης με τον Έλληνα (αρκεί αυτός να δηλώνει «εθνικός»). Υπό το πρίσμα της ζύμωσης νέων ιδεών και πρακτικών στο χώρο της αριστεράς και οι δύο είναι το ίδιο άχρηστοι. Πολύ απλά γιατί βρίσκονται εκτός πλαισίου και σίγουρα εκτός πραγματικότητας.Ας ξεχάσουμε τις ελίτ και τις πρακτικές τους
Ο πολιτικός λόγος της αριστερής ελίτ είναι τελειωμένος. Επί δεκαετίες τα κόμματα της Αριστεράς εγκλωβίστηκαν στον αυτοματισμό του κοινοβουλευτισμού, συμπεριλαμβανομένου του ΚΚΕ, του οποίου ο αντι-κοινοβουλευτισμός είναι κι αυτός προϊόν αυτοματισμού. Δε ζυμώνουν νέες ιδέες και το κυριότερο δεν παράγουν νέες πρακτικές, ούτε δράσης ούτε καν αντίδρασης.Ιστορικά, σε συνθήκες κρίσης οι παράγοντες του καθεστώτος επιχειρούν να ανακατέψουν τα στάσιμα νερά της εξουσίας. Μία κουτάλα όμως δεν μπορεί να μετατρέψει ένα βούρκο σε χείμαρο. Αυτό συμβαίνει και στην Αριστερά των ημερών μας, της οποίας το στελεχιακό δυναμικό είναι φθαρμένο, ξεπερασμένο και σε μεγάλο βαθμό υποταγμένο. Ο συμβολισμός των προσώπων του Μίκη και του Φώτη, αυτές τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, είναι εξαιρετικός γι’ αυτήν ακριβώς τη συγκυρία. Δύο φαινομενικά αντιθετικές τάσεις με ένα κοινό χαρακτηριστικό: την απόλυτη συντήρηση. Η άκρατη συντήρηση της τιποτολογίας (του Φώτη) και της παρελθοντολαγνείας (του Μίκη). Διεθνισμός, πατριωτισμός, ευρωπαϊσμός, ρεφορμισμός... Ορισμοί του συρμού σε ένα εγχειρίδιο πολιτικής έκφρασης για «συνταξιούχους διανοητές».
Ο φοβισμένος και αδύναμος κόσμος της εργασίας είναι απολύτως λογικό να συνεχίζει να κρέμεται από τα πατζάκια της εκάστοτε πολιτικής ελίτ, αναζητώντας καταρχήν λύσεις για τα καθημερινά του προβλήματα και όχι μεταφυσικές απαντήσεις για τον «αιώνιο σοσιαλισμό». Τελικά όμως το ζήτημα δεν είναι να αναγκαστούν ο Αλέξης, η Αλέκα, ο Αλέκος, ο Φώτης, ο Μίκης να επαναπροσδιορίσουν το Μαρξισμό και να οδηγήσουν τις μάζες στην ταξική νίκη. Όλα δείχνουν πως ούτε ως την αυλόπορτα της αριστερής πρωτοπορίας δεν μπορούν να φτάσουν. Το πρόβλημα είναι πλέον ενδημικό και εκτείνεται σε ολόκληρο το κίνημα (όποιο κι αν είναι αυτό) που παρουσιάζει με τη σειρά του χαρακτηριστικά αυτοματισμού, ή αν προτιμάτε πιο συμβολικά, συνεχίζει το βήμα σημειωτόν χτυπώντας απλώς πιο δυνατά τα πόδια του. Αυτό που αναζητείται τελικά είναι οι όροι αυτονόμησης και αυτοσυνείδησης της βάσης, ώστε, αντί για σαλάτα, να μπορούμε να αρχίσουμε να μιλάμε για κίνημα(τα). Η νεοπρολεταριακή αυτογνωσία των κατά φαντασία αστών (σ.σ. όταν μάγκα μου το ΙΧ και τη μεζονέτα σου ίσως και να τα αποπληρώσουν μετά από τριάντα χρόνια τα παιδιά σου στις τράπεζες, δε διαφέρεις σε τίποτε από τον κολίγο προπάππου σου).
Με λίγα λόγια: σύντροφοι κάψτε τα σουτιέν σας!
Πηγή: Μάλλον ακίνδυνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου