5/9/12

…και τότε ρίξανε τον κλήρο να δούνε ποιος θα φαγωθεί, «για να ξεβρωμίσει ο τόπος» (μέρος 3ο)

…Kυβερνητικές μπλόφες…

Clandestina

«…στην Ελλάδα υπάρχουν εκατομμύρια παράνομοι μετανάστες…»

Ακούμε συνέχεια από επίσημα χείλη ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 1.000.000 μετανάστες χωρίς χαρτιά, αριθμός που στη λαϊκιστική δημαγωγία εκτοξεύεται σε εκατομμύρια. Δεν μπαίνουμε σε μια αριθμολογία για το «πόσοι χωράνε», αλλά προφανώς και μόνο 10.000 άνθρωποι παρατημένοι σε μια γειτονιά χωρίς μέσα επιβίωσης είναι αρκετοί για να προκληθεί ανθρωπιστική κρίση, ενώ είναι εξίσου προφανές ότι σε μια χώρα που υποτίθεται θέλει να αναπτύξει τον πρωτογενή τομέα χωράνε εκατομμύρια μετανάστες αν είναι «κοινωνικά και εργασιακά ενταγμένοι». 

Χωρίς λοιπόν να επιχειρηματολογήσουμε για το «πόσοι χωράνε», θα εξηγήσουμε τη σκοπιμότητα των ανακριβειών για το πόσοι πραγματικά βρίσκονται στην Ελλάδα και αυτό για να καταδείξουμε ότι οι επίμονες αναφορές στο πόσοι μπαίνουν χωρίς ποτέ να αναφέρεται πόσοι βγαίνουν κρύβουν τα κυκλώματα δουλεμπορίας και τις μαφίες, η ύπαρξη των οποίων εξυπηρετεί την ένταση της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης.

Μπορεί τα τελευταία χρόνια τα 3/4 όσων διασχίζουν χωρίς χαρτιά τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ να το κάνουν από τα ελληνοτουρκικά σύνορα, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι μένουν στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με έκθεση του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ), ο αριθμός των ανθρώπων που βρίσκονται στην Ελλάδα χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα είναι περίπου 400.000.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν από την Eurostat το Φλεβάρη του 2012, την περσινή χρονιά συνολικά στην ΕΕ έγιναν 220.390 νέες αιτήσεις για άσυλο (σε αυτό τον αριθμό δεν υπολογίζονται οι νέες αιτήσεις που έγιναν σε Ιταλία, Αυστρία, Νορβηγία, Ελλάδα που δεν έχουν δώσει στοιχεία για όλους τους μήνες). Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, οι νέες αιτήσεις υπολογίζονται σε λιγότερες από 10.000. 

Παρεμπιπτόντως, το ποσοστό των αιτήσεων ασύλου που είχαν θετική απάντηση ήταν: Γερμανία 24%, Σουηδία 33%, Βρετανία, Ιταλία, Βέλγιο 29% και στην Ελλάδα … 2% (το ποσοστό της Ελλάδας αναφέρεται στο τρίμηνο Απρίλιος-Ιούνιος 2011, για το οποίο υπάρχουν ανακοινωμένα στοιχεία σύμφωνα με τα οποία εξετάστηκαν 2.400 αιτήσεις και έγιναν δεκτές 55. Συνολικά εκτιμάται ότι στην Ελλάδα υπήρχε μείωση κατά 15% του αριθμού των αιτήσεων σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά).

Αν από τις 220.000 περσινές αιτήσεις αφαιρέσουμε τα 50.000 άτομα που έφυγαν κυρίως από τη Λιβύη, την Τυνησία και άλλες χώρες της Βόρειας Αφρικής περνώντας από τη Μάλτα και την Ιταλία και ανατρέποντας για κάποιους μήνες τη στατιστική που αναδεικνύει την Ελλάδα σε κύρια πύλη εισόδου, μένει ένας αριθμός της τάξης των 170.000. Αφαιρώντας κάποιες χιλιάδες που έφτασαν απευθείας σε ευρωπαϊκές πόλεις μέσω αεροπορικών πτήσεων, παραμένει ένας τεράστιος αριθμός ο οποίος δεν μπορεί να εξηγηθεί παρά μόνο εκτιμώντας ότι ένα σημαντικό ποσοστό όσων περνάνε στην Ελλάδα, καταλήγουν τελικά σε άλλες χώρες της ΕΕ.

Το «ένα εκατομμύριο λαθρομετανάστες» του Χρυσοχοΐδη ανταποκρίνεται στο συνολικό αριθμό των μεταναστών στην Ελλάδα, συνυπολογίζοντας τους χωρίς χαρτιά, τους νόμιμους, τους νομιμοποιημένους και τους κοινοτικούς, δηλαδή ένα ποσοστό επί του συνολικού πληθυσμού κοντά στο μέσο όρο της ΕΕ και μικρότερο από ό,τι σε άλλες χώρες (οι μετανάστες αποτελούν π.χ. το 11% του πληθυσμού της Γαλλίας και το 13% του πληθυσμού της Γερμανίας, ενώ αν φύγουμε από την ΕΕ και πάμε στις ΗΠΑ, εκεί το ποσοστό είναι ακόμα μεγαλύτερο, με 42,8 εκατομμύρια μετανάστες).

Την «ελάφρυνση» της χώρας από τους «υπεράριθμους» μετανάστες χωρίς χαρτιά αναλαμβάνουν τα κυκλώματα δουλεμπορίου, για τους τρόπους λειτουργίας και τα τεράστια κέρδη των οποίων μιλήσαμε προηγουμένως. Ας εξετάσουμε άλλη μια παράμετρο. Μας λένε ότι μεγάλη αιτία του προβλήματος είναι η «χαλαρή» στάση που κρατά η Τουρκία στα σύνορά της, δεν μας εξηγούν όμως τους λόγους της «σφιχτής» στάσης της Ελλάδας στα δικά της σύνορα προς την ΕΕ, στάση που προφανώς δεν είναι αποτέλεσμα κάποια πρεμούρας για πιστή εφαρμογή των ευρωπαϊκών συμφωνιών…

Η σφιχτή φρούρηση των συνόρων δημιουργεί μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους για τα κυκλώματα δουλεμπορίου. Έτσι, τα τελευταία χρόνια τα δουλεμπορικά δεν ναυαγούν πια στο Αιγαίο (όπου το 2007 είχαμε κοντά 200 νεκρούς -όμως αυτό δεν ενδιέφερε κανέναν τότε, ούτε αποτελούσε «υποβάθμιση της ανθρώπινης ζωής»). 

Τα δουλεμπορικά σήμερα ναυαγούν στο Ιόνιο, ως αποτέλεσμα της πίεσης της ελληνικής ακτοφυλακής. Περιέργως, αυτό δεν το παρατήρησε κανένας δαιμόνιος αναλυτής, ούτε αναρωτήθηκε για το πώς σχετίζεται η διάλυση των αυτοσχέδιων καταυλισμών μεταναστών στην Πάτρα και στην Ηγουμενίτσα με τα κυκλώματα τα οποία θησαυρίζουν από το δουλεμπόριο και τα οποία δυσανασχετούσαν από την ύπαρξη, ας το πούμε έτσι, αυτόνομων δυνατοτήτων διέλευσης των εσωτερικών συνόρων της ΕΕ.

Η συνθήκη Δουβλίνο ΙΙ

Δημοσιογράφοι και πολιτικοί ανακάλυψαν εσχάτως τη συνθήκη Δουβλίνο ΙΙ και μας την υποδεικνύουν ως κύρια αιτία του «προβλήματος» και ταυτόχρονα απόδειξη της έλλειψης κοινοτικής αλληλεγγύης.

Δεν μας λένε όμως ότι η συνθήκη Δουβλίνο ΙΙ έχει ανασταλεί για την Ελλάδα από τις περισσότερες χώρες της ΕΕ ήδη από τον Δεκέμβρη του 2010, καθώς «η Ελλάδα δεν είναι ασφαλής τόπος για τους πρόσφυγες», αναστολή που επικυρώθηκε και σε θεσμικό επίπεδο της ΕΕ, το Σεπτέμβρη του 2011, από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αφού η Ελλάδα «είναι ανίκανη να διαχειριστεί την ανθρωπιστική κρίση». 
Οι αιτούντες άσυλο δεν επιστρέφονται πλέον στην Ελλάδα και οι αιτήσεις τους εξετάζονται στις άλλες χώρες της ΕΕ – η αναστολή της συνθήκης Δουβλίνο ΙΙ είναι άλλωστε ο λόγος για τον οποίο συζητιέται στα ευρωπαϊκά όργανα η αναστολή για την Ελλάδα και της συνθήκης Σένγκεν.
ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και βαλκανικά αλισβερίσια
Όπως προαναφέραμε, πυρήνας της πολιτικής της Ε.Ε. για τη διαιώνιση της τόσο απαραίτητης εκμετάλλευσης των μεταναστευτικών ροών είναι η εξωτερίκευση των συνόρων της σε συνδυασμό με τη δημιουργία εσωτερικών απαρτχάιντ.

Ακούμε συχνά ότι η ΕΕ δεν μας δίνει αρκετά χρήματα «για να χτίσουμε φυλακές και να φυλάξουμε τα σύνορά μας», ποτέ όμως δεν αναφέρεται ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν διεκδικεί κονδύλια για να κάνει λιγότερο τραγικές τις συνθήκες ζωής των μεταναστών (που φυσικά στη συνέχεια υποβαθμίζουν και τις συνθήκες ζωής των Ελλήνων).

Στην συνάντηση Χρυσοχοΐδη – Malmström, ο έλληνας υπουργός παραδέχθηκε ότι η Ελλάδα έχει χρησιμοποιήσει μόνο 40 από τα 250 εκατομμύρια ευρώ που της διατέθηκαν από το Ταμείο Προστασίας Εξωτερικών Συνόρων και το Ταμείο Επιστροφών. 
Ξέχασε όμως να αναφέρει το Ευρωπαϊκό Ταμείο για τους Πρόσφυγες που έχει δημιουργήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, με προϋπολογισμό 628 εκατομμύρια ευρώ για τα έτη 2008-2013, όπως επίσης ξέχασε να αναφέρει ότι την τριετία 2008-2010 η Ελλάδα, ενώ διαμαρτυρόταν για το μεγάλο ποσοστό εισόδου μεταναστών χωρίς χαρτιά στην ΕΕ από τα ελληνικά σύνορα, ζήτησε από αυτά τα 628 εκατομμύρια ευρώ μόνο 16,8 εκατομμύρια (τα οποία και της δόθηκαν αμέσως).

Το περιεχόμενο της «διαμάχης» Ελλάδας-ΕΕ για το μεταναστευτικό είναι το εξής:
H ΕΕ λέει στην Ελλάδα: ξεσκαρτάρισε τους μετανάστες που περνάνε τα σύνορά σου, κράτησε ένα ποσοστό ως δικαιούμενους άσυλο, μετέτρεψε τους υπόλοιπους σε ελεγχόμενους υπό απέλαση, απέλασε αρκετούς, κράτησε τους υπόλοιπους ως φοβισμένο εργατικό δυναμικό, κατά καιρούς νομιμοποίησε κάποιους (όπως έκανε πριν 2 χρόνια η Ιταλία και λίγο παλιότερα το Βέλγιο και η Ισπανία), μόνο φρόντισε να κάνεις αυτές τις νομιμοποιήσεις σαν να παρακούς τις εντολές μου, αφού επισήμως είμαστε κατά των μαζικών νομιμοποιήσεων.

Η Ελλάδα απαντά ότι δεν θέλει να αναλάβει τις επαναπροωθήσεις γιατί η Τουρκία δεν τους δέχεται, θέλει να αναλάβει η ΕΕ τη διαπραγμάτευση με την Τουρκία και αφού η Ελλάδα δεν απελαύνει, δεν δίνει και άσυλο ούτε προβαίνει σε νομιμοποιήσεις – ενισχύοντας τελικά μια κατάσταση παρανομίας πέραν των ορίων αυτού που η Ε.Ε. θα ήθελε να υπάρχει στο εσωτερικό της (βέβαια η έννοια του «εσωτερικού» της ΕΕ όπως είδαμε αλλάζει…).

Η διαμάχη μεταξύ Ελλάδας – ΕΕ – Τουρκίας είναι πάντως δευτερεύουσα ως προς την ουσία του «μεταναστευτικού προβλήματος» γιατί αυτή η διαμάχη ούτε προκαλεί ούτε θα επιλύσει την ανθρωπιστική κρίση.

Η Ελλάδα θα μπορούσε να ικανοποιεί τις απαιτήσεις της ΕΕ και να συνεχίζεται ο εφιάλτης των ανθρώπων-σκουπιδιών στο κέντρο της Αθήνας ή να μην τις ικανοποιεί αλλά ο εφιάλτης να μην υπάρχει (μέσω της απορρόφησης ενός μέρους των μεταναστών στην αγροτική παραγωγή, της απελευθέρωσής τους από τα κυκλώματα, της διασποράς τους στο σύνολο της χώρας και της «κοινωνικής και εργασιακής ένταξής» τους, έστω και χωρίς νομιμοποίηση και υπό στυγνή εκμετάλλευση, βλ. π.χ. μπαγκλαντέζους μετανάστες στα φραουλοχώραφα της Ηλείας).

Η συσσώρευση των ανθρώπων-σκουπιδιών στο κέντρο της Αθήνας δεν είναι αποτέλεσμα της «παράνομης εισόδου τους στη γη της επαγγελίας». Η ανθρωπιστική κρίση έχει τα ίδια αίτια με αυτά της δημιουργίας 1,5 εκατομμυρίου ελλήνων ανέργων. Είναι η χρησιμοποίηση της Ελλάδας ως πεδίου πειραματισμού για τη δημιουργία και διαχείριση μιας εσωτερικής κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, ως μόνης διεξόδου της κρίσης του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, καθώς ο καπιταλισμός ο ίδιος παίρνει τη μορφή της παγκοσμιοποιημένης κρίσης διαρκείας.

«…οι μετανάστες είναι καταστροφή για την Ελλάδα…»

Πολλοί μιλάνε για την αναγκαιότητα διατύπωσης ρεαλιστικών προτάσεων από τη μεριά της κοινωνικής αμφισβήτησης – δυστυχώς η μόνη ρεαλιστική λύση είναι το τέλος του καπιταλισμού και η μόνη ρεαλιστική πρόταση για απάλυνση των επιπτώσεων αυτού του βάρβαρου συστήματος μέχρις να επιτευχθεί η κατάργησή του είναι οι κοινωνικοί αγώνες. Για να συμβεί όμως αυτό θα πρέπει πρώτα να συνειδητοποιήσουμε τι πραγματικά συμβαίνει γύρω μας. Καμμιά φορά λοιπόν η διατύπωση προτάσεων που φαντάζουν ως ρεαλιστικές στο πλαίσιο του συστήματος είναι χρήσιμη γιατί μέσα από την άρνηση εφαρμογής τους αποδεικνύονται οι πραγματικοί στόχοι του αντιπάλου.

Όταν τις τελευταίες δεκαετίες εκατοντάδες χιλιάδες έχουν εγκαταλείψει την πρωτογενή παραγωγή καθιστώντας την Ελλάδα αν μη τι άλλο εξαρτημένη διατροφικά, είναι τουλάχιστον αστείο να λέμε ότι ένα διαθέσιμο φτηνό εργατικό δυναμικό εκατοντάδων χιλιάδων «δεν χωράει».

Για μια κλασική φιλελεύθερη οικονομική αντίληψη οι μετανάστες θα μπορούσαν να είναι «ευλογία» για την ελληνική κοινωνία, με όρους φυσικά στυγνής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και όχι κοινωνικής οικονομίας ή κοινωνικής δικαιοσύνης. Για να γίνουμε συγκεκριμένοι: ένας άνθρωπος προερχόμενος από μία χώρα όπου το μεροκάματο είναι 2 ευρώ, θα ήταν παραπάνω από πρόθυμος να εργαστεί με ένα μεροκάματο πενταπλάσιο από ό,τι στην χώρα προέλευσής του, δηλαδή ένα μεροκάματο, ας πούμε, 10 ευρώ, αρκεί να μην έπρεπε να το δαπανά σε δικηγόρους, δουλεμπόρους και για την επιβίωσή του. 
Τα ποσά που διατίθενται για καταστολή και κέντρα κράτησης θα μπορούσαν να διατεθούν για αξιοπρεπή στέγαση. Αν θα μπορούσαν οι μετανάστες να εργάζονται στον πρωτογενή τομέα και ταυτόχρονα να επιβιώνουν δαπανώντας καθημερινά 2-3 ευρώ (μέσω εσωτερικής ανταλλαγής προϊόντων και τη χρήση κουπονιών και όχι χρήματος για τις υπόλοιπες καθημερινές ανάγκες) θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν το υπόλοιπο για να ενισχύουν τις οικογένειές τους πίσω στη χώρα προέλευσής τους στέλνοντας 150 ευρώ το μήνα, δηλαδή 2.000 ευρώ το χρόνο, ποσό τριπλάσιο από το μέσο ετήσιο εισόδημα στις χώρες τους.

Από μια τέτοια πρόταση όλοι θα έβγαιναν κερδισμένοι: οι μετανάστες για τους λόγους που προαναφέρθηκαν και οι ντόπιοι γιατί: 
(1) η Ελλάδα θα ήταν διατροφικά αυτάρκης, αντί να εισάγονται προϊόντα τα οποία ο έλληνας καταναλωτής πληρώνει πολύ ακριβότερα (και για την παραγωγή των οποίων ο παραγωγός τους στο λεγόμενο τρίτο κόσμο βγάζει πολύ λιγότερα), 
(2) αυτό που λένε εθνική οικονομία θα ενισχυόταν γιατί η χώρα αντί να εισάγει θα έκανε εξαγωγές, γεγονός που θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας, 
(3) το κέντρο της Αθήνας θα αποσυμφοριζόταν, 
(4) η ερημωμένη ελληνική ύπαιθρος θα αποκτούσε ζωή, 
(5) τα κυκλώματα της μαφίας θα δέχονταν θανάσιμο πλήγμα καθώς θα έφευγε από τον έλεγχό τους μια τεράστια πηγή κέρδους και συνακόλουθα η αποδυνάμωσή τους θα τα καθιστούσε λιγότερα ισχυρά και στους υπόλοιπους τομείς της δραστηριότητάς τους (πορνεία, εμπόριο όπλων και ναρκωτικών, εγκλήματα κατά της ζωής και της μικροϊδιοκτησίας).

Αυτό το απόλυτα ρεαλιστικό για μία τάση των καπιταλιστών σχέδιο φυσικά δεν πρόκειται να εφαρμοστεί από τους διαχειριστές της εξουσίας παρόλο που εξυπηρετεί τους δημόσια διακηρυγμένους στόχους τους και αυτό γιατί δεν εξυπηρετεί τους πραγματικούς τους στόχους οι οποίοι είναι: διατροφική εξάρτηση του πληθυσμού, εξάρτηση από τις διεθνείς τράπεζες και τις πολυεθνικές, υποβάθμιση του επιπέδου ζωής, δημιουργία μιας διαρκώς υποβαθμιζόμενης εργασιακής εφεδρείας, κατάργηση δικαιωμάτων, δημιουργία παρακρατικών συμμοριών με κοινωνική αποδοχή.

…για το «παρεμπόριο»
 

Μια άλλη αφήγηση που επαναλαμβάνεται αδιάκοπα, είναι ότι «οι μετανάστες μικροπωλητές ευθύνονται για τα μαγαζιά που κλείνουν».
Δηλαδή η εξαφάνιση του διαθέσιμου εισοδήματος δεν σχετίζεται με το κλείσιμο των μαγαζιών! Για να το πούμε απλά, όσα χρήματα έχει για να ξοδέψει ο φτωχοποιημένος νεοέλληνας, τόσα θα ξοδέψει. 

Αγοράζοντας ένα υποκατάστατο προϊόν από μικροπωλητή, εξοικονομεί χρήματα τα οποία θα διαθέσει για την αγορά άλλων προϊόντων. Αν δεν αγόραζε φθηνά από το μικροπωλητή, θα του έμεναν λιγότερα χρήματα. Αγοράζοντας από μικροπωλητή, χάνει βέβαια το κατάστημα που πουλάει το ομοειδές προϊόν, κερδίζουν όμως όλα τα υπόλοιπα καταστήματα. Αγοράζοντας ένα φθηνό παπούτσι ή ένα φορτιστή για κινητό από το δρόμο, σου μένουν χρήματα για να αγοράσεις ένα βιβλίο, τρόφιμα ή τα φάρμακα τα οποία δεν διατίθενται πλέον δωρεάν. 

Από την άλλη, τα χρήματα που δαπανώνται για τις καθημερινές επιχειρήσεις-σκούπα της ΕΛ.ΑΣ., δεν θεωρούνται πεταμένα λεφτά και κανένας δεν χαρακτήρισε το «κίνημα της πατάτας» ως παρεμπόριο το οποίο βλάπτει τα μανάβικα, ούτε το σύστημα μη-χρηματικής ανταλλαγής υπηρεσιών το οποίο εξήγγειλαν π.χ. ο περιφερειάρχης κεντρικής Μακεδονίας Τζιτζικώστας και τοπικοί δήμοι θεωρήθηκε ότι πλήττει αυτούς που επιμένουν να «προσφέρουν τις υπηρεσίες τους» με χρηματικό αντάλλαγμα, όσους δηλαδή έχουν απομείνει να εργάζονται. Στην «αναπροσαρμογή της οικονομίας» κερδίζουν οι πολυεθνικές, στοχοποιούνται οι μετανάστες και οι υπόλοιποι ας τα βγάλουν πέρα όπως μπορούν, όσο μπορούν.

Το κυνήγι των μικροπωλητών αφενός αποσκοπεί στην εδραίωση της εικόνας παραταγμένων διμοιριών των ΜΑΤ στα πάρκα και τις πλατείες, δημιουργεί δηλαδή τις προϋποθέσεις για την αποδοχή της διαρκούς παρουσίας ενός στρατού κατοχής, τόσο απαραίτητου σε μια χώρα υπό οικονομική κατάρρευση. Επιπλέον, το κυνήγι των μικροπωλητών συντελεί στην αύξηση της παραβατικότητας, με τον ίδιο τρόπο που το κυνήγι των μαλακών ναρκωτικών αυξάνει τη χρήση των σκληρών.

…για την παραβατικότητα, τις μαφίες και τη χρησιμότητά τους

Μιας και αναφερθήκαμε στα ναρκωτικά είναι ενδιαφέρον ότι στο δημόσιο λόγο σχετίζονται με την ηρωίνη οι μετανάστες και όχι οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν, λαμβάνοντας υπόψη ότι η παραγωγή της ηρωίνης στο Αφγανιστάν μετά την «απελευθέρωσή του» από τους συμμάχους πενταπλασιάστηκε (ή και δεκαπλασιάστηκε, σύμφωνα με άλλες εκτιμήσεις).

Όσο για την απόφανση ότι οι μετανάστες αυξάνουν την εγκληματικότητα, καθώς προέρχονται από χώρες όπου «η ανθρώπινη ζωή δεν έχει τόση αξία όσο στην πολιτισμένη Δύση», είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι αυτή διατυπώνεται ενώ λίγες βδομάδες πριν, στις 11 Μάρτη, αμερικανός πεζοναύτης εκτέλεσε «για πλάκα» 16 αμάχους (μεταξύ τους 9 παιδιά) κατά τη διάρκεια νυχτερινής του βόλτας σε 2 χωριά νότια της Κανταχάρ.

Είναι προφανές ότι η οικονομική κρίση και η προσπάθεια για επιβίωση σε συνθήκες παρανομίας και διωγμών δημιουργούν το περιβάλλον για την άνθηση των διαφόρων μαφιών.

Οι επιχειρήσεις σκούπα όμως δεν πολεμούν τις μαφίες, αντιθέτως τις τροφοδοτούν.
Όταν για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους δεν υπάρχει νόμιμος τρόπος απόκτησης εισοδήματος και όταν οι μετανάστες μικροπωλητές αντιμετωπίζονται ως μεγαλέμποροι ναρκωτικών, όταν αλέθονται στη μηχανή του κιμά οικονομικοί μετανάστες, πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο, θύματα trafficking και ασυνόδευτοι ανήλικοι οι οποίοι αντιμετωπίζουν καθημερινά ξυλοδαρμούς, βασανιστήρια, επιχειρήσεις σκούπα, είναι προφανές πώς δημιουργείται το υλικό για τη στελέχωση συμμοριών. 

Εξάλλου οι μαφίες του δουλεμπορίου και οι μαφίες της διακίνησης ναρκωτικών, trafficking, πορνείας και άλλων μορφών εγκληματικότητας διασταυρώνονται και αλληλοσυντηρούνται.
Παρενθετικά, ας αναφερθούμε σε μια άλλη πτυχή «της υποβάθμισης του κέντρου της Αθήνα», δηλαδή στην κατακόρυφη πτώση της αξίας γης και ακινήτων που ανοίγει τεράστια προοπτική κέρδους, μια πτυχή του «προβλήματος» η οποία αναφέρεται συχνά αλλά στη γενική στόχευση είναι μάλλον δευτερεύουσας σημασίας. Αξίζει εδώ να αναφερθεί επιγραμματικά το αίσχος όπου για διαμερίσματα που κανονικά θα νοικιάζονταν για 200 ευρώ, οι έλληνες ιδιοκτήτες εισπράττουν 1.800 ευρώ και πλέον (3 ευρώ το άτομο την ημέρα για 5 άτομα σε κάθε δωμάτιο ενός διαμερίσματος με 4 δωμάτια).

Επιστρέφοντας στη χρησιμότητα των μαφιών, ας διευκρινίσουμε πως δεν εννοούμε ότι η ίδρυση των μαφιόζικων συμμοριών έγινε με κρατική απόφαση ούτε ότι η επάνδρωσή τους έγινε με κρατική επίβλεψη, δεν αναπτύσσουμε κάποια θεωρία συνομωσίας. Το κράτος άφησε την κατάσταση να εξελιχθεί με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και όρους ώστε να τη διαχειριστεί προς το συμφέρον του. 
Δεν υπήρξε κάποιος ιθύνων νους πίσω από την ανάπτυξη μιας μαφίας που με τη δράση της βοηθά πολιτικά το κράτος κι ενός κράτους που με τη στάση του βοηθά πρακτικά τη μαφία. Αυτή η εξέλιξη ήταν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού αδιαφορίας, ανικανότητας, φυσικής ροπής και δομικής συγγένειας, αφού οι εξουσιαστικοί σχηματισμοί με αμοιβαία συμφέροντα έχουν την τάση να αλληλοαναγνωρίζονται και να αλληλοϋποστηρίζονται. Άλλωστε, όπως έχει ειπωθεί στο παρελθόν, «η μαφία είναι το έμβρυο του κράτους».

Το κράτος προτιμά να αναθέτει σε μαφίες τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και στους φασίστες την επίλυση του «μεταναστευτικού προβλήματος» γιατί στη συνέχεια μπορεί να εμφανίζει την κατασταλτική πολιτική ως αναγκαία και επιθυμητή (και στο βαθμό που μπορεί να «συνεννοείται» με τα αφεντικά των μαφιών και τους επικεφαλής των παρακρατικών, ρισκάροντας ένα μικρό ενδεχόμενο η κατάσταση να γίνει πραγματικά ανεξέλεγκτη). 

Τα αφεντικά των μαφιών σε πολλές περιπτώσεις διατηρούν σχέσεις με «συνεργάσιμους ποινικούς» αλλά και με τμήματα της αστυνομίας και φασίστες – οι τελευταίοι μπορεί την ημέρα να συμμετέχουν σε «επιτροπές κατοίκων» και το βράδυ να αναλαμβάνουν την εκτέλεση συμβολαίων θανάτου. Το (μικρό) ενδεχόμενο ανεξέλεγκτων μαφιών και παρακρατικών είναι για τους καπιταλιστές προτιμότερο από μια (ορατή) προοπτική ανεξέλεγκτης διάχυτης κοινωνικής ανυπακοής.

Γιατί τελικά, οι μαφίες είναι ιδιαίτερα χρήσιμες σε περιόδους κοινωνικής έντασης.
Είναι ευρέως γνωστό το πώς χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν η μαφία ενάντια στο κοινωνικό κίνημα στην Ιταλία ή ότι σήμερα στο Μεξικό ο πόλεμος ενάντια στο κοινωνικό κίνημα διεξάγεται μέσω του πολέμου εναντίον της μαφίας.

Μετά το ξέσπασμα της κρίσης το 2007 δρομολογήθηκε στον αναπτυγμένο κόσμο η συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας και η αντικατάστασή του από το κατασταλτικό κράτος της ασφάλειας.

Ειδικά στην Ελλάδα, αυτή η πολιτική εντάθηκε μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη του 08, τότε που ένα αδύναμο κράτος μπαλαντζάριζε ανάμεσα στην επιλογή του να αφήσει τα πράγματα να ξεθυμάνουν και στην επιλογή της καταστολής και της κοινωνικής απονομιμοποίησης που αυτή θα προκαλούσε εφαρμοζόμενη ενάντια σε μαθητές που επιτίθονταν σε αστυνομικά τμήματα.

Από την άνοιξη του 2009 η δαιμονοποίηση των μεταναστών χρησιμοποιήθηκε ως αντιεξέγερση στον Δεκέμβρη, γειτονιές της Αθήνας μετατράπηκαν σε φυτώρια νεοναζιστικού λαϊκισμού και αυξήθηκε η δράση των μαφιών.
Στη θέση της διάχυτης κοινωνικής ανυπακοής, είναι πολύ προτιμότερη για την εξουσία μια κατάσταση άλογου μίσους όπου αντί για την αθωότητα της πολιτικής αμφισβήτησης του Δεκέμβρη θα υπάρχει ένα άλλο είδος βίας, με μαφίες και ναζιστικές πολιτοφυλακές στο δρόμο, μια σφαγή όπου η κοινωνία θα παρακαλάει για την επέμβαση του κράτους.

Όταν οι φιλήσυχοι πολίτες, κραδαίνοντας ελληνικές σημαίες επικροτούν και προτρέπουν σε πράξεις βίας και στην πυρπόληση κτηρίων, όπως έγινε στις 12 Φλεβάρη 2012 στην Αθήνα, ανοίγει ο δρόμος για ένα είδος κοινωνικού ριζοσπαστισμού που φύσει και θέσει είναι πιο κοντά στο φασισμό παρά στην κοινωνική απελευθέρωση. 
Είναι οι ίδιοι φιλήσυχοι πολίτες που λίγους μήνες πριν ύψωναν κρεμάλες μπροστά στη βουλή και μιλούσαν για ένα νέο Γουδί…

πηγή: clandestinanews.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου