6/9/12

…και τότε ρίξανε τον κλήρο να δούνε ποιος θα φαγωθεί, «για να ξεβρωμίσει ο τόπος» (μέρος 4ο)

Από την άμεση δημοκρατία στο να «ξεβρωμίσει ο τόπος»

Clandestina

Ο φασισμός ιστορικά αναπτύχθηκε χρησιμοποιώντας συνθήματα της αριστεράς (στην γενικότερη έννοια της αριστεράς συμπεριλαμβάνουμε και τον αντιεξουσιαστικό/αναρχικό χώρο) και «δίνοντας λύσεις» με τη μορφή της δράσης ενός «ανατρεπτικού κινήματος» ενάντια στο κατεστημένο, ενός κινήματος που γοήτευε με τη βία έχοντας επιλέξει έναν εύκολο στόχο ενάντια στον οποίο ασκούσε προπαγανδιστικά αυτή τη βία. Ο φασισμός ιστορικά αναπτύχθηκε μετά την ήττα της αριστεράς, χρησιμοποιήθηκε από τα αφεντικά για να συντριβούν τα κινήματα αρχικά και οι κοινωνίες συνολικά και στη συνέχεια ο καπιταλισμός να επανακάμψει ως δύναμη σωτηρίας.

Η δημιουργία γκέτο και η υποβάθμιση της αξίας της ανθρώπινης ζωής (είτε αυτή συμβαίνει στα σύνορα και στα δουλεμπορικά, είτε στις γειτονιές της Αθήνας ή στα εργασιακά κάτεργα) είναι, εκτός των άλλων, μια ιστορική ήττα της αριστεράς η οποία άνοιξε το δρόμο για τις «λύσεις» της ακροδεξιάς.
Ως απάντηση στην επίθεση του κεφαλαίου που διεξάγεται με το πρόσχημα της κρίσης στην Ελλάδα προτάχθηκαν κυρίως το κίνημα των πλατειών και οι βίαιες αντιπαραθέσεις με τις δυνάμεις καταστολής.

Το πρόταγμα της άμεσης δημοκρατίας μπορεί να υλοποιούνταν στις συνελεύσεις γειτονιάς ή σε όσους είχαν σταθερή και οργανική σχέση με τις πλατείες, όμως για τις εκατοντάδες χιλιάδες που κάποια στιγμή έφτασαν να συγκεντρώνονται στην πλατεία Συντάγματος ή «άμεση δημοκρατία» δεν ήταν προφανώς μια οργανωτική πραγματικότητα αλλά ένα σύνθημα το οποίο εναλλασσόταν με κατάρες ενάντια στους «κλέφτες-προδότες-πολιτικούς». Μια πολιτική ατζέντα δηλαδή που εύκολα υιοθετείται από την ακροδεξιά. 

Επιπλέον, αυτό που κυριαρχούσε ήταν μια πολιτική επιχειρηματολογία επικεντρωμένη στον «αντιμνημονιακό αγώνα» από την οποία απουσίαζαν (ή υπήρχαν με τελείως υποβαθμισμένο τρόπο) οι μετανάστες, ο ρατσισμός κλπ. Γι’ αυτό δεν πρέπει να εκπλήσσει η ευκολία με την οποία εντάχτηκαν στον ακροδεξιό λαϊκισμό τόσο η επιχειρηματολογία για δημιουργία «Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου» όσο και οι αφηρημένες αναφορές στην άμεση δημοκρατία και την αυτοοργάνωση (σε συνδυασμό βέβαια με αναφορές στην αναγκαιότητα μιας νέας Μακρονήσου για τον εσωτερικό εχθρό).

Από την άλλη πλευρά, ένα από τα αποτελέσματα του ανεβάσματος του επιπέδου της βίας ήταν η νομιμοποίηση της βίας και της ακροδεξιάς (δεν είναι άλλωστε ασύνηθες οι ίδιοι άνθρωποι που υπερασπίζονται επιθέσεις αναρχικών σε τράπεζες, να υποστηρίζουν και επιθέσεις ακροδεξιών σε μετανάστες – για κάθε πρόβλημα ο κατάλληλος άνθρωπος…). Βέβαια η βία της ακροδεξιάς ασκείται με την ανοχή, την κάλυψη ή και τη συνδρομή της αστυνομίας, γιατί αλλιώς το κοινωνικό κίνημα θα τους είχε συνθλίψει σαν μια κουράδα σκύλου στο πεζοδρόμιο. Πέραν όμως της «δυνατότητας των ακροδεξιών να ασκούν και αυτοί βία», είχαν επιπλέον το πλεονέκτημα να «δίνουν άμεσα λύσεις» – βλ. και το προπαγανδιστικό στερεότυπο του συνταξιούχου που οι χρυσαυγίτες τον συνοδεύουν μέχρι το ΑΤΜ για να πάρει με ασφάλεια τη σύνταξή του (τι ειρωνεία, την ίδια σύνταξη που έχουν πετσοκόψει τα αφεντικά των παρακρατικών…). 

Καλώς ή κακώς οι λύσεις μέσω της αυτοοργάνωσης και της δημιουργίας δικτύων αλληλεγγύης είναι πιο δύσκολες από τον χρυσαυγίτη που μοιράζει πόρτα-πόρτα κούτες με γάλα και μακαρόνια αφήνοντας το τηλέφωνό του για τα περαιτέρω. Επιπλέον οι έννοιες της αλληλεγγύης και των κοινωνικών δικτύων υφαρπάχθηκαν και «εθνικοποιήθηκαν» (άλλωστε και ιστορικά η φαιά πανούκλα εξαπλώθηκε μιλώντας για «εθνικό σοσιαλισμό»).

Ως αντιπαράθεση λοιπόν στην προοπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης, αφεντικά και ΜΜΕ έστρωσαν το δρόμο προς τον ολοκληρωτισμό, ο οποίος εμφανίζεται ως ένα κίνημα ενάντια στο κατεστημένο, κίνημα που δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τη βία για να υπερασπιστεί τον «λαό». Αφεντικά και ΜΜΕ, το δρόμο που οι ίδιοι έστρωσαν, δεν χάνουν ευκαιρία στη συνέχεια να τον καταδικάζουν μετά βδελυγμίας…
Μια κοινωνία που έχασε την πίστη της στον πολιτικό κόσμο (αντιδρώντας σαν απατημένοι σύζυγοι) είναι σε μεγάλο ποσοστό πρόθυμη να ευθυγραμμισθεί με τις προσταγές του μίσους και της μισαλλοδοξίας.
Γι’ αυτό το λόγο εξάλλου, η καταγγελία των ναζιστικών συμμοριών ως βίαιων, λούμπεν στοιχείων στην ουσία αποτελεί διαφήμισή τους, τη στιγμή που ο λαός διψάει για αίμα και εκδίκηση.

Οι κήρυκες τους μίσους λένε πράγματα που ο λαός θέλει να ακούσει και από το «έξω όλοι οι μετανάστες» στο «θάνατος στους μετανάστες» η απόσταση είναι μικρή.
Δεν είναι πιθανή η εκδοχή ότι θα φτάσουμε σε ένα φασισμό του μεσοπολέμου, ούτε ότι οι επιθέσεις στους μετανάστες θα λάβουν τις διαστάσεις των αντισημιτικών πογκρόμ, καθώς οι μετανάστες, εκτός των άλλων χρήσεών τους, είναι πηγή τεράστιων εσόδων.

Ένα νεοναζιστικό κοινοβουλευτικό κόμμα που θα διατηρούσε τις πρακτικές του μακροπρόθεσμα θα οδηγούσε σε εμφυλιοπολεμική αντιπαράθεση καθώς θα ερχόταν στην κεντρική πολιτική σκηνή η εγκληματική δραστηριότητα του πεζοδρομίου που μέχρι τώρα παραμένει στην σκιά. Ο εμφύλιος πόλεμος ωστόσο δεν φαντάζει επιλογή της κυριαρχίας (τουλάχιστον προς το παρόν…). Ούτε όμως η επί μακρόν εγκατάλειψη της βίαιης και μαφιόζικης πρακτικής είναι ρεαλιστική επιλογή για ένα νεοναζιστικό κόμμα, καθώς αυτό θα σήμαινε αυτοακύρωσή του (μετατροπή του σε κοινοβουλευτική δύναμη «ήπιου» ρατσισμού και αντικατάστασή του στο δρόμο από μια άλλη οργάνωση βίας).

Η ύπαρξη ενός νεοναζιστικού κοινοβουλευτικού κόμματος εξυπηρετεί τη στρατηγική της έντασης και της απειλής της «ανωμαλίας» που επισείονται ως δαμόκλειος σπάθη για να αποκατασταθεί η ομαλότητα, δηλαδή για την επαναφορά στην παραδοσιακή πολιτική τάξη.

Επιπλέον, καθώς οι κοινωνικές πρακτικές και τα οράματα που υπερβαίνουν συνολικά το πολιτικό σύστημα παρουσιάζονται ως το ένα άκρο και οι νεοναζί ως το άλλο, επιδιώκεται η εξουδετέρωση της διάχυτης κοινωνικής αντιπολίτευσης. Οι επιπτώσεις δηλαδή στην ελληνική κοινωνία από την ανάδειξη της πιθανότητας ενός φασιστικού κινήματος θα είναι καταστροφικές και οι Έλληνες έχουν πιο πολλά να χάσουν από ό,τι οι μετανάστες. Η υπεράσπιση των μεταναστών είναι τόσο υπεράσπιση των κατακτήσεών μας που αφαιρούνται όσο και υπεράσπιση της δυνατότητάς μας για αγώνα προς την κοινωνική απελευθέρωση.

Τέλος, καθώς η ρητορεία των νεοναζί για το «μεταναστευτικό» δεν διαφέρει και τόσο από εκείνη της κυβέρνησης, οι «ακραίες» προτάσεις των νεοναζί κάνουν τις προτάσεις της κυβέρνησης να φαίνονται ρεαλιστικές, ανθρωπιστικές και αναγκαίες. Μακροπρόθεσμα, οι χωρίς χαρτιά κάπως θα ενταχθούν στην παραγωγή. Έχουμε ήδη αναφέρει ότι σκοπός του καπιταλισμού δεν είναι η εξαφάνιση των χωρίς χαρτιά αλλά η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη «αξιοποίησή» τους. Όποιος εκμεταλλεύεται ένα κοπάδι δεν θέλει να το εξαφανίσει αλλά να εξασφαλίσει το προνόμιο του σφαγέα.
Σήμερα οι μετανάστες χρησιμοποιούνται για την εδραίωση της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, αύριο θα αποτελέσουν φτηνό και χωρίς δικαιώματα εργατικό δυναμικό – και ποια συνθήκη δημιουργεί μεγαλύτερα περιθώρια εκμετάλλευσης από το διάχυτο φόβο σε συνδυασμό με τη δυνατότητα αυθαίρετης φυλάκισης και απέλασης όσων μεταναστών διανοηθούν σε οργανωθούν σε σχηματισμούς αγώνα στα εργασιακά κάτεργα; Συνήθως, όταν μια συνθήκη συγκροτείται ως παράδειγμα, έχει την τάση να εξαπλώνεται.

Από το κυνήγι μαγισσών λοιπόν, οι Έλληνες έχουν να χάσουν πολύ περισσότερα από ό,τι οι μετανάστες. Αυτό δεν φαίνεται να το συνειδητοποιεί η Αριστερά…

Το κυνήγι μαγισσών και η στάση της αριστεράς
  
Οι περισσότερες οργανώσεις της άκρας αριστεράς (αλλά και ομάδες του αντιεξουσιαστικού χώρου) αντιμετώπισαν τις εξαγγελίες Χρυσοχοΐδη-Λοβέρδου ως προεκλογικό τρυκ και ο πολιτικός λόγος που άρθρωσαν έμοιαζε να ωθείται περισσότερο από την ανησυχία τους να μην μετατοπιστεί ο δημόσιος λόγος από το προνομιακό (όπως νομίζουν) έδαφος του «αντιμνημόνιου» παρά να πηγάζει από την κατανόηση των πραγματικών επιπτώσεων ενός σύγχρονου κυνηγιού μαγισσών.

Το ΚΚΕ, ενώ αναπτύσσει ένα σχετικά θετικό λόγο ως προς το μεταναστευτικό, είναι ταυτόχρονα απρόθυμο να αντιπαρατεθεί έμπρακτα με τους φασίστες (οι οποίοι αναπτύσσονται σε λαϊκές γειτονιές παραδοσιακής ισχύος του κόμματος) και είναι παραπάνω από πρόθυμο να συγκρουστεί βίαια με την άκρα αριστερά και τους αναρχικούς. Το ΚΚΕ μοιάζει να χρησιμοποιεί τη «θεωρία των άκρων» με τον ίδιο τρόπο που το κάνει η κυβέρνηση, θέλοντας να εμπεδώσει την αρχή ότι «όποιος αγωνίζεται πρέπει να το κάνει μέσα από τη ασφάλεια του κόμματος». Όταν το κόμμα απειλείται με απώλεια του ελέγχου αγώνων καθώς σε αυτούς συμμετέχουν και δυνάμεις της κοινωνικής αμφισβήτησης, τότε πρέπει στο κάδρο να εισαχθούν και οι ακροδεξιοί, ώστε οι εργαζόμενοι να αποκηρύξουν εξίσου τις δύο απειλές. 

Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί ότι μέλος του ΠΑΜΕ παρουσίασε στους απεργούς της Χαλυβουργίας τους νεοναζί αναφωνώντας «όλη η Ελλάδα είναι μαζί μας»;

Η «ήπια αριστερά» που ονειρεύεται την επιστροφή στη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση έχει φτάσει να υιοθετεί τόσο την κρατική φρασεολογία (μιλώντας για «λαθρομετανάστες») όσο και την κρατική ρητορεία, παραδεχόμενη ότι «οι μετανάστες είναι πρόβλημα». «Διαφοροποιείται» λέγοντας ότι το «πρόβλημα» δεν λύνεται με «ακραίους» και αστυνομικές επιχειρήσεις. Μιλάει δηλαδή τη γλώσσα της εξουσίας και απλά γκρινιάζει γιατί το «μεταναστευτικό» αντικατέστησε στο δημόσιο λόγο τον «αντιμνημονιακό αγώνα».

Μια άλλη οπτική, αυτή της πολύχρωμης και καλόβολης πολυπολιτισμικότητας και της υποστήριξης της οργάνωσης των μεταναστών στη βάση της εθνικής τους καταγωγής, συνετρίβη μπροστά στη θλιβερή εικόνα αντιπροσώπων μεταναστευτικών κοινοτήτων στο πλευρό του Παπουτσή κατά τη διάρκεια των δηλώσεών του ενάντια στους 300 απεργούς πείνας, οι ίδιοι αντιπρόσωποι μεταναστευτικών κοινοτήτων που εμφανίστηκαν πρόσφατα στο πλευρό του Χρυσοχοΐδη για να στηρίξουν την πολιτική του για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Μια οπτική του κοινωνικού κινήματος η οποία προέτασσε το «είμαστε όλοι μετανάστες» και έτρεφε ελπίδες για ένα νέο επαναστατικό υποκείμενο (καθώς «οι Aλβανοί μετανάστες 2ης γενιάς θα εντάσσονταν μαζικά στο κοινωνικό κίνημα») έφτασε σε μια στάση πλήρους αμηχανίας, βλέποντας Aλβανούς μετανάστες να συμμετέχουν σε πογκρόμ εναντίον άλλων μεταναστών, πογκρόμ οργανωμένα από νεοναζί.

Εξίσου προβληματική αποδείχθηκε η «σκληρή ταξική» ανάλυση η οποία θεωρεί το καθεστώς εξαίρεσης δευτερεύον ως προς την εκμετάλλευση της εργασίας, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι το καθεστώς εξαίρεσης είναι μια τελείως διαφορετική διάσταση της εκμετάλλευσης. 

Όταν σε έναν άνθρωπο που στοιβάχτηκε με εκατοντάδες άλλους σε ένα κέντρο κράτησης, που τον εξευτέλισαν άντρακλες της αστυνομίας για να κάνουν τους καμπόσους, που τον κυνήγησαν παρακρατικοί, όταν σε αυτόν τον άνθρωπο λες ότι καλά όλα αυτά αλλά βασικά πρέπει να έχει «μίσος ταξικό», όταν υποτάσσεις το καθεστώς εξαίρεσης στα ζητήματα εργασιακής εκμετάλλευσης, τότε σύντομα όχι μόνο η εργασία αλλά και η κοινωνία συνολικά θα κυριαρχηθεί από το καθεστώς εξαίρεσης. 

Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι ενώ πολύ συχνά μια σειρά από αγώνες κατακρίνονταν γιατί ήταν «διαταξικοί», σπανιότατα κατακρίθηκαν αγώνες γιατί ήταν «εθνικοί», δηλαδή ελληνικοί, και όποτε έγινε αυτό, η ευθύνη αποδιδόταν στους μετανάστες «που δεν αγωνίζονται».
Λοιπόν, δεν είμαστε όλοι μετανάστες, όπως και το πάρκο Ζουκότι στη Νέα Υόρκη δεν είναι πλατεία Ταχρίρ. Δεν είμαστε όλοι μετανάστες, ούτε οι μετανάστες είναι απλά τμήμα της εργατικής τάξης και πρέπει να στελεχώσουν τις ελληνικές οργανώσεις, όπως μεγαλόψυχα τους προτείνουν κάποιοι. 

Μ’ αυτά και μ’ αυτά φτάσαμε σήμερα να πρέπει να προσπαθήσουμε να πείσουμε ότι οι μετανάστες είναι άνθρωποι.
Εδώ βέβαια έχουμε φτάσει στο σημείο να ακούμε ότι οι μετανάστες είναι πρόβλημα, γιατί πάνω που τα πηγαίναμε τόσο καλά με τη ριζοσπαστικοποίηση του ελληνικού λαού μέσα από τον αντιμνημονιακό αγώνα και τις πλατείες, οι μετανάστες μάς χάλασαν τη δουλειά γιατί εξαιτίας τους αναπτύχθηκαν οι φασίστες…

Επαναφορά του κοινωνικού ζητήματος

Click to visit the original postΜπορούμε βέβαια απλά να περιμένουμε μέχρις ότου η πλειοψηφία τρομάξει από «τους ακραίους νεοναζί» και επιστρέψει στην ασφάλεια των κυβερνητικών κομμάτων οπότε οι (παρα)κρατικοί υπάλληλοι θα αποσυρθούν στην εφεδρεία και στις συνήθεις ασχολίες τους, το «φασιστικό κίνημα» θα αποσυρθεί και θα επανέλθουμε στον συνήθη διάχυτο ρατσισμό.
Δηλαδή θα είμαστε ικανοποιημένοι επειδή απέναντί μας δεν θα βρίσκεται ο λούμπεν φασισμός αλλά ο γνώριμος πανταχού παρών ρατσισμός, ενώ η επανεμφάνιση του «φασιστικού κινήματος» θα παραμένει στη διακριτική ευχέρεια των αφεντικών.

Όπως είδαμε, ο θεσμικός ρατσισμός είναι αυτός που ενισχύει τον φασισμό, για να ενισχυθεί με τη σειρά του από αυτόν, καθώς το κράτος πρέπει να εφαρμόσει ρατσιστικές πολιτικές «για να αποτραπεί η άνοδος του φασισμού». Από την άλλη, ο θεσμικός ρατσισμός, δηλαδή η επίσημη πολιτική της ΕΕ, σκοτώνει απείρως περισσότερο από ό,τι οι φασιστικές συμμορίες: το περσινό καλοκαίρι πάνω από 1.500 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να περάσουν από τη Λιβύη στην Ιταλία δια θαλάσσης και ενώ η περιοχή ήταν γεμάτη από πλοία του ΝΑΤΟ που περιπολούσαν για να αποτρέψουν επίθεση του Καντάφι αλλά δεν πρόσεξαν τα σαπιοκάραβα που έπλεαν ακυβέρνητα, με χαλασμένες μηχανές και γεμάτα ανθρώπους που τελικά πέθαναν βασανιστικά από τη δίψα. Επίσης ο θεσμικός ρατσισμός είναι ευέλικτος: το «Clandestino» του Manu Chao μπορεί να ακούγεται σε σούπερ-μάρκετ, μπαρ κι εμπορικά κέντρα την ίδια ώρα που ανακοινώνονται στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα αφεντικά μπορούν να παραλαμβάνουν μελέτες για το πόσους παραπάνω μετανάστες χρειάζονται την ίδια ώρα που ανακοινώνουν ότι εδώ και χρόνια δεν χωράνε πλέον άλλοι.

Η κεντρική ανάδειξη του ζητήματος των μεταναστών με όλες της πτυχές του, η ανάδειξη του ζητήματος ως πρωτοβουλία και επιλογή του κοινωνικού κινήματος και όχι ως ενοχική απάντηση όταν αυτό τίθεται από τον αντίπαλο, είναι προϋπόθεση για την επαναφορά του κοινωνικού ζητήματος.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η τεράστια δυναμική του κοινωνικού κινήματος που ήρθε στην επιφάνεια το Δεκέμβρη του ’08, έχει κάθε δυνατότητα να αποκρούσει την έφοδο των αφεντικών, αρκεί να συνειδητοποιήσει τόσο τη δύναμη τη δική του όσο και τη σπουδαιότητα του ζητήματος.

Αρκεί να συνειδητοποιήσει ότι πέραν της δημόσιας αντιλόγησης της κρατικής προπαγάνδας (εκεί επιθυμεί να συμβάλει και το παρόν κείμενο) ο αγώνας «για» και «με» τους μετανάστες πρέπει άμεσα να πάρει τη θέση που του ανήκει στο αλληλένδετο και αδιαχώριστο πλαίσιο αγώνα που συναρθρώνει τη δημιουργία δικτύων αλληλεγγύης και αντιθεσμών, την υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών και την αυτοοργάνωση στις γειτονιές.

Η αλληλεγγύη στους μετανάστες είναι ο καθοριστικός παράγοντας για να μην χαθούμε στη ζοφερή δυστοπία του ολοκληρωτισμού που οικοδομείται από την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.

πηγή: clandestinanews.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου